at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Νικόλα Λαμπάκη

κείμενο Ι νικόλας λαμπάκης */* φωτογραφίες | μαίρη λεονάρδου + g&l productions photo studio+  αρχείο νικόλα */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

αφηγητής ταινίας (του)

Παρασκευή βράδυ, ξημερώνει Σάββατο. Φεύγω από το σπίτι φίλων, μετά από ένα ακόμα ριγιούνιον, όπως κάνουμε κάθε τόσο, όταν επιστρέφω στη Θεσσαλονίκη. Τί να προλάβεις να πεις μέσα σε λίγες ώρες; Τί νέα να μοιραστείς;

– Πώς είσαι;

– Όλα καλά;

– Περνάς καλά;

-Τι έγινε;

– Έλα ρε φίλε…

…σκέψεις, όνειρα, σχέδια… ποτέ δεν φτάνει ο χρόνος με τους φίλους. Ποτέ δεν είναι αρκετός.

Με αυτό το αίσθημα της έλλειψης, με το μέσα παιδί να φωνάζει «κι άλλο, λίγο ακόμα, λίγο ακόμα…», φεύγω για το πατρικό μου σπίτι. Στο ράδιο του αυτοκινήτου πατάω τα κουμπιά, αλλάζοντας σταθμούς, μπας και βρω κανένα τραγούδι της προκοπής να δώσει έτσι μια κινηματογραφική εσάνς στο δρόμο του γυρισμού.

Το δάχτυλο περνάει πρώτα από τους αποθηκευμένους σταθμούς κι ακούω παντού τα ίδια έντεχνα… Ρε φίλε – δεν λέω, κάποτε, στην εφηβεία κάτι έλεγαν αυτά τα τραγούδια, ζέσταιναν λίγο το μέσα… Τώρα, ούτε κρύο ούτε ζέστη, να ΄χαμε να λέγαμε…

Γυρίζω το κουμπί και ψάχνω στην τύχη… Πιάνω Βασίλη Καρρά να τραγουδάει «Στη Σαλονίκη τα Σάββατα της βροχής, βουβό το κλάμα, ζω με το όραμα μιας άλλης εποχής, σε κάποιο θαύμα…». Αναστατώνομαι. Δώσε πόνο, άρχοντα! Έξω έχει αρχίσει να βρέχει και ξημερώνει Σάββατο.

Αλλάζω πορεία και κατευθύνομαι γραμμή για το κέντρο, παρκάρω και αρχίζω να περπατάω στην παλιά παραλία. Έχει αυτή τη γνωστή γλυκιά ομίχλη. Κάτι τουρίστριες με προσπερνούν τρεκλίζοντας… παραλίγο να πέσουν στη θάλασσα. Μια καλοσυνάτη κυρία με το καπελάκι της και μια πλαστική σακούλα στο χέρι περπατάει μονάχη και μονολογεί. Μοιάζει με αυτούς τους παράξενους διαβάτες, τους κάπως παράταιρους στον κόσμο αυτό. Κανείς δεν ξέρει από πού έρχονται ούτε πού πηγαίνουν… Την ακολουθώ για λίγο διακριτικά και τη φωτογραφίζω ανοιγοκλείνοντας απαλά τα μάτια.

Η κυρία περνάει το δρόμο απέναντι και διασχίζει ένα πλήθος εφήβων που βγαίνουν από ένα νυχτερινό μαγαζί που στη μαρκίζα του φιγουράρει η φάτσα του Σταμάτη Γονίδη. Εκείνοι δεν τη βλέπουν. Γι’ αυτούς, η κυρία με το καπελάκι και την πλαστική σακούλα είναι αόρατη.

Γυρίζω πίσω προς την Πλατεία Αριστοτέλους. Στέκομαι μπροστά στο Ολύμπιον και χαζεύω για ώρα τις αφίσες, διαβάζω το πρόγραμμα προβολών και μετά πάλι χαζεύω τις αφίσες και διαβάζω ξανά το πρόγραμμα προβολών… Ύστερα, κοιτάζω λίγο στο βάθος προς το λιμάνι και σκέφτομαι πως κάθε φορά που επιστρέφω στη Θεσσαλονίκη, ακολουθώ πάντα τους ίδιους δρόμους, σχεδόν καταναγκαστικά, εμμονικά… Μια τελετουργική διαδρομή: Παλιά παραλία, οι αποθήκες στο λιμάνι, Πλατεία Αριστοτέλους, Ολύμπιον… Και πάντα, μια απαραίτητη στάση για ένα ζεστό καφέ στο χέρι. Τον σφίγγω ανάμεσα στις παλάμες μου, τον μυρίζω και τον γεύομαι με απορία, σαν να πίνω για πρώτη φορά καφέ – όπως ο Μπρούνο Γκανζ στα Φτερά του Έρωτα. Αν κάτι μου λείπει από τη Θεσσαλονίκη, είναι το σινεμά. Ναι, παντού έχει σινεμά, αλλά δεν είναι σαν αυτό εδώ. Εδώ είναι άλλο σινεμά.

Στέκομαι κι ατενίζω για λίγο τον ορίζοντα. Μοιάζει με κάποιο πανοραμίκ πλάνο παλιάς ταινίας. Στα παγκάκια έξω από τις αποθήκες στο λιμάνι κάθονται τα κορίτσια που κάποτε αγάπησα. Κάθονται οι φίλοι. Κρατάνε μια μπύρα στο χέρι. Την αγόρασαν πριν λίγο από το περίπτερο. Καπνίζουν στριφτά τσιγάρα. Γελάνε δυνατά και κάποιον χαιρετάνε από μακριά. Νομίζω μου γνέφουν.

Στην παλιά παραλία ο Κωστής κάνει ποδήλατο χωρίς χέρια. Κι ο Μπρούνο Γκανζ περπατάει μέσα στην ομίχλη. Τώρα πια δεν είναι άγγελος, είναι θνητός – πολύ θνητός – και δεν κρατάει καφέ μα έναν σκύλο που τον πάει βόλτα.

Είναι μια ταινία τεχνικολόρ και σινεμασκόπ, με μουσική υπόκρουση τους λυγμούς της φυσαρμόνικας του Neil Young.

Κι οι εικόνες αυτές, μνήμες αληθινές και ψεύτικες, που άλλες τις έζησα κι άλλες τις είδα στο σινεμά – δεν ξέρω τα μπερδεύω καμιά φορά – ζωντανεύουν και είναι από μένα πιο ζωντανές κι εγώ ένα φάντασμα, ένας αόρατος διαβάτης…

Ν.Λ.

*Ο Νικόλας Λαμπάκης σκηνοθετεί τη θεατρική παράσταση “Αφηγήτρια Ταινιών” του Ερνάν Ριβέρα Λετελιέρ, που παρουσιάζεται από 30 Σεπτεμβρίου έως και 7 Οκτωβρίου, στο θέατρο Τ της Θεσσαλονίκης, με τη Νοεμή Βασιλειάδου. Σε μετάφραση Λένας Φραγκοπούλου, ο Νικόλας υπογράφει και τη δραματουργία, όπως και τα σκηνικά. 

Παραστάσεις: Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου στις 21:30, Σάββατο 4 Οκτωβρίου στις
21:30, Κυριακή 5 Οκτωβρίου στις 20:00, Δευτέρα & Τρίτη 6 & 7 Οκτωβρίου στις 21:30

«Κάθε δειλινό είναι σαν το τελευταίο πανοραμίκ πλάνο κάποιας παλιάς ταινίας,
μιας ταινίας τεκνικολόρ και σινεμασκόπ, με υπόκρουση τον θόρυβο του ανέμου
πάνω στις λαμαρίνες. Μιας ταινίας που επαναλαμβάνεται μέρα με τη μέρα.
Άλλοτε θλιβερή, άλλοτε λιγότερο θλιβερή. Που έχει όμως πάντα το ίδιο τέλος.»