at a glance
Top

O Γιώργος Σοφικίτης αυτοσκανάρεται

κείμενο | γιώργος σοφικίτης */* φωτογραφίες | πάτροκλος σκαφίδας + κώστας τσούνας + δημήτρης ταΐρης + αρχείο γιώργου  */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

Έχεις τρεις επιλογές

Ο Γιώργος αποκαλύπτει τρία πράγματα που βάζει στο σάκο του για να πάει στο θέατρο, τρία τραγούδια που θα ακούσει στο δρόμο κι άλλα τρία πράγματα που θέλει να κάνει αυτό το χειμώνα. Α! Και έβγαλε τρεις φωτογραφίες με ό,τι «έλαμψε» στα μάτια του, τελευταία! Three, two, one, action!

Ουφ! Πάρα πολύ δύσκολη ερώτηση αυτή τώρα. Δεν φανταζόμουν πως θα δυσκολευόμουν τόσο.

Από το 2009 που δουλεύω στο θέατρο μέχρι σήμερα ως γούρια ή ως χρηστικά αντικείμενα στην τσάντα μου έχω πάρει, εξωφρενικά διαμετρικά αντίθετα μεταξύ τους πράγματα. Από κασκόλ του Παναθηναϊκού, πετσέτες -ιδρώνω τόσο στις παραστάσεις- μέχρι αυτόγραφο της Έλλης Κοκκίνου. Κάτι για το οποίο μέχρι και σήμερα με κοροϊδεύει ο αγαπημένος φίλος, συνεργάτης, εξαιρετικός ηθοποιός, τραγουδιστής και εκπαιδευτικός, υπέροχος άνθρωπος και χιλιάδες άλλα όμορφα και φωτεινά, Πέτρος Παπαζήσης.

Αυτά που σίγουρα έχω τώρα στην τσάντα μου -την κοιτάζω τώρα- κάθε φορά που πηγαίνω στο θέατρο Κολοσσαίο είναι το κείμενο της παράστασης Η Ποντικοπαγίδα-Αγκάθα Κρίστι, που έχω την χαρά να συμμετέχω. Ένα άλλο βιβλίο – αμάλγαμα, το Κάποτε στην Μύκονο, που το διαβάζω κατά τη διάρκεια των πτήσεων Αθήνα-Θεσσαλονίκη και τούμπαλιν, Πρόκειται για ένα από τα πολλά αυτοβιογραφικά βιβλία του Ζάχου Χατζηφωτίου. Σίγουρα, θα έχω πάντα μαζί μου και το φορτιστή των τσιγάρων μου, για να μην ξεμείνω ποτέ από μπαταρία και πάθω 7.000 (ολογράφως) στερητικά σύνδρομα.

Η σχέση μου με την μουσική είναι σχέση εξάρτησης. Και κυρίως με την ρεμπέτικη. Μπορεί να μην βάλω να ακούσω απαραίτητα πηγαίνοντας προς την παράσταση στο ραδιόφωνο του αμαξιού ή στο κινητό, αλλά σίγουρα θα σιγοτραγουδήσω ή θα χρησιμοποιήσω ως ζέσταμα φωνητικό κάποια από τα υπέροχα τραγουδάκια των ρεμπέτηδων.

Αυτά που προτιμώ είναι η Αχάριστη του Β.Τσιτσάνη, το Κουρασμένο Βήμα σου των Μπάμπη Μπακάλη και Κώστα Βίρβου και τέλος το Σβήσε το φως να κοιμηθούμε του Γιάννη Παπαϊωάννου σε ντουέτο με την -υπέροχη στις δεύτερες- Ντάλια. Οι εναλλαγές των εντάσεων αυτών των τραγουδιών, από τις ψηλές στις χαμηλές καθώς και οι κρατημένες φράσεις, καταλήξεις και νότες με βοηθούν στις ανάσες και στο ζέσταμα της φωνής μου.

Αν η ερώτηση ήταν πιο γενική, ποιο είναι το τοπ-3 μου στα τραγούδια θα έλεγα με χαρακτηριστική ευκολία:

Ρόζα: Δημήτρης Μητροπάνος (Θ. Μικρούτσικος- Α. Αλκαίος)

Αχάριστη: Βασίλης Τσιτσάνης (Β.Τσιτσάνης)

Ας μην ξημέρωνε ποτέ: Απόστολος Χατζηχρήστος (Απόστολος Χατζηχρήστος-Κώστας Μάνεσης)

 

Θα μπορούσα για τα επόμενα χρόνια να ακούω μόνο αυτά τα τρία τραγούδια χωρίς να βαριέμαι ποτέ και να συγκινούμαι πάντα το ίδιο.

 

Σχέδια για το μέλλον. Αρχικά, να ζω. Και όταν λέω «να ζω», δεν εννοώ μονάχα βιολογικά, πράγμα που θα μου ήταν αν μη τι άλλο ευχάριστο. Αλλά πνευματικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά. Να είμαι ολόκληρα παρών στο κάθε τι εντός μου κι εκτός μου. Μετέπειτα, να βρω αυτό το φωτεινό σπίτι που θα μείνω στην Αθήνα και τέλος να σταθεροποιήσω τα επαγγελματικά μου στον τομέα μου. Να δουλεύω για να ζω και όχι να ζω για να δουλεύω.

 

 

Με βαθιά λύπη, σε αυτό το σημείο, συνειδητοποιώ πως δεν θα μπορέσω να ακολουθήσω τα ζητούμενα της συνέντευξης αυτής. Δεν τραβάω στην καθημερινότητά μου φωτογραφίες από το κινητό μου. Συχνά αποτελεί και ένα μικρό αστειάκι ματαιότητας με την παρέα μου. Κι εκείνοι δεν είναι αυτού του σπορ, και συχνά σκεφτόμαστε πως έχουμε ταξιδέψει, ξενυχτήσει, επισκεφτεί, γελάσει, κλάψει, χορέψει σε τόσα μέρη και θα είναι σαν να μην πήγαμε ποτέ, καθώς τίποτα δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την παρουσία μας στο εκάστοτε μέρος/βραδιά κοκ.

Γράφω και σκέφτομαι πως αυτή η στάση μου/μας δεν απέχει από την «σουπάτη» -αρκούντως- κοελική αντίληψη πως, οι αναμνήσεις βρίσκονται μέσα μας (δείχνοντας στο μέρος της καρδιάς και του μυαλού) και αυτομάτως μου προκαλούνται γαστροοισοφαγικές παλινδρομήσεις. Μα, δυστυχώς, αυτή η αλήθεια υπάρχει μέσα μου. Θα προτιμήσω να βγάλω κάποια φωτογραφία, όχι «για να έχω να θυμάμαι», μα περισσότερο για να δοκιμαστώ στην τέχνη της φωτογραφίας, κάνοντας ένα ωραίο κάδρο ή και όχι, ή γιατί ένα γκράφιτι στο δρόμο με εκφράζει και ίσως γίνει tattoo πάνω μου κάποια μέρα, ή γιατί η πραγματικότητα έρχεται και συναντά την προσωπική πραγματικότητά μου σε απίστευτα ανατριχιαστικό βαθμό.

 

Φερ’ ειπείν η κάτωθι φωτογραφία, τραβήχτηκε κάπου στα ορεινότερα του Περάματος, το καλοκαίρι που μόλις μας άφησε. Ήταν ένα καλοκαίρι, το 3ο στη σειρά, που δεν πήγα διακοπές. Δεν πήρα τη σκηνή μου να χαθώ στην σιωπή μιας παραλίας. 3ο σερί καλοκαίρι με δουλειά, αυτή τη φορά εργαζόμενος ως οδηγός-διανομέας.

Αθήνα 2023 λοιπόν, Αύγουστος, μέση θερμοκρασία 43 βαθμοί κελσίου κι εγώ καρφωμένος μπροστά στο τιμόνι να παλεύω να κρατήσω το μυαλό μου. Ο αρκούδος που λιώνει σαν κι εμένα ταυτίζεται με το πάθος μου και το θαυμασμό μου για αυτά τα υπέροχα, πανέξυπνα μα και παρεξηγημένα ζώα.

Υ.γ.: Εύγε σε όποιον/α σκέφτηκε και υλοποίησε αυτό το υπέροχο installation.

 

Η δεύτερη φωτογραφία που θα επιλέξω είναι τρόπον τινά, μια απάντηση στην πρώτη. Λίγες ανάσες ελευθερίας και ψυχολογικής, πνευματικής και σωματικής ηρεμίας είχε (και) αυτό το καλοκαίρι μου. Μια από αυτές ήταν το 3ημερο φεστιβάλ στην Ελάτεια.

Ξέφρενο γλέντι, έξαλλοι χοροί, κατανάλωση ανυπολόγιστης ποσότητας ζύθου και πολλά-πολλά γέλια με την παρέα που ήμουν. Εδώ ο -όσο περνάνε τα χρόνια πιο νέος, πιο δυναμικός και πιο λατρεμένος- Μίλτος Πασχαλίδης (ναι, κυρίως ο λαός που μαζεύτηκε πάνω στα βουνά της Βοιωτίας, αλλά καταλάβατε…).

Τέλος, θα βάλω τη Σύρα. Η δεύτερη ανάσα μου για το καλοκαίρι. Με το ρεμπέτικο λευτερώθηκε η ψυχή μου. Έτσι λοιπόν, χωρίς κανένα άλλο σχόλιο: Η Σύρα.

  • Ο Γιώργος Σοφικίτης συμμετέχει στη “Ποντικοπαγίδα”, θεατρική παράσταση της Κίρκης Καραλη, βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι, που παρουσιάζεται στο κινηματογράφο-θέατρο ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ της Θεσσαλονίκης, κάθε Παρασκευοσαββατοκύριακο.