at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Γιώργου Ματζιάρη

κείμενο | γιώργος ματζιάρης */* φωτογραφίες | βασίλης καλιακμάνης  */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

Γράφεις;

Να γράψεις…
Πάει καιρός, σκέφτομαι.
Έχει περάσει μεγάλο διάστημα από τότε που το έκανες.
Γιατί δε γράφεις πια τόσο συχνά;
Τι φοβάσαι; Φοβάσαι;
Φοβάμαι;
Ανεβάζεις παλμούς, το καταλαβαίνω. Σε νιώθω.
Τύψεις…
…κι άλλες τύψεις.
Που δεν γράφεις, που δε μιλάς, που δεν παίρνεις θέση, που δε ζεις.
Ζεις;

Προχωράς στο δρόμο και ουρλιάζεις αλλά κανείς δεν σ’ ακούει, κανείς δεν μπορεί να σ’ ακούσει. Μα τι πάθανε όλοι και δεν ακούνε, μόνο η δική τους φωνή φτάνει στ’ αυτιά τους, ο δικός τους ήχος;
Κι άλλοι παλμοί.
Ζεις και σήμερα, σκέφτεσαι. Σκέφτομαι.
Επιβίωσα άλλη μια μέρα. Ίδια; Ποιος ξέρει;
Ίσως να είναι ίδια, ίσως μπορείς να την αλλάξεις εσύ. Μπορείς;
Μπορώ;

Σα να τελειώνει ο χρόνος πια, σα να τελείωσε.
Όλοι βιαστικοί, θυμωμένοι, τρέχουν να προλάβουν.
Τα χείλη μουδιασμένα, στεγνά, δε βγαίνει η λέξη, δε βγαίνει η φράση που θέλω να πω. Αναμονή στο μετέωρο, πριν τολμήσω. Η σκέψη πιο γρήγορη απ’ τη σκέψη, ούτε μπρος, ούτε πίσω, στάσιμη στιγμή.
Ώρα ολόκληρη. Αιώνας.
Κι άλλοι παλμοί.
Γιατί δεν ανοίγουν τα χείλη; Κι όλο ιδρώνω.
Ιδρώνω.
Τι σου συμβαίνει; Τι μου συμβαίνει; Τι μας συμβαίνει;

«Καλημέρα, πως είσαι;»
Δε με κοιτάς, προσπερνάς σαν να μην υπάρχουν οι άλλοι, σαν να τελείωσαν.
Όλοι μονάχοι και μαζί και πάλι μόνοι τους. Δε θυμούνται, δε νοσταλγούν, μόνο εκτελούν.
Τι μοιράζεσαι; Μοιράζεσαι;
Σε μοιράζομαι.
Δεν παρατηρείς. Προχωράς δίπλα μου, απλά, χωρίς να βλέπεις, χωρίς να ακούς, μόνο προχωράς. Έτσι σου είπαν, προχώρα. Κι εσύ προχωράς.
Προχωράς.
Και προχωράς…
Κοιτάζεις. Με κοιτάζεις;
Σε κοιτάζω εγώ;

Δεν ξέρω τίποτα για σένα.
Ίσως έχουμε συναντηθεί σε κάποια στάση περιμένοντας το τρόλεϊ,
ίσως έχουμε βρεθεί σε κάποια κατάληψη φωνάζοντας το ίδιο σύνθημα,
ίσως απλά να σε είδα στο δρόμο και να μου άρεσε το μπουφάν σου.
Ίσως το μόνο που θυμάμαι τελικά από σένα να είναι αυτή η μικρή λεπτομέρεια.
Αυτό το μπουφάν που μου έκανε εντύπωση.
Δε μπορώ όμως να φέρω τίποτα άλλο στη μνήμη μου,
δε μπορώ να ενώσω το παζλ του προσώπου σου, τον σωματότυπό σου, το περπάτημά σου.
Δεν αφιέρωσα μια στιγμή για να σε κοιτάξω πραγματικά.
Το μόνο που έκανα είναι να συγκεντρωθώ σε μία ασήμαντη λεπτομέρεια,
ένα μπουφάν.
Σα να κινείται μόνο του μέσα στην Αθήνα, σα να ίπταται δίχως σώμα,
δίχως μάτια, ένα μικρό φτερούγισμα σε μία ζούγκλα που αναπνέει, βρυχάται και δονείται προς μία κατεύθυνση, εκείνη της απομόνωσης.

Και κάπου εκεί, αρχίζω να με κοιτάζω από ψηλά και να σκέφτομαι,
εμένα με ξέρω;
Τα κομμάτια μου τα γνωρίζω;
Τα βίαια;
Τα καλά;
Τα τρυφερά;
Ξέρω με τι βλέμμα κοιτάζω τους ανθρώπους, τα ζώα;
Μία γυναίκα τρέχει γυμνή στην Ομόνοια. Που πηγαίνει; Γιατί κανείς δεν τη ρωτάει;
Γιατί δεν ανοίγουν τα χείλη;
Κι όλο μουδιάζουν.
Κι αν όλα αυτά δεν είναι άλλο από ένα αυτιστικό παιχνίδι με τον εαυτό μου;
Κι όλο μουδιάζουν.
Μουδιάζω.

-Κύριε! Κύριε!!
Μου φωνάζει μία κυρία έξω από την τράπεζα.

-Προχωρήστε κύριέ μου, έχει έρθει η σειρά σας. Έχετε καθυστερήσει όλη την ουρά, εδώ ήρθατε να κοιμηθείτε;

-Συγγνώμη. Προχωράω.
Της απαντώ.

  • Ο Γιώργος Ματζιάρης σκηνοθέτησε το “Χρυσό Δράκο” που παρουσιάστηκε στο Σύγχρονο Θέατρο και μόλις ολοκλήρωσε τη περιοδεία του στη Κρήτη.