at a glance
Top

Στο live των GBH και Ομίχλη

Μια Νύχτα Punk Chaos

κείμενο Ι έλενα λαζόγλου  */* φωτογραφίες | έλενα λαζόγλου + γιώργος παΐπάτης */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

Η ατμόσφαιρα μυρίζει λακ και βαφή μαλλιών, ενώ από τα ηχεία τρίζει ένας παλιός punk δίσκος. Στο πάτωμα, μισοάδειες μπύρες, μπαλώματα με λογότυπα συγκροτημάτων, ξεχειλωμένες μπλούζες και μια μαύρη κολλητική ταινία. Κάποιος δοκιμάζει να κάνει άλλη μία τρύπα στη ζώνη του με έναν σουγιά, άλλος ράβει ένα ξεσκισμένο μανίκι στο αγαπημένο του τζάκετ. Οι τελευταίες προετοιμασίες πριν από το live είναι ιεροτελεστία.

Στον καθρέφτη, φίλοι βοηθούν φίλους να πετύχουν το τέλειο μαλλί . Άλλοι δοκιμάζουν καρφιά και αλυσίδες, ψάχνουν το σωστό patch ή επιδιορθώνουν τα αρβυλια τους με σύρμα και καρφίτσες. Οι κουβέντες είναι γεμάτες ενθουσιασμό:

«Λες να παίξουν το Sick Boy;»

«Το City Baby Attacked by Rats ; θα κάνει χαμό!»

«Οι Ομίχλη θα ανοίξουν, ε;»

Η πόρτα χτυπάει – κάποιος έφερε ακόμα περισσότερες μπύρες. Είναι σχεδόν ώρα. Τσεκάρουμε εισιτήρια, σφίγγουμε κορδόνια, και βγαίνουν στον δρόμο.

Και η νύχτα ξεκινάει…

Ομίχλη: Το ελληνικό punk στην πρώτη γραμμή

Και πριν το χάος των GBH, οι Ομίχλη ανεβαίνουν στη σκηνή. Οι βετεράνοι του ελληνικού street punk ξέρουν καλά πώς να ξεσηκώσουν το κοινό. Από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την τελευταία γωνιά που έχει μυρίσει punk, έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους. Στίχοι για τις αλήθειες του δρόμου, για την ανεργία, για το να μεγαλώνεις χωρίς ελπίδα αλλά με νεύρα και δύναμη.

Η πρώτη συγχορδία, και το κοινό κοπανιέται ασταμάτητα. Το Για Πόσο Ακόμα ανοίγει το set και γίνεται αμέσως κραυγή. Οι πάνκηδες χοροπηδούν, φωνάζουν, σηκώνουν τις γροθιές. Οι μπότες γλιστρούν στη μπύρα, οι στίχοι ρίχνονται στο μικρόφωνο με λύσσα.

Το set περνάει μέσα από οργισμένες μελωδίες, σκληρές κιθάρες και ασταμάτητο χτύπημα των ντραμς, μέχρι που έρχεται η τελική στιγμή. Τα φώτα τρεμοπαίζουν, και με τις πρώτες νότες από το Θεσσαλονίκη, οι πάντες ξέρουν ότι η συναυλία φτάνει στο τέλος της. Φωνές δυνατές, όλοι μαζί σαν μια γροθιά, τραγουδούν για την πόλη, για τις νύχτες, για το punk που ποτέ δεν πεθαίνει.

Και ήρθε η στιγμή που ανεβαίνουν στην σκηνή οι….

GBH: Οι Βρετανοί Θρύλοι του Hardcore Punk

Η νύχτα υπόσχεται χάος και ιδρώτα. Οι GBH δεν είναι απλώς μια μπάντα· είναι ένα από τα θεμέλια του UK hardcore punk, εκείνοι που έβαλαν τη φωτιά μαζί με τους Discharge και Exploited. Από το 1978, οι ήχοι τους είναι ωμοί, άγριοι, γεμάτοι οργή. Οι στίχοι μιλούν για τις σκοτεινές πλευρές της ζωής στις εργατικές συνοικίες, για εξέγερση, για επιβίωση στην πόλη. Το Leather, Bristles, Studs and Acne έσκασε σαν βόμβα το 1981, και από τότε τίποτα δεν ήταν ίδιο.

Όταν οι πρώτες νότες από το Race Against Time σκίζουν την ατμόσφαιρα, το pit ανοίγει σαν καταβόθρα. Οι μπότες χτυπούν στο πάτωμα, σώματα σπρώχνονται, χέρια σηκώνονται. Το Give Me Fire κάνει τις φωνές να βραχνιάζουν, τα σπρωξίματα γίνονται πιο άγρια, η μπύρα εκτοξεύεται στον αέρα.

Το live φτάνει στο υποτιθέμενο τέλος, οι GBH αποχαιρετούν το κοινό, και ο τραγουδιστής φεύγει από τη σκηνή… ή έτσι νομίζουν όλοι. Ξαφνικά, επιστρέφει, αρπάζει το μικρόφωνο και ξεκινάει το Bomber των Motörhead. Το πλήθος τρελαίνεται, οι πάντες ουρλιάζουν, το pit μετατρέπεται σε έκρηξη ενέργειας. Είναι το τέλειο κλείσιμο μιας χαοτικής, αξέχαστης νύχτας.

Και μετά;

Ο ιδρώτας στάζει ακόμα στα πρόσωπα. Τα αυτιά βουίζουν. Τα μπλουζάκια είναι σκισμένα, τα πόδια πονάνε, αλλά κανείς δεν θέλει να φύγει ακόμα. Η νύχτα είναι ακόμα ζωντανή, σαν ηλεκτρισμός στον αέρα.

Έξω, το πεζοδρόμιο γεμίζει από κόσμο που ανάβουν τσιγάρα, μιλάνε με ενθουσιασμό, γελάνε με ιστορίες από το pit. Κάποιος τραγουδάει ακόμα το ρεφρέν. Άλλοι ψάχνουν πού θα συνεχίσουν τη βραδιά.

Η πόλη τους ανήκει απόψε. Η μέρα δεν έχει ξημερώσει ακόμα, και κανείς δεν βιάζεται να γυρίσει σπίτι. Γιατί όσο υπάρχουν βραδιές σαν κι αυτή, το punk θα ζει. Και θα επιστρέφει, ξανά και ξανά, για να τα κάνει όλα από την αρχή.