at a glance
Top

Στη συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου

κείμενο | άννα μαρία χατζή */* φωτογραφίες | κωστής χατζής */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

ρε, Θανάση, τί λες τώρα....

Θανάσης Παπακωνσταντίνου, 1.10.2022, Θέατρο γης, Θεσσαλονίκη

 

“San Michele aveva un gallo bianco, rosso, verde e giallo e per addomesticarlo gli dava latte miele…”

Τα φώτα σβήνουν, το κοινό ζητωκραυγάζει και βγαίνει στη σκηνή, χαμογελαστός όπως πάντα. Δεν τον αναγνωρίζετε, γιατί έλλειπε καιρό. Τέσσερα χρόνια απουσίας, τέσσερα χρόνια χωρίς την παρουσία του Θανάση Παπακωνσταντίνου στη σκηνή. Γιατί ο Θανάσης είναι πάντα εδώ μαζί μας, στα τραπέζια μας, στα αράγματά μας, στον πρωινό καφέ και σε εκείνες τις ώρες που θέλεις να παίζει κάτι για να γεμίσει το άδειο δωμάτιο.

Ήρθε, λοιπόν, και «φέρνει από μακριά λέξεις που δεν ξεχωρίζουν, ιστορίες που ανθίζουν κάτω από τη γη». Λέξεις που -καμιά φορά- δεν αντιλαμβάνεσαι, γιατί σε συνεπαίρνει η ανάγκη για απελευθέρωση και εκτόνωση, αλλά οι λέξεις έχουν δύναμη κι αυτές του Θανάση Παπακωνσταντίνου κάνουν «τα παρτάλια τις σκέψεις μας πειρατική σημαία».  Επουλώνουν τις πιο βαθιές πληγές, τις πιο παλιές, αυτές που μαραίνονται απ’ τα γέλια μας και πίνουν απ’ τα δάκρυά μας. Μας ταξιδεύουν από την “Ανδρομέδα” ως τη “Βάλια Κάλντα”. Μας συμφιλιώνουν με το θάνατο μέσα από την πιο τρυφερή φιλία ανάμεσα σε ένα άλογο και έναν άνθρωπο. Αυτό είναι και το μεγαλείο του: οι λέξεις του, οι ιστορίες του, αυτά που δεν λέγονται κι «εκείνα που δεν λέγονται δε λιώνουν σε καμίνι, που θα τα πάρει ο διάβολος να κάνει κομποσκοίνι».

Ένα από τα πράγματα που είπε το Σάββατο- και σίγουρα δεν ακούς συχνά εκεί έξω- ήταν το «όσο πιο ευάλωτοι, τόσο πιο ελεύθεροι». Σ’ έναν κόσμο που τα «πρότυπα» πλασάρουν το χρήμα, τη βία, τη φθηνή διασκέδαση και τις εξαρτήσεις, όπου ο άνθρωπος αποξενώνεται συνεχώς από τη φύση του και εγκλωβίζεται ολοένα και περισσότερο σε υλικά, συσκευές, στερεότυπα, φόβους, δήθεν μόδες και μια απολίτιστη πολιτική. Σε μια απάνθρωπη και πρωτόγονη εποχή, η ανάγκη να ακούγονται φράσεις όπως αυτή είναι περισσότερη παρά ποτέ. Η ανάγκη για ελευθερία, για βαθιά και αληθινά αισθήματα είναι αυτό που θαυμάζω στα λόγια του Θανάση Παπακωνσταντίνου.

Οι συναυλίες του είναι μια γροθιά στην καρδιά. Σου κόβεται η ανάσα κυριολεκτικά και μεταφορικά, αλλά νιώθεις τους παλμούς σου να χτυπούν δυνατά, νιώθεις ζωντανός από τον ενθουσιασμό, τη συγκίνηση, την ατμόσφαιρα, την αγάπη, την αλληλεγγύη και το πάθος (για τη λευτεριά). Αυτή η ευλάβεια  και το σιγοτραγούδισμα στο «Αερικό» είναι συγκινητικό. Τα δάκρυα που φεύγουν στην «Ουρά του αλόγου» δεν έχουν τέλος. Ο χορός στα «Ορυχεία», οι πειρατικές σημαίες στο «Σιμούν», το παθιασμένο τραγούδι στο «Μιλώ για ‘σένα» απ’ όλες τις «άμοιρες ψυχές»,  με τα χέρια ψηλά, αγκαλιασμένοι, λουσμένοι από νερά, μπύρες και ιδρώτα, φίλοι, γονείς με παιδιά, ερωτευμένα πουλάκια, όλοι κάτω από την ίδια μουσική αγκαλιά!

Σε αυτό, βέβαια, δεν είναι μόνος του. Κάθε φορά, δημιουργεί μια παρέα από διαλεχτούς συνεργάτες. Φέτος, είχε στην παρέα του: την αγαπημένη Μελίνα Κανά, η οποία με πήγε λίγο πίσω σε παλαιότερες συναυλίες και νοστάλγησα πολύ όμορφα στη «Φεϊρουζ», τον πιο μερακλή κασιώτη Καίσαρα Κίκη που άνοιξε τη συναυλία και παίξανε αργότερα μαζί τον «Αφούση», την φοβερή παιχτούρα Κωνσταντή Πιστιόλη που μας πήγε στην Ήπειρο με τα «Ξενιτεμένα μου πουλιά», το Δημήτρη Μυστακίδη (άλλος μεγάλος μερακλής), το Γιάννη Λίταινα, το Γιώργο Αγγελάκη, το Νίκο Δομηνάκη, τον Αποστόλη Γιάγκο, τον μεγιστάνα Αλέξανδρο Κτιστάκη, το Λεωνίδα Κυρίδη και το Φοίβο Ανθή. Όλοι αυτοί μαζί, φτιάξανε για εμάς, μια μοναδική μουσική ατμόσφαιρα και μας έφεραν πιο κοντά μέσα σε μία βραδιά.

Η αγαπημένη μου στιγμή, δεν είναι άλλη από το τελευταίο κομμάτι, όπου ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου έμεινε μόνος στη σκηνή με τον τζουρά του και έπαιξε την «Παλιά πληγή» με το κοινό να κάνει απόλυτη ησυχία. Απλός, ταπεινός και ευγενής.

«Βαθιά πληγή, παλιά πληγή, πες μου τί να κοιτάξω; Να μπω σε κόσμο σκοτεινό, ή πάλι ν’ αγκαλιάσω»  

Τα φώτα ανάβουν και αυτός δεν είναι πια στη σκηνή. Μα το χαμόγελό του έχει γίνει και δικό μας. Το κοινό αποχωρεί και σιγοτραγουδάει.

 

Καλό αντάμωμα, Θανάση. Σε ευχαριστούμε!