κείμενο | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | τάσος θώμογλου
ένα ψέμα κράτα για το τέλος
Χειμώνας μπήκε. Ο “τελειωτικός” Δεκέμβρης. Last, but not least. Όλα τα χοντρά μάλλινα, βγαλμένα και παρατεταγμένα στη σειρά. Όλα στο κρύο φως. Ο μήνας που σου θυμίζει το συρτάρι με τα κασκόλ και τα γάντια.
Που και τα τελευταία “βαριά” σου “χοντρά” ρούχα, “αερίζονται” στον κρύο αγέρα, από το αντισκορικό. Ο μήνας της ενδοσκόπησης, της μοναχικότητας. Του να «μαζευτείς» στην αρχή του μήνα, για «να μη μαζεύεσαι» στο τέλος του.
Δεκέμβρης για τρακτερωτά παπούτσια, μπότες και γούνινα σκουφάκια. Μήνας που φλερτάρει με το μηδέν στο κοντέρ της θερμοκρασίας. Μήνας που σε βάζει στο μηδέν να κάνεις βόλτα και να περπατήσεις πάνω του, λες και χορεύεις τουίστ σε παιδικό πάρτυ.
Απολογισμός. Αναλογίσου, τι γίνεται, πού πάει. Πάρε ελπίδα από τις γιορτές που έρχονται. Αναθάρρεψε. Κάτι καλύτερο θα συμβεί. Ή μήπως η μεγαλύτερη “κατάθλα” της χρονιάς;
Δεκέμβρης, που βγάζεις από το πατάρι τα χριστουγεννιάτικα στολίδια. Όχι άλλες selfie με σκύλους. Να γεμίζουν κίτρινα ledακια -λαμπάκια, τζάκια και cocooning οι φωτογραφίες της ζωής σου. Της καθημερινότητάς σου. Κι η Βανδή, κοντά είκοσι χρόνια, να σου τραγουδά “καρδιά μου, από Δευτέρα σε Δευτέρα, μήνες τώρα, νύχτα μέρα, σε σκέφτομαι και πάω να τρελαθώ”…αλλά εσύ πάλι στο Φοίβο Δεληβοριά να γυρνάς, με τα ακουστικά στο αυτί και να σιγομουρμουράς «Χριστούγεννα, και δεν περιμένω τίποτα πια. Τον Άη-Βασίλη τον έλεγαν μπαμπά»….
Προσμονή γιορτής που δεν πρόκειται εύκολα να έρθει στην καρδιά.
Μόνο τα μικρά παιδιά, φωλιάζουν στην χαρά του Δεκέμβρη. Οι μεγάλοι ψάχνουν έξοδο κινδύνου και καταφύγιο. Από τα ερείπια μια ζωής γεμάτη εγωισμούς, προτεραιότητες επιβίωσης και να ΄σου ο μήνας του «μπάστα».
Δεκέμβρης για πλήρωμα της δόσης, της τελευταίας του χρόνου. Παράταση καμία. Χρόνος φεύγει. Ζωή προσπερνά.
Μήνας του σπιτιού. Της εστίας και της μυρωδάτης κουζίνας. Δεκέμβρης, μήνας της μαμάς, που με το τσελεμεντέ στο ένα χέρι και το αθροιστικό κομπιουτεράκι των ευρώ στο άλλο, θα δώσει ρεσιτάλ, με ό,τι είδε από τον Πετρετζίκη για συνταγή.
Μήνας καινούργιος μπήκε. Της αγοράς ηλεκτρονικού αεροπορικού εισιτηρίου για το τριήμερο που θα φύγεις. Πότε κάνω check in; Πότε θα χτυπήσει το κουδούνι στο σχολείο της ζωής, να πάρω τσάντα να γυρίσω στο πατρικό μου, αγνός και αθώος;
Δεκέμβρης δωδεκατιανός, που όλα τα απογεύματα τα βγάζεις στο μαγαζί. Να μπει ο πελάτης. Να πουλήσεις, την παρέα σου-προμήθεια που έχεις και σου ΄κανε παρέα πάνω από ένα δίμηνο, στον πρώτο πελάτη που δεν χάθηκε στην Black Friday και βρήκε μια cyber Thursday να σου πει τυπικός “καλημέρα”, με ύφος “ήρθα να σου αγοράσω”. Χαμογέλα, χτύπα την ταμειακή και αποχαιρέτα με γιρλάντα και αστραφτερή κορδέλα, το υλικό που σου ΄κανε παρέα.
Μήνας δίχως κάρτα αλλαγής. Θέλεις να το ζήσεις και να μην τον ξαναπεράσεις. Στο τέλος του, θα γυρίσεις σελίδα. Θα χαθείς στο νέο, το ελπιδοφόρο. Θα πιάσεις τον φακό να βρεις την προοπτική.
Μέρες γεμάτες με ένα ηλεκτρονικό τσιγάρο απέναντι σου. Αφού δεν το κατάφερες πέρυσι με το ηλεκτρονικό, μείνε στα στριφτά σου, που μειώθηκαν. Μετράς, τα τσιγάρα που λιγόστεψες και δίνεις όρκο στον εαυτό σου, να το κόψεις, τον επόμενο μήνα-πάση θυσία. Προς το παρόν, τσιγάρο έξω από το μπαρ, στο μανιτάρι δίπλα.
Δεκέμβρης σημαίνει παράταση στο πάθος και στην καύλα. Να αδειάσει το πορτοφόλι κι αν τυχόν υπάρχει κανά δείγμα 13ου να χαθεί στο άπειρο, λες και δεν υπήρξε ποτέ.
Εποχή του δάσκαλου. Χαρούμενος κάθε μέρα πάει στη δουλειά και η μικρή Μυρτώ πρέπει να μάθει το ποίημα της γιορτής. Να σκεφτεί στο γράμμα του Άη-Βασίλη, τι θα ζητήσει από το υστέρημα του τζακιού του σπιτιού της.
Μήνας του Jumbo, του πολυκαταστήματος, του χιονοδρομικού και του Λονδίνου. Οι πολλοί στο πρώτο, οι μηδαμινοί στο τελευταίο.
Επιστροφή στο χωριό. Στη ρίζα. Στον πυρήνα. Στον παππού και την γιαγιά που ακόμα βάζουν μπρος την ξυλόσομπα στην επαρχία και στην μικρή οθόνη, το αγαπημένο τους καθημερινό.
Μήνας του υπολοίπου κανονικής άδειας. Να ξεμπερδεύεις και με τα ρεπό, να ξεχαστείς στο “Τούλι για το Χριστούλη” και τον Michael Buble.
Μέρες του Νικόλα, της Άννας, του Σπύρου, του Λευτέρη, της Χριστίνας. Τηλέφωνα, sms, “ερωτικά” inbox, φιλάκια και καρδούλες-“άραγε με θυμάται ακόμα”; “Mε έκανε unfollow στο insta, μα εγώ περιμένω ένα messenger”.
Φεγγάρι βουτηγμένο θαμπό στα σύννεφα, σε άδειους δρόμους. Το γκρι που κοντράρει το στρας. Αυτό είναι Δεκέμβρης. Άδεια λωρίδα δρόμου, με οχήματα ζωής αραγμένα στην μια μεριά. Να σου υπενθυμίζουν, ότι στη ζωή πρέπει να βάζεις βενζίνη μέσα σου, εσύ, και να προχωράς.
Δεκέμβρης με πρώτη μέρα, αποδοχή στην κόκκινη κορδέλα. Αποδοχή. Ο έρωτας έχει και νάρκες. Το γυμνό μας σώμα, είναι βωμός. Ναός της αγάπης, της αγκαλιάς, του δύο που θα γίνονται- αιωνίως- ένα.
Δεκέμβρης ίσον μήνας που θα βγάλεις τον καλό σου εαυτό. Η αχίλλειος πτέρνα σου θα πατηθεί γλυκά και το νερό στο κρασί σου θα ρέει γοργά.
Εβίβα στα λάθη και τα πάθη. Το διάβασμα να πάει σύννεφο για καλή εξεταστική και τα λυσσάρια να βρεθούν, δίχως καμία απουσία στα εργαστήρια τον Δεκέμβρη.
Άνοιξα την πόρτα στο σπίτι. Χτύπησε ένας τύπος το κουδούνι και εμφανίστηκε μπροστά μου, με ένα αλεξανδρινό σε γλάστρα και δυο κουραμπιέδες σε σχήμα καρδιάς.
Τον ευχαρίστησα. Του έδωσα ένα ευρώ. Μόνο ένα, για τόσο κόπο. Δεν μπορώ παραπάνω. Και άνοιξα την κάρτα. Είχε μέσα μια ζωγραφιά, ένα στολίδι να κρεμαστεί στο χριστουγεννιάτικο δέντρο και μια σημείωση…. “τα όνειρα μας γλυκαίνουν, πασπαλίζοντας τα άχνη. Η ζωή ομορφαίνει, αν της χαμογελάς. Καλές Γιορτές”…