το αγόρι από το Σοχό
συνέντευξη | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | τάσος θώμογλου
“Ο γιος μου, ο Πάνος, είναι πλέον πέντε χρονών. Μη με ρωτάς για το αν βλέπω δικά μου “στραβά” στοιχεία σε εκείνον! Κι ο Πάνος έχει κάποιες εμμονές με την καθαριότητα και την τακτοποίηση. Ναι, καλά είναι, αλλά η μαμά του εκνευρίζεται βλέποντας πώς λειτουργούμε δύο άνθρωποι μέσα στο σπίτι. Σου λέει “τι με περιμένει με αυτά τα δύο αγόρια!”. O Νίκος Ψαρράς στο rejected…
rejected: Πώς είναι να επιστρέφεις Θεσσαλονίκη;
Ν.Ψ.:Χαρά μεγάλη! Σαν όαση μου φαίνεται. Όταν δυσκολεύομαι, μέχρι και σήμερα, παρότι είμαι 25 χρόνια εκτός Θεσσαλονίκης -έφυγα τον Ιούνιο του 1994 με το που αποφοίτησα- όπου κι αν βρίσκομαι, Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες ή Αθήνα, πάντα στις δυσκολίες τη Θεσσαλονίκη σκέφτομαι και παίρνω δύναμη. Εκεί που γεννιούνται τα όνειρά σου, είναι η δύναμή σου. Αυτό είναι για μένα η Θεσσαλονίκη, όσο ρομαντικό ή μελό κι αν ακούγεται. Κάθε φορά που ανεβαίνω πάνω, θυμάμαι τη νιότη μου, τις αγωνίες μου, τις ανασφάλειές μου, που πέρναγα έξω από το Κ.Θ.Β.Ε. το κοίταγα κι έλεγα “Θεέ μου, θα αξιωθώ ποτέ να παίξω μέσα;”. Όλα αυτά γυρνάνε, μοιραία, στο κεφάλι μου. Δεν γίνεται να μην το σκεφτείς. Το “Himmelweg” είναι μια χειροποίητη παράσταση που έφτιαξα μαζί με τη γυναίκα μου και δουλέψαμε γι αυτήν έναν ολόκληρο χρόνο. Γι’ αυτές τις τρεις παραστάσεις στο Φεστιβάλ Αθηνών, πέρυσι, όπου οι τρεις έγιναν έξι. Οι έξι είχαν συνέχεια στο θέατρο “Τζένη Καρέζη” τα Δευτερότριτα, για όλο τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Και τώρα ερχόμαστε Θεσσαλονίκη για έξι παραστάσεις. Είναι μια ιστορία που αφορά όλους τους Θεσσαλονικείς, όχι μόνο την εβραϊκή κοινότητα. Το 1/3 της Θεσσαλονίκης είναι εβραίοι. Είναι καλό τα σύγχρονα μάτια της πόλης να δουν τι σήμαινε ολοκαύτωμα, εξαπάτηση, εξαθλίωση κι αφανισμός.
rejected: Τι σε δυσκόλεψε περισσότερο στην παράσταση;
Ν.Ψ.:Από γραφής είναι δύσκολο κείμενο, με μεγάλους μονολόγους, παίζει συνέχεια με το τώρα και το τότε, κάνει συνέχεια χάσματα χρόνου. Υπάρχουν flash back. Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι ότι έχουμε τους Ναζί στο κεφάλι μας, ως διοικητές-θηρία που σκοτώνανε, η πραγματικότητα είναι άλλη. Επρόκειτο για σπουδαγμένα άτομα με φοβερές ευαισθησίες, με αγάπη για το θέατρο, την Τέχνη, τον Σούμπερτ και ταυτοχρόνως ήταν φονιάδες. Όταν καλείσαι ως ηθοποιός να παίξεις έναν αρνητικό χαρακτήρα, είτε αυτός λέγεται “Κλαύδιος” στον “Άμλετ”, είτε διοικητής ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης, οφείλεις να βρεις τα θετικά του στοιχεία για να τον υποστηρίξεις. Οι φονιάδες στο κεφάλι τους τα έχουν όλα δικαιολογημένα. Ένας φονιάς ξέρει γιατί έχει κάνει την πράξη του. Μπορεί να παλεύει με τις ερινύες του, αλλά όλα είναι ξεκάθαρα στο μυαλό του. Είχα μια τάση να τον παίξω “κακό” κι ήταν η μόνη μας διαφωνία με τη γυναίκα μου, ότι αυτός είναι πιο επικίνδυνος, όταν είναι απαλός, ευσυγκίνητος και “ήσυχος”.
Δεν μπορεί ένα έμπειρο μάτι από κάτω να το έχεις και εσύ να μη "διαβάσεις", ότι δεν μπορείς να δεις.
rejected: Είχες πάει μικρός στο ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ του Σπύρου Ευαγγελάτου;
Ν.Ψ.: Ε, βέβαια! Νομίζω είχα δει “Μαρία Στιούαρτ” κι ένα νεοελληνικό έργο- τον “Άμλετ” δεν το είχα δει, Γιώργο, ήμουν πρωτοετής στη Δραματική του Κ.Θ.Β.Ε., το 1991. Είναι από κατασκευής φτιαγμένο στην Πλάκα για θέατρο. Δεν ήταν ένα σπίτι ή αποθήκη που μετατράπηκε από τον Ευαγγελάτο σε θέατρο. Δεν υπάρχει θέατρο με 25 μέτρα μήκος σκηνή πουθενά στην Ευρώπη. Όταν μπήκαμε τον περασμένο Αύγουστο στο θέατρο ήταν ένα ερείπιο. Υπήρχαν μόνο οι θέσεις και η σκηνή. Δεν υπήρχε ούτε ένα καλώδιο, ούτε μία πρίζα. Δεν υπήρχε ρεύμα και νερό. Μέρα με τη μέρα, γίνονταν εργασίες μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου που ξεκινήσαμε τον “Άμλετ” και ξαναέγινε το θέατρο που ξέρουμε. Είναι ένας χώρος με απίστευτη ενέργεια. Χθες, την ώρα της παράστασης καθόμασταν με την Άννα Μάσχα στα παρασκήνια και πιάνω το ξύλινο ημικύκλιο που υπάρχει στο βάθος της σκηνής και της λέω “αυτό το κομμάτι ξύλου, αλήθεια, πόσες φορές ο Σπύρος και η Λήδα Τασοπούλου το άγγιξαν;”…Η Άννα χαμογέλαγε, όπως την ξέρουμε και μου λέει σιγανά “είδες;”. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου στήριξε την παράσταση του “Άμλετ” στην τέχνη του θεάτρου και του θανάτου. Πώς οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν. Είναι και αυτή η αναρώτηση του “Άμλετ”….πώς πρέπει να ζεις, τι είναι ο θάνατος, ποιος καλείται έναν κόσμο που γέρνει να τον στερεώσει…αν έχει τη δύναμη να το κάνει. Μα κυρίως το εφήμερο του πράγματος. Η δουλειά του ηθοποιού, δυστυχώς, είναι εφήμερη. Παιδεύεσαι, αγωνίζεσαι, θυμώνεις, ερωτεύεσαι τους ρόλους, τους μισείς, τους ξαναλαχταράς και μια ωραία βραδιά βγάζεις το κοστουμάκι σου, το κρεμάς και λες “goodbye”, πηγαίνοντας γι άλλα.
rejected: Συμφιλιώθηκες με την απόρριψη που έχει το επάγγελμα του ηθοποιού, στο “μας κάνεις ή δεν μας κάνεις” για τον εκάστοτε ρόλο, κάθε φορά, όπως και η κριτική του καθένα για σένα;
Ν.Ψ..: Ξεκινάμε από τα βασικά…δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους. Είναι μια δουλειά που εκτίθεσαι. Όταν εκτίθεσαι, καθένας θα πει την άποψη του. Είναι το πόσο σε αφορά η άποψη του καθενός. Με το πέρασμα του χρόνου, δεν με αφορά. Για μένα είναι επάγγελμα. Σαφέστατα, μου αρέσει να αρέσω, αλλά δεν είναι το πρώτο ζητούμενο όπως ήταν τα πρώτα χρόνια της διαδρομής. Όταν ξεκίνησα, ως άγνωστος, δεν είχα αγωνία να αρέσω στο κόσμο-εύκολα αρέσεις στο κόσμο…οι απλοί θεατές είναι καλοπροαίρετοι. Χαίρονται να δούνε ένα παιδί με ορμή και ταλέντο, αν είναι και εμφανίσιμο, όλα καλά πάνε. Το δύσκολο ήταν να σε αποδεχτούν οι συνάδελφοι, οι σκηνοθέτες, το συνάφι. Γιατί αυτοί είναι οι πιο καχύποπτοι, οι πιο απαιτητικοί και στην τελική, θα σου δώσουν την επόμενη δουλειά σου. Τώρα πια έχω άλλες αγωνίες…όχι τι θα παίξω, αλλά με ποιους θα παίξω. Αν η επιλογή που έχεις κάνει από τις 4-5 προτάσεις που είχες, είναι η σωστή. Πάντα υπάρχει ένα ρίσκο. Είναι σωστή επιλογή αυτή η παράσταση που θα φεύγεις κάθε απόγευμα από το σπίτι σου, να πας να την παίξεις; Και με ποιους θα συναντηθείς επάνω στη σκηνή να διηγηθείς αυτή την ιστορία. Τέτοιους είδους αγωνίες έχω. Απόρριψη; Κι εγώ απορρίπτω πράγματα, που παίρνουν άλλοι συνάδελφοι και με ευχαριστούν για το “δώρο” που πήραν. Φέτος, έχασα δύο σήριαλ που σκίζουν. Μου είχαν προτείνει να είμαι στις “Άγριες Μέλισσες” και στο “Κόκκινο Ποτάμι”. Δεν μπορούσα, γιατί ο “Άμλετ” είχε κλειστεί εδώ και δύο χρόνια. Οπότε, ήξερα ότι, από 20 Αυγούστου μέχρι 10 Δεκεμβρίου, θα έχω κάθε μέρα πρόβα κι αναλόγως τις ώρες…προέκυψε και η θέση της Κατερίνας στο Φεστιβάλ Αθηνών που της έφερε τούμπα όλο το πρόγραμμα γι αυτή την απαιτητική της θέση κι εμείς έπρεπε να είμαστε διαθέσιμοι. Στη θέση μου, λοιπόν, στα σήριαλ, είναι κάποιοι άλλοι συνάδελφοι κι όλα μια χαρά. Πάντως, ο κόσμος δεν σε απορρίπτει εύκολα. Επίσης, η κριτική όταν γίνεται, εξαρτάται από ποιον γίνεται. Υπάρχουν κάποιες κριτικές που δεν τις διαβάζεις καν! Δεν σε αφορούν. Υπάρχουν άλλες που λες “κάτσε τώρα, γιατί το λέει αυτό…μήπως έχει δίκιο;”. Και σε πληροφορώ, είμαι από τους χαϊδεμένους ηθοποιούς, συνήθως μου γράφουν πολύ καλά και μεγάλα λόγια. Δυστυχώς, τα καλά λόγια τα ξεχνάς αμέσως, με το που θα τελειώσεις το διάβασμα. Αλλά μια κριτική με λόγο και προβληματισμό από πίσω, εγώ συμφωνώ και την ψάχνω…κι ας με στολίσεις. Δεν μπορεί ένα έμπειρο μάτι από κάτω να το έχεις και εσύ να μη “διαβάσεις”, ότι δεν μπορείς να δεις. Κάθε ρόλος είναι μια “συνάντηση”. Κάποιες συναντήσεις θα είναι ευχάριστες κι άλλες όχι.
Εκεί που γεννιούνται τα όνειρα σου, είναι η δύναμή σου.
rejected: Το καλοκαίρι θα είσαι στο Εθνικό Θέατρο…
Ν.Ψ.: Ναι. Θα είμαι στη “Λυσιστράτη” με τη Βίκυ Σταυροπούλου, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου. Αμέσως μετά το Πάσχα, ξεκινάμε πρόβες.
rejected: Στο Σοχό θα πας;
Ν.Ψ.: Εννοείται! Κι ο Σοχός θα έρθει στο θέατρο.
rejected: Το μεγαλύτερο άγχος το έχεις όταν έρχονται οι γονείς σου στο θέατρο.
Ν.Ψ.: Γιατί το πιστεύεις αυτό;
rejected: Ήμουν, Νικόλα, πριν πολλά χρόνια στο “Παίζουν το τραγούδι μας” στο θέατρο ΕΓΝΑΤΙΑ, που έκανες με τη Πέγκυ Τρικαλιώτη και μετά στα καμαρίνια μου γνώρισες τους γονείς σου και έλαμπες και εκείνοι ήταν τόσο περήφανοι για σένα και μου έλεγες για την αγωνία εκείνης της βραδιάς…
Ν.Ψ.: Πού τα θυμάσαι, ρε θηρίο; Οι γονείς μου θα έρθουν το πρώτο βράδυ. Ο βασικότερος λόγος που ήθελα να ανέβει Θεσσαλονίκη αυτή η παράσταση, είναι οι γονείς μου. Πια είναι μεγάλοι και είναι δύσκολο να κατέβουν Αθήνα. Ακόμη και από το Σοχό να έρθουν στο κέντρο της πόλης είναι λίγο “βουνό”. Θα το κάνουν, το έχω κανονίσει και ξέρεις Γιώργο…έχω να τους δω από τον Ιούνιο, φίλε!
rejected: Σε ποια αυταπάτη πίστεψες;
Ν.Ψ..: Πίστεψα στην ίδια τη ζωή. Η ζωή είναι μια αυταπάτη, μια ψευδαίσθηση, μια στιγμή μέσα στον αστρικό χρόνο είμαστε…ένα τίποτα, μια ανάσα. Το θέμα είναι αυτή την ανάσα πως την εξελίσσουμε, πως τη χρησιμοποιούμε και την κάνουμε να είναι όμορφη!
- η φωτογράφηση του Νίκου Ψαρρά από τον Τάσο Θώμογλου πραγματοποιήθηκε στα παρασκήνια της “Ορέστειας” στο θέατρο Δάσους Θεσσαλονίκης, πριν τρία χρόνια.
Related posts:
Τρεις μέρες, Μία Εποχή
Θεσσαλονίκη μου
έχεις τρεις επιλογές
...πού με φτάσανε οι έρωτες
...πού με φτάσανε οι έρωτες
Τρεις μέρες, Μία Εποχή