at a glance
Top

Λένα Πετροπούλου

ψυχ-ανάγνωση: sex Λενο-lution

συνέντευξη | νίκη ζερβού */* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης + κωστής χατζής */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου

Λένα Πετροπούλου. Ένα όνομα, μια ιστορία. Το πρόσωπο πίσω από την ομάδα θεάτρου «NoVan». Η γυναίκα που επέλεξε να πάει κόντρα, σε όσα θεωρεί δεδομένα ο καλλιτεχνικός και ο λογικός κόσμος και να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Υπέροχη δασκάλα, πολύ ταλαντούχα συγγραφέας και χαρισματική σκηνοθέτης. Επειδή, δεν της αρέσει, όμως να ακούει καλά πράγματα γι’ αυτήν, ας μιλήσει η συνέντευξή της, την οποία έδωσε με αφορμή την καινούρια παράσταση των NoVan, «Ονειρεύτηκα την Ευτυχία και μου είπε:» και ξεκινάει 1η Απριλίου, στην «Μικρή Σκηνή»

Rejected: Πού μεγάλωσες;

Λ.Π.: Γεννήθηκα στην Δράμα και μεγάλωσα με δύο γιαγιάδες που ζούσαν σε δύο χωριά έξω απ’ την Δράμα: την Χαριτωμένη και τον Νεροφράχτη. Ο Νεροφράχτης είναι ένα χωριό στην μέση του βάλτου, στο οποίο ο Τόλης Βοσκόπουλος γύρισε την ταινία «Αδέλφια μου αλήτες, πουλιά» και πήγαινε να δει τα γυρίσματα όλο το χωριό. Η γιαγιά η Μαρίκα ζει ακόμη και είναι το top άτομο. Αυτή με μεγάλωσε. Οι γονείς μου παντρεύτηκαν πολύ μικροί. Η μητέρα μου ήταν 19 και ο πατέρας μου 20. Ήταν η γενιά των ανθρώπων που έζησαν στην Γερμανία και γύρισαν πίσω. Και μετά από έναν χρόνο, γεννήθηκα εγώ και μεγάλωσα με την γιαγιά μου, στης οποίας την αυλή έπαιξα το πρώτη θέατρο της ζωής μου. Πήγαινα στον φράχτη ντυμένη και χαιρετούσα τους περαστικούς.

Οι γονείς μου ήταν λιγάκι “βιδωμένοι”. Σκέψου, τη μάνα μου, μια 20χρονη να έχει μόλις φύγει από την πατρική εστία για να ζήσει ελεύθερη το γιόλο της στην Ελλάδα, ξαφνικά να μένει έγκυος. Ούτε για αστείο. Ήρθα πρώτη εγώ, αμέσως τον επόμενο χρόνο ήρθε ο αδελφός μου και ήρθε και τα ‘φτυσε η μαμά.

Oι γιαγιάδες ακόμη δεν είχαν επιστρέψει στην Ελλάδα και νομίζω τα πρώτα χρόνια μέχρι να καταλάβει τι σημαίνει να μεγαλώνεις παιδιά, είχε πάθει ένα πολιτισμικό σοκ. Ήθελε να γίνονται τα πράγματα, όπως νόμιζε ότι πρέπει να γίνονται. Ήταν λίγο αυστηρούλα. Αυτό τότε περιελάμβανε να φας και καμιά σφαλιάρα, καμιά παντοφλιά στον κώλο ή να σου ανοίγει τα ημερολόγια και να σου διορθώνει τα ορθογραφικά. Έγραφα στο ημερολόγιο μου, το οποίο είχε κλειδαριά, τι έκανα στην μέρα μου και η μητέρα μου κάπως το διέρρηξε και την επόμενη μέρα έβρισκα υπογραμμισμένα με κόκκινο στυλό τα ορθογραφικά μου. Μετά την εκδικήθηκα. Μάθαινα Αγγλικά και τα έγραφα στα Αγγλικά!

Ο Θεός μας έχει γίνει η ατομική ελευθερία και η συλλογικότητα όσο πηγαίνει και θολώνει. Εμένα, μπορεί να με τρελάνει αυτό.

Rejected: Τί έχει αλλάξει στα παιδιά του σήμερα;

Λ.Π.: Θυμάμαι την παιδική μου ηλικία…Γειτονιά, μπάλα, μήλα… το σχολείο ήταν δίπλα και πηγαίναμε μόνοι μας. Ήταν τέλεια. Τα παιδιά που βλέπω τώρα δεν έχουν αυτήν την πολυτέλεια. Είναι πολύ πίκρα για τα παιδιά στην Θεσσαλονίκη. Δεν βλέπω να βγαίνουν να παίζουν στον δρόμο. Μόνο τα εφηβάκια πιάνουν τα παγκάκια και κάνουν τα δικά τους τα χαιπιλίκια. Και στις γειτονιές που κατεβαίνουν με μια μπαλίτσα, τρέχουν από πίσω οι γονείς τους φρικαρισμένοι. Δεν μένουν καθόλου μόνα τους.

Έχει αλλάξει και ο τρόπος που μεγαλώνουν τα παιδιά, για κάποιο λόγο πρέπει να είμαστε συνέχεια από πάνω τους. Οι γονείς θέλουν να δώσουν ό,τι καλύτερο στα παιδιά τους, δε θέλουν την παλιά ανατροφή με το ξύλο και τον φόβο, υπάρχει πάρα πολύ συζήτηση ανάμεσα τους. Νιώθω, όμως, πως στερείται της ελευθερίας του το παιδί έτσι. Άστο να πάει να πέσει. Η παιδικότητα δεν έρχεται ξανά. Μου φαίνεται, πως δεν παίζουν αρκετά τα παιδιά πλέον. Είναι πιο έξυπνη αυτή η γενιά, αλλά ταυτόχρονα είναι και εξυπνάκηδες. Το βλέπουμε στις παιδικές παραστάσεις που χρειάζεται συμμετοχή και καλούνται τα παιδιά να μιλήσουν. Φαίνεται πως έχουν ρουφήξει τόσο πολύ την προσωπικότητα των γονιών τους και είναι παντογνώστες και καταλαβαίνουμε πως είναι η κατάσταση στο σπίτι τους. Σαν να μην είναι αθώα πλέον τα παιδιά.

Rejected: Πότε ήρθες στην Θεσσαλονίκη;

Λ.Π.: Ήρθα εδώ στα 19 μου και πήγα σε μια ιδιωτική αγγλική σχολή, γιατί δεν πέρασα την πρώτη χρονιά στις πανελλαδικές και ετοιμαζόμουν να φύγω στην Αγγλία. Ταυτόχρονα, προετοιμαζόμουν να ξαναδώσω εξετάσεις. Πέρασα στην Νομική και έμεινα εδώ να σπουδάσω. Η επιλογή της πόλης δεν ήταν τυχαία, βέβαια, γιατί είχα γκόμενο εδώ, με τον οποίον παντρευτήκαμε και μετά χωρίσαμε. Πήγε καλά. Πολλά χρόνια. Τα είχαμε απ΄τα 14. Ήταν πολύ μεγάλος έρωτας. Έτσι πάνε, όμως αυτά. Μεγάλοι έρωτες, μεγάλες πτώσεις και πάμε πάλι απ’ την αρχή. Την Νομική την τελείωσα. Την ημέρα που πήγα να δώσω προφορικά στο δικαστήριο για να πάρω την άδεια άσκησης, είχα πρεμιέρα στην πρώτη παράσταση της ζωής μου, στο  στούντιο «Κοιτώνες» με τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη. Δεν πήγα στην πρεμιέρα, γιατί δεν πρόλαβα. Έπαιξα στην δεύτερη παράσταση. Στην επαγγελματική μου, καλλιτεχνική ζωή, δεν έκανα πρεμιέρα. Έκανα δεύτερη παράσταση. Λες να με έχει καθορίσει αυτό;

Rejected: Πότε αποφάσισες να ασχοληθείς με το θέατρο;

Λ.Π.: Παράλληλα με την Νομική, πήγαινα στο εργαστήρι του θεάτρου Αμαλία: Ναζίρης, Σταμούλη, Ζιβανός, Οικονόμου…Τέσσερα χρόνια παράλληλων σπουδών. Οι γονείς μου δεν ήξεραν τίποτα. Ίσως να το ανέφερα πως πηγαίνω θέατρο, αλλά δεν πίστευα πως τους ενδιαφέρει. Ο κόλαφος συνέβη όταν μου έκαναν ένα μεγάλο τραπέζι, επειδή πήρα την άδεια ασκήσεως της Νομικής. Μου ανακοίνωσε ο πατέρας μου πως βρήκε ένα ωραίο μεγάλο γραφείο να μου νοικιάσουν και του είπα πως δε θα γυρίσω πίσω και πως θα γίνω ηθοποιός. Νομίζω εκείνη την στιγμή άσπρισαν οι κρόταφοί του. Φρικάρανε. Τώρα όσο αφορά την Νομική, είχες δυνατότητα μια φορά στα πέντε χρόνια να πάρεις αναστολή κι εγώ όταν ήταν να την ανασύρω, απλά ξέχασα να πάω. Ήδη είχα πολλή δουλειά στο θέατρο.

Rejected: Γιατί θέατρο;

Λ.Π.: Δεν έχω ιδέα. Νομίζω πως μου άρεσαν από παιδάκι οι ιστορίες. Το να παίζεις κάτι και να κάνεις έναν χαρακτήρα. Αυτό το κατάλαβα αργότερα, όμως. Εκείνη την περίοδο που το αποφάσισα, πήγε απλά μια φίλη μου να δώσει εξετάσεις για να μπει στο εργαστήρι της Πειραματικής και είπα να πάω κι εγώ. Εγώ πέρασα, αυτή δεν πέρασε. Έτσι έδεσε το γλυκό. Από μικρή συμμετείχα σε όλες τις παραστάσεις του σχολείου και στις γιορτές, όλο και κάτι έπαιζα, έλεγα ή τραγούδαγα. Στη γειτονιά στήναμε ολόκληρες performances για την άνοιξη και μοιράζαμε λουλούδια στους περαστικούς. Είχαμε και δράσεις, όχι αστεία! Το αγαπημένο μας θεατρικό δρόμου ήταν οι ThunderCats! Εγώ έκανα το πνεύμα της Thundera. Κρυβόμουν πίσω από αυτοκίνητα και εμφανιζόμουν ξαφνικά. Τα παιδάκια ψάρωναν κι εγώ πίστευα πως είμαι στ’ αλήθεια το πνεύμα της Thundera. Ένας σοφός παππούς, δηλαδή. Μου αρέσουν πολύ οι ιστορίες. Νομίζω πως οι ιστορίες θα σώσουν τον κόσμο.

Rejected: Πώς ήταν τα πρώτα χρόνια στο θέατρο ;

Λ.Π.: Δεν ήμουν ακριβώς κανονική ηθοποιός τα πρώτα χρόνια. Όταν έκανα δέκα παραστάσεις τον χρόνο, δεν μπορούσα να ζήσω απ’ αυτό και να λέω πως είμαι ηθοποιός. Αργότερα άρχισαν να έρχονται δουλειές κι εγώ ένιωθα πάρα πολύ τυχερή γιατί μπορούσα να παίζω και ψωνίστηκα. Έφαγα μετά δύο άκυρα σε οντισιόν και ξε-ψωνίστηκα. Η επόμενη οντισιόν για μία παιδική παράσταση ήταν επιτυχημένη. Ξεκίνησα μια συνεργασία 5-6 χρόνια με την Κάρμεν Ρουγκέρη στο θέατρο «Εγνατία» και μπορούσα να με λέω ηθοποιό. Είχα ένσημα, μισθό και πρόταση για την επόμενη χρονιά Ήταν πολύ ωραία περίοδος. Φυσικά, κάποτε αυτό τελειώνει, γιατί έτσι είναι αυτή η δουλειά και από τα νεύρα μου που έπρεπε να ψάχνω πάντα κάτι να κάνω, αποφάσισα να κάνω κάτι δικό μου.  Κάναμε μια συνεργασία με τον Δημήτρη Σακατζή που είχε την «Ούγκα Κλάρα» τότε και έκανα βοηθό παραγωγής, φώτα, έπαιζα, μετά έκανα βοηθό σκηνοθέτη, δίδαξα, μετά ξανά-παιξα, η «Ούγκα Κλάρα» έκλεισε και μετά έγιναν οι NoVan.

Rejected: Τί σημαίνει NoVAN;

Λ.Π.: Ότι δεν έχουμε Van (γέλια). Το σκεπτικό πίσω απ’ το όνομα, είναι πως χωράνε όλες μας οι παραστάσεις σε ένα Van. Δεν έχουμε Van, όμως και πάμε με αμάξια! Δεν είναι και τόσο εύκολο να αγοράσεις ένα Van! Εγώ δεν οδηγώ κιόλας…Σκοπός της ομάδας είναι να λέει όμορφες ιστορίες και να εξερευνά τον τρόπο μετάδοσης των ιστοριών στο κοινό. Θέλουμε όταν δει κάποιος τις ιστορίες μας, να εμπνευστεί όπως εμπνευστήκαμε, όταν τις διαβάσαμε εμείς. Η ομάδα, επίσης, έχει στο κέντρο της τον ηθοποιό. Ο τρόπος που στήνω τις παραστάσεις αφορά τον ηθοποιό. Δεν είχα ποτέ σπετσάτα και σκηνικά, μόνο σκηνικά αντικείμενα και κοστούμια. Δεν ονειρεύτηκα να κατεβαίνουν οι κουρτίνες στο Βασιλικό Θέατρο και σταγκόνια. Είμαι πολύ απλή και παραδοσιακούλα. Αν βρεθούν, βέβαια, ποτέ, τέτοιες εγκαταστάσεις, για να κατεβαίνουν πράγματα, κάτι θα τις κάνουμε.

Rejected: Τί εργαστήρια έχετε;

Λ.Π.: Έχουμε μόνο ενηλίκων. Προσπαθήσαμε με το «σκοινί κορδόνι» να κάνουμε και παιδικά εργαστήρια, αλλά δεν προχώρησε. Δεν διδάσκω πλέον σε παιδιά. Πιστεύω πως χρειάζεται τρελό απόθεμα ενέργειας. Και επειδή είμαι και λίγο αθυρόστομη, μου φεύγουν πράγματα. Τώρα έχω τους εφήβους στο «Καλαμαρί». Τα καημένα τα ζωντανά, τι ακούν ώρες-ώρες.  Οι ενήλικες προκύψανε μετά από το κλείσιμο της «Ούγκα Κλάρα», μετά την οποία μείναμε όλοι λίγο μετέωροι. Έτσι, είπαμε να βρούμε έναν χώρο να κάνουμε εργαστήρια και πρόβες και να παρουσιάζουμε την δουλειά μας. Αυτό με τον καιρό μεγάλωσε πολύ. Τα 7 άτομα έγιναν 12 και μετά έγινε κι άλλο τμήμα κι άλλο, κι άλλο…Όλα, όμως, αφορούν ενήλικες. Για να μπορώ να βρίζω. Πρέπει να μπορώ να μιλάω ελεύθερα. Εκτός απ’ αυτό, βασικός σκοπός των εργαστηρίων είναι να έρθουν, άνθρωποι που θέλουν να ασχοληθούν ερασιτεχνικά με το θέατρο, σε επαφή με την θεατρική πράξη, με τον εαυτό τους, να αναμετρηθούν με το μπόι τους και να γίνουν ομάδα. Να μάθουν να συνεργάζονται. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Τους το λέω απ’ την πρώτη μέρα που έρχονται. Δεν με νοιάζει να γίνουν φίλοι, που εν τέλει επειδή αποκτούν κοινές εμπειρίες γίνονται και φίλοι μεταξύ τους, με νοιάζει να καταπιούν τον εγωισμό τους και να δουλέψουν ισότιμα. Δεν την βγάζει κανείς, με ντιβιλίκια και γλειψίματα στην ομάδα. Έχουν φύγει άνθρωποι, γι αυτόν τον λόγο.

Rejected: Ποιά ήταν η πρώτη σας παράσταση;

Λ.Π.: Η πρώτη παράσταση που κάναμε ήταν γύρω στο 2010 ένα έργο που έγραψα, το «Dirty fairy and the tales». Μια αλκοολική νεράιδα, η οποία έρχεται να ξεράσει από τον κόσμο των παραμυθιών ότι οι ήρωες τα έχουν κάνει σκατά. Η ωραία κοιμωμένη ξεπουλιέται στους δρόμους για να βγάλει φράγκα, ο πρίγκιπας την εκπορνεύει, οι εφτά νάνοι είναι dealers ναρκωτικών, η Ποκαχόντας είναι μυστική πράκτορας και έρχεται και τους συλλαμβάνει…τέτοια αφασία. Ξεκινήσαμε να παίζουμε σε μπαρ. Έτσι ενώθηκαν οι δύο μου αγάπες: μπαρ και θέατρο. Ήταν και η πρώτη παράσταση που φιλοξενούσε το μπαρ, οπότε μας έστησαν φώτα, εξέδρα…και γινόταν πατείς με πατώ σε. Στεκόντουσαν μέχρι και έξω απ’ την τζαμαρία και έβλεπαν την βλακεία που μας δέρνει. Μετά, ήρθε το «Ρεμπέτικο», έπαιζε 7 χρόνια και μου το ζητάνε ακόμη. Το μόνο που δεν ευχαριστήθηκα με αυτήν την παράσταση (το Ρεμπέτικο) είναι πως δεν πήγαμε Γερμανία, Αμερική, Αυστραλία….Δεν καταφέραμε να «το κουνήσουμε». Μας παίρνει η καθημερινότητα μερικές φορές και δεν προσπαθούμε όσο θα έπρεπε.

Rejected: Πόσα θεατρικά έχεις γράψει; Και γιατί γράφεις θεατρικά κείμενα;

Λ.Π.: Α, καλά…Δεν ξέρω. Νομίζω είναι 7-8 παιδικά και 13-14 από τ’ άλλα. Το πρώτο που έγραψα ήταν μια άλλη μεγάλη βλακεία-πολύ μ’ αρέσουν οι βλακείες- που λεγόταν «Μπαρ Ναυάγιο» για τα παιδιά του εργαστηρίου της «Ούγκα Κλάρα». Όπως και η ομάδα που είναι της επινόησης, έτσι και στο γράψιμο μου, η επινόηση μπορεί να έρθει από ανθρώπους. Βλέπω έναν άνθρωπο και λέω «έτσι ωραίος που είναι αυτός, δεν του γράφω έναν μονόλογο;» Μετά θα προστεθεί και ένας διπλανός και θα στηθεί ένας διάλογος. Αν πρόκειται για παράσταση εργαστηρίου, πάντα στήνω τους χαρακτήρες με βάση του ηθοποιούς. Τώρα, ας πούμε για την παράσταση που ετοιμάζουμε «Ονειρεύτηκα την ευτυχία και μου είπε:», μάζεψα ό,τι χαρτάκι είχα γραμμένο και πεταμένο μέσα στον ενάμιση χρόνο της καραντίνας και σκέφτηκα πως εκείνες οι δύο φράσεις και οι άλλες τρεις φράσεις, κάπως κολλάνε μαζί. Και έτσι έγινε το έργο. Αυτά τα χαρτάκια είναι ένα χαρτί από τετράδιο, μια χαρτοπετσέτα, ένα χαρτάκι και κάπου είναι όλα μαζί πεταμένα, όμως ξέρω που είναι. Για παράδειγμα, μπορεί να έγραφα «Γύρισα στο σπίτι μου και ο άντρας μου δεν ήτανε ο άντρας μου» ή «συνάντησα στον δρόμο ένα σκύλο και κοιταχτήκαμε στα μάτια και εγώ ήμουν αυτός». Τέτοιες παράνοιες. Κάπως έτσι ξεκίνησα.

Δεν έχεις άλλου είδους επανάσταση, πέρα απ’ το να ζήσεις. Μόνο έτσι. Βγείτε, πιείτε, πηδηχτείτε, κάντε πράγματα.

Rejected: Υπάρχει η έννοια της συλλογικότητας στον κόσμο του σήμερα;

Λ.Π.: Ο Θεός μας έχει γίνει η ατομική ελευθερία και η συλλογικότητα όσο πηγαίνει και θολώνει. Εμένα, μπορεί να με τρελάνει αυτό. Βλέπεις τους ανθρώπους, ανεξάρτητα απ’ το βιοτικό τους επίπεδο και το υπόβαθρό τους, πως βρίσκουν μέσω της ομάδας, ένα «νησί» και πατάνε πάνω και χοροπηδάνε απ’ την χαρά τους γιατί είναι μαζί με άλλους. Είναι σαν μια συνωμοσία η ομάδα. Είναι ωραία συνωμοσία. Το χρειάζεται ο κόσμος. Λόγω covid, η έλλειψη συλλογικότητας διογκώθηκε πολύ, αλλά σκέψου πως από ‘δω και πέρα μόνιμα θα έχουμε covid στις ζωές μας και δεν εννοώ την ασθένεια. Ήδη, ο υπολογιστής είναι το δεξί χέρι και το άπλωμά μας με τον κόσμο και δε θα τελειώσει αυτό. Το να βγεις έξω, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο. Θαυμάζω τα παιδιά που βγαίνουν έξω. Κι εγώ, πλέον, βγαίνω σπάνια. Στο πάρτι που κάναμε για την παράστασή μας πήγα και κοπανιόμουν. Ένιωθα πως θα ρίξω την ταράτσα. Τώρα τελευταία σα να «έκλεισα». Όταν είδα τόσο κόσμο στην αρχή, φοβήθηκα να μην κολλήσουμε όλοι covid. Έχω μια δεύτερη σκέψη όλη την ώρα.

Rejected: Και ποιά είναι η λύση;

Λ.Π.: Αντίσταση θέλει, αυτό το χαζό πράγμα, που λέει στο κεφάλι σου «μη βγεις, μην κουνηθείς». Θέλει να κάνεις. Να πηγαίνεις κόντρα. Βλέπουμε όλα αυτά που γίνονται με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σκεφτόμουν πως ντρέπομαι να ποστάρω πως κάνουμε πάρτι. Ντρέπομαι να μοιραστώ κάτι ευχάριστο ή χαζό. Θα νιώσω τύψεις αν το κάνω, ενώ πεθαίνουν άνθρωποι. Μετά, όμως, σκέφτηκα πως δε γίνεται να μη ζεις. Δεν έχεις άλλου είδους επανάσταση, πέρα απ’ το να ζήσεις. Μόνο έτσι. Βγείτε, πιείτε, πηδηχτείτε, κάντε πράγματα. Και προσπαθώ να μου το θυμίζω. Αλλιώς…με ρούφηξε ο καναπεδάκος, γιατί περνάω και ωραία με την μοναξιά μου. Αλλά, εν τέλει, περνάω πιο ωραία με άλλους.

Rejected: Δεν μένεις μόνη, όμως;

Λ.Π.: Όχι, μένω με τον φίλο μου. Τον Βέλγο ερωτικό μετανάστη. Τον γνώρισα στο Brighton, όπου είχα πάει βόλτα. Του έκανα πάρα πολύ εντύπωση και ήρθε. Πιο παλιά έμενε στην Αθήνα και μιλούσε και Ελληνικά. Νομίζω, πως κατά βάθος ήθελε να επιστρέψει εδώ και βρήκε ευκαιρία (γέλια). Από τότε έχουν περάσει 10 χρόνια. Δεν ξανα-παντρεύομαι με τίποτα, όμως. Δεν το κάνω πάλι αυτό το λάθος. Νομίζω, πως αλλάζουν τα πράγματα, όταν παντρεύεσαι. Μπαίνουν μέσα στην ζωή των ανθρώπων τα τάπερ. Και το θέμα δεν είναι τα ίδια τα τάπερ, αλλά αυτοί που τα δίνουν και ένα γενικότερο άφημα που έρχεται μαζί τους.

Rejected: «Ονειρεύτηκα την Ευτυχία και μου είπε:» πες μας δύο λόγια την παράσταση που ετοιμάζετε.

Λ.Π.: Είναι κάτι ανάμεσα στο ονει – ρεύτηκα και στο ονειρεύτηκα. Αφού μάζεψα όλα τα χαρτάκια που λέγαμε και έπειτα από δύο χρόνια με κλειστά θέατρα, νιώσαμε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε με το έξω, να κινητοποιηθούμε, να μπούμε ξανά στον χορό. Και επειδή είναι γραμμένο από μένα, αφορά μια γυναικεία ματιά απέναντι στα πράγματα και αποφάσισα πως θα το κάνω με γυναίκες. Μάζεψα 7 τυπάκια κουκουρούκου η κάθε μια μόνη της, πολύ διαφορετικές προσωπικότητες και ηλικίες μεταξύ τους. Αυτές οι γυναίκες, πέρα από την ιδιότητα του ηθοποιού, έχουν κι άλλες ιδιότητες ώστε να τα βγάζουν πέρα: περιβαλλοντολόγοι, δασκάλες, φιλόλογοι…Είναι, επίσης, πολλές απ’ αυτές, μάνες με μικρά παιδιά που πρέπει τα αφήσουν κάπου για να έρθουν στην πρόβα. Με εμπιστεύονται χωρίς να ξέρουνε που πάμε και κάνουν θυσίες γι αυτό. Η μια έρχεται από την Έδεσσα. Αφήνει δύο παιδιά, παίρνει το ΚΤΕΛ και έρχεται. Είναι πολύ συγκινητικό.

Η παράσταση δεν έχει την κλασσική δομή, αρχής, μέσης και τέλους. Είναι κάτι άλλο. Σαν ένα παζλ. Έχει έντονο το στοιχείο της κινησιολογίας, έχει μονολόγους, διαλόγους, τραγούδι… Όλα αυτά επί συγκεκριμένων, υπαρξιακών θεμάτων και ατμόσφαιράς που είναι εκείνη η λεπτή η γραμμή ανάμεσα στο τι είναι η αλήθεια και τι παράλληλη αλήθεια. Το όνειρο μες το όνειρο. Αυτό το παράλογο. Θα ήθελα πάρα πολύ να έρθουν άντρες στην παράσταση. Επίσης, θα ήθελα να έρθουν όλες οι γυναίκες (γέλια). Το κόσμου, αν γίνεται. Κι αν δεν μπορούν αυτές, να πάμε εμείς.

Rejected: Τί είναι, για σένα, η ευτυχία;

Λ.Π.: Δεν ξέρω. Είναι κάτι φάσεις που συντονίζεσαι με τα πάντα γύρω σου. Αυτό, νομίζω, πως είναι. Συντονίζονται τα πάντα γύρω σου και νιώθεις γαλήνη. Ακούς το φύλλο. Δεν ξέρω πως να το πω. Εγώ έχω ζήσει τέτοιες στιγμές, συνήθως είναι καλοκαίρι (γέλια). Τελευταία φορά το ένιωσα σε έναν καταρράκτη. Την έχω αφήσει πλέον την θάλασσα και πηγαίνω σε καταρράκτες. Σκαρφαλώνω τα βουνά, ψάχνω την πηγή και βουτάω. Έχω καιρό να το νιώσω, όμως. Νομίζω αν ταξίδευα περισσότερο θα έβριζα λιγότερο, θα κάπνιζα λιγότερο και θα έπινα λιγότερο. Νιώθω λίγο παγιδευμένη στον αστικό ιστό και δεν έχω χρόνο να ταξιδεύω. Γι αυτό και είμαι πιο ευτυχισμένη τα καλοκαίρια, γιατί ξεφεύγω.

Rejected: Το χειροκρότημα δεν είναι ευτυχία;

Λ.Π.: Το χειροκρότημα είναι σύμβαση. Μακάρι να έμεναν οι ιστορίες, για πάντα, στα κεφάλια των ανθρώπων. Το θέατρο πεθαίνει την ημέρα που γεννιέται. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι συνέβη. Ζει απλά, μέσα στα κεφάλια των ανθρώπων. Μαγικό και αποκαρδιωτικό ταυτόχρονα. Στο τέλος λες «τι κατάλαβα;» αλλά θέλεις να το ξανακάνεις.