at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Γιάννη Δαμιανίδη

κείμενο Ι γιάννης δαμιανίδης  */* φωτογραφίες | μαρία παγώνη + denada mpoulari + αρχείο γιάννη */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

μεταξωτό μαντήλι...

Το δίπολο

Ώρα 05.00. Δεν θέλω να ανοίξω τα μάτια, αλλά και να τα ανοίξω δεν θα αλλάξει κάτι στο χρώμα που έβλεπα. Τα στόρια κατεβασμένα. Φως πουθενά. Ξύπνησα; Δεν μπορεί. Κοιμήθηκα πριν από τρεις ώρες. Οι σκέψεις μου επιταχύνονται λογαριθμικά…Σταμάτα ρε (μου μιλάω)! Κοιμήσου! Δεν είναι ώρα ακόμα. Στριφογυρνάω. Αναμνήσεις, σκέψεις, αγωνίες, όλα εκτυλίσσονται σαν μία αλλόκοτη ταινία μπροστά μου. Είναι σίγουρο ότι δεν ονειρεύομαι. Τινάζω τα σκεπάσματα και σηκώνομαι βρίζοντας το κεφάλι μου που δε λέει να ησυχάσει.

Μπάνιο, κουζίνα, ελληνικός διπλός σκέτος στην Χριστουγεννιάτικη κούπα…Μα είναι σχεδόν άνοιξη. Αντιδραστικέ! Βάζω φόρμες, ξεκλειδώνω συναγερμούς και κατεβαίνω τα σκαλιά. Μπαίνω στο μικρό μου βασίλειο, στο στούντιό μου.

Κάθε διακόπτης που ανοίγω και μία σκέψη. Που είναι εκείνος ο στίχος; Πες «ευχαριστώ» που σηκώθηκες και σήμερα. Πάρε κιθάρα, μην κάτσεις στο πιάνο. Μου λείπεις ρε πατέρα…Μην το φορτώσεις σήμερα, κάνε κάτι απλό. Πωωω, έχω μάθημα σήμερα. Τα κοινόχρηστα μην ξεχάσω κ.ο.κ.  #Παράνοια

Σχεδόν 06.00. Βλέπω το απέναντι τσιμέντο που αρχίζει να φαίνεται και το υπέροχο χρώμα του #not. Έφτιαξα το κουπλέ κι έχω μία ιδέα για τη γέφυρα. Πάμε για ρεφραίν κι άνοιξε την λάμπα στον προενισχυτή να ζεσταθεί. 06.30 και ως άλλος Μάλαμας αρέσκομαι στις ωραίες χαμηλές μου -η φωνή δεν άνοιξε.

-Αλλά βρε αγόρι μου, πάλι 2 και οκτάβες έκταση έγραψες. Θα σε βρίσουν οι τραγουδιστές και θα ’χουν και δίκιο!

-Ναι αλλά είναι ωραίο…έχει νεύρο.

-Ναι αλλά ηρέμησε λίγο. Έχεις κι άλλα εκτός από νεύρα.

-Στο επόμενο τα άλλα.

-Ωραία. Το έγραψες. Και τώρα τι;

-Τώρα θα το παίξουμε μόδιστροι και θα αρχίσουμε να το ντύνουμε.

Ως το μεσημεράκι, έχω μία μακέτα από την εικονική ορχήστρα που έφτιαξα στον υπολογιστή. Πάλι το φόρτωσα.

Μαμώ τη τεχνολογία μου, μέσα!

Ωραία ακούγεται όμως.

Save.

Στα αυτιά μου ηχεί το καμπανάκι της ταμειακής, που σκέφτεται πόσα λεφτά θέλει για τις ηχογραφήσεις των οργάνων.

Κοιτάω αλλού.

Ωχ, άργησες για το μάθημα!

Η γείωση της περηφάνιας

Στο άσπρο άλογό μου (το σκούτερ μου) θαυμάζω τον ήλιο που με ποτίζει με βιταμίνη D. Εντάξει, δεν εξατμίζομαι ακόμα. Ο Λευκός Πύργος φαίνεται λιγότερο γκρίζος με τόσο ήλιο. Ωραία μέρα! Μία ανυπομονησία με διακατέχει. Αύριο είναι η μέρα της κυκλοφορίας για το “Μεταξωτό Μαντήλι”. Χαμογελάω. Ποιος να μου το ’λεγε όταν το έγραφα πιτσιρικάς, ότι θα το τραγουδούσε ο Νταλάρας! Κι η Βιολέτα…Άγριο μετάξι η φωνή της! Ξαναχαμογελώ.

Θυμήθηκα την υπόσχεση που είχα δώσει, ότι θα το ξαναέβγαζα απ’ τα συρτάρια μου, μόνο αν το έλεγε ο «Θείος»! Στο μυαλό μου παίζουν όλες οι ιστορίες και οι αγωνίες που τράβηξα, για να το φέρω ακριβώς σε αυτό το σημείο. Σκέφτομαι και την Κατερίνα, που συνέχεια ρωτούσε διακριτικά  «τί κάνει το τραγούδι μας;»

Κι εγώ μες στις φουρτούνες μου να ακούγομαι ότι κάτι κρύβω. Κατερίνα μου άξιζε η υπομονή. Αύριο μοιραζόμαστε το αγαπημένο μας τραγούδι με τον κόσμο!

Φτάνω στην τάξη. Στα 20 με 22 χρονών οι μαθητές μου. Νυστάζω λίγο, αλλά νιώθω το στήθος μου λίγο φουσκωμένο από περηφάνια. Είναι αλήθεια; Νιώθω καλά μ’ εμένα; Απίστευτο! Ανοίγω εκ νέου συζήτηση περί μουσικής. Θέλω να τους πω για το “Μεταξωτό Μαντήλι”. Τί το ’θελα;

-Παιδιά; Τον Γιώργο Νταλάρα τον ξέρετε;

Σιωπή.

-Όχι;

-Εεε… ακουστά, κύριε, από κάτι memes, στο τικ τοκ ίσως.

-Είναι ένας ζωντανός θρύλος για το Ελληνικό τραγούδι.

-Εε κύριε γι’ αυτό δεν τον ξέρουμε. Άμα μας λέτε για ελληνική μουσική.

Ψύχραιμος, συνεχίζω.

-Την Μαρινέλλα την ξέρετε;

-Ε, ναι κύριε, την Μαρινέλλα δεν ξέρουμε;

-Γιατί; Επειδή έπεσε στο Ηρώδειο;

-Ε, μα ναι, για τί άλλο;

Δεν τόλμησα να ρωτήσω για τον Καζαντζίδη.

Γειώθηκα. Δεν το βρήκα κακό, πιο πολύ ενδιαφέρον. Αγκαλιάζω την άγνοια και τους προτείνω να εκτεθούν σε όσα περισσότερα ακούσματα γίνεται. Για μουσική πρόκειται, όχι για οπαδισμό!

Ελπίδα

Σχολάω. Κατευθύνομαι σπίτι και σε λίγο θα αλλάξω για να φύγω για δουλειά…χμμμ…λάθος ο όρος…καλύτερα εργασία…χμμ πάλι δε κολλάει…ήρεμααα…

Σκέψου: είσαι τυχερός να παίζεις σε έναν όμορφο χώρο και σε πιάνο με ουρά. Θα παίξεις και το “Μεταξωτό Μαντήλι” απόψε να πάρεις την κρυάδα σου.

Άραγε να είναι από εκείνες τις βραδιές που ο κόσμος προτιμάει να μιλάει και να σε αγνοεί; Πιθανό. Δεν πειράζει.

Δεν είμαστε και στο Μέγαρο άλλωστε, σκέφτομαι, προσπαθώντας να κατεβάσω τα bars της πίεσης που αρχίζουν να χτυπούν κόκκινο με τέτοιες σκέψεις.

21.15 ξεκινάμε το πρόγραμμα. Ο κόσμος μιλάει. Κάποια μάτια προσπαθούν να διαπεράσουν την οχλαγωγία.

Κοιτάω απ’ τις μεγάλες τζαμαρίες.

Θα περάσει απόψε το ηλικιωμένο ζευγάρι με την λατέρνα να τους χαιρετήσω; Έχει λίγη ψύχρα, οπότε μάλλον όχι.

Τα μάτια που προσπαθούν να σε ακούσουν δυσανασχετούν με τη φασαρία.

Μια παρέα νέων γύρω στα 23-24 μπαίνει στον χώρο και κάθονται κοντά μου. Από Sinatra το γυρίζω σε Νάμα κι από εκεί σε Σπανό. Τραγουδούν. Δίπλα στο Γιν να σου και το Γιαν…κι ο Γιάννης γουρλώνει τα μάτια έκπληκτος! Τεντώνω το σχοινί και επιχειρώ Κουγιουμτζή, «Κάπου νυχτώνει».

Τα παιδιά το ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά και το μαγαζί γίνεται συναυλιακός χώρος. Πουτάνα μουσική. Μόνο εσύ! Να μη θες να «σχολάσεις».

Κι εκεί που λες καλύτερα δε γίνεται, γυρίζει ένα παλικάρι απ’ την παρέα και μου λέει: «Σας παρακολουθούμε. Μήπως θα μπορούσατε να πείτε το “Πάμε κι όπου Βγει” (το τραγούδι που έγραψα την επομένη των Τεμπών); Το επιχειρώ. Δεν είναι και εύκολο. Όλο το μαγαζί παγωμένο. Θυμήθηκα στο γυμνάσιο που είπα τα «Παραπονεμένα Λόγια», με κλειστά τα μάτια απ’ το άγχος και μόλις τα άνοιξα είδα καθηγητές και συμμαθητές να κλαίνε.

Μαζί κι εγώ…30 χρόνια μετά τραγουδάμε το παράπονο και αισθανόμαστε.

Επι-κοινωνήσαμε…

Θα κλείσω τα μάτια μου απόψε και ίσως ηρεμήσω.

Ακούς πατέρα; Ελπίζω να ακούς!