Το θέατρο. Ο μονόλογος. Η πρόβα. Το επάγγελμα. Οι σκηνοθεσίες. Η σχολή. Το ντραγκ.
Αμέσως μετά το πρωινό μεροκάματο, καταφθάνω στην σχολή για να γίνω διαθέσιμος. Αυτή την περίοδο δουλεύουμε τον μονόλογο του Ζαν απο την “Δεσποινίδα Τζούλια” και τον μονόλογο του Τσανς Γουέιν από “Tο γλυκό πουλί της νιότης”. Η σκέψη που με οδήγησε στην επιλογή αυτων τον μονολόγων, αφορά την ανάγκη μου να με δοκιμάσω σε κάτι που διαθέτει εμπλοκή και σε κάτι που δεν διαθέτει. Σαν άλλη Πέγκυ Ζήνα, που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στα διάφορα μουσικά είδη.
Μετά το χαλαρό 6ωρο μάθημα, κατευθύνομαι στο θέατρο Αθήναιον για την καθιερωμένη πρόβα της φετινής μας παραγωγής. Συναντώ τους συνεργάτες και φίλους μου, κάνουμε για λίγο σουσού, ξεκινάμε ζέσταμα και για τις επόμενες (κάμποσες) ώρες δουλεύουμε.
Φέτος, έχω την τύχη να παίζω στον “Μάγο του Οζ” του Φρανκ Μπράουμ σε σκηνοθεσία της αγαπημένης μου Ελένης Κοκόζογλου, στην παιδική σκηνή του Αθήναιον. Ειλικρινά, ευγνωμωνώ για το ότι η πρώτη μου επαγγελματική συνεργασία απαρτίζεται από ανθρώπους που με εμπνέουν και με τους οποίους μοιράζομαι κοινά οράματα. Μετά την πρόβα στο θέατρο, σειρά έχουν οι πρόβες στην Σχολή, για την ανάγκη διαφόρων παρουσιάσεων των συμφοιτητριών/τών μου.
Μέσα σε όλα βέβαια, πλησιάζει και κάποια εξεταστική. Εξεταστική στην οποία θα πρέπει να διαβάσω και για κάποια μαθήματα που αφορούν την θεωρητική σκοπιά του θεάτρου, διότι είμεθα και ακαδημαϊκοί πολίτες ενός δημόσιου και ελεύθερου πανεπιστημίου (δεν γνωρίζω για πόσο ακόμα θα είναι δημόσιο. Και ελεύθερο. Και πανεπιστήμιο.) ! Και ως ακαδημαϊκοί πολίτες βέβαια, παλεύουμε για ένα αξιοπρεπές πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (καλή η φάση στο λύκειο, αλλά σόρρυ δεν την ξαναπερνάω, άσε που ντυνόμουνα και χάλια τότε) ! Ως φοιτητές επίσης του Τμήματος Θεάτρου πρέπει να βλέπουμε και 3-4 παραστάσεις την εβδομάδα (που εάν η μέρα γινόταν 48ωρη και εάν το κράτος μας χορηγούσε 20 ευρώ για κάθε εξτρά ώρα της ημέρας, τότε με τεράστια χαρά θα έβλεπα όλες τις παραστάσεις που θέλω και δεν δύναμαι) !
Παρόλα αυτά, εάν αρχίσω τώρα να κάνω λόγο για την κοινωνικοπολιτική σαπίλα που βιώνουμε καθημερινά δεν θα σταματήσω ποτέ-και ήδη έχω βγει εκτός χρόνου όπως με ειδοποιούν από το κοντρόλ- (πάντα ήθελα να το πω αυτό). Θα το κόψω λοιπόν κάπου εδώ, παρόλο που έχω κι άλλα να πω γιατί είμαι ένα άτομο βαθιά κοινωνικά προβληματικό, όπως έλεγε και η “Μαρίνα Κουντουράτου” στην Έλενα Ακρίτα.
Τα βράδια τώρα, χωράω κάπου όποτε μπορέσω και την όποια κοινωνική ζωή. Έίτε βγαίνω με τις φίλες μου για κρασιά, είτε πηγαίνουμε σε θέατρα (φέρτε μου ένα σύννεφο να πέσω), είτε μιλάω με τους φίλους μου στην Πάτρα, είτε καθόμαστε σπίτι με τις Θεσσαλονικιές φίλες πίνοντας βυσσινάδα μέσα σε κολονάτα ποτήρια σαν γνήσιες χωρισμένες μαμάδες βλέποντας τρας τιβι, είτε διοργανώνουμε φιλικά παρτάκια στο ”κοινόβιο” σπίτι της παρέας. Τις Κυριακές βέβαια, βγαίνω για ντεέιτ με την κολλητή μου, αναζωπυρώνοντας την σχέση μας.
Ένιοτε τώρα τα βράδια, γίνομαι και ντραγκ κουιν. Σοβαρολογώ.
Τους τελευταίους 6 μήνες, ασχολούμαι με το ντραγκ. Βάζω (ή και βγάζω) τα καλά μου και ασχολούμαι με το lip syncing – Queer performing, στο πλαίσιο μιας μουσικοχορευτικής και κινησιολογικής παρουσίασης. Ένα δεκάλεπτο περφόρμανς μου παίρνει γύρω στους 2 μήνες για να το προετοιμάσω πλήρως (πρόβες, πρόβες, πρόβες, όλη η ζωή μου ήτανε ένα ψέμα έμοιαζε με πρόβα πρόβα νυφικού) !
Η σκέψη πίσω από την συνθήκη του ντραγκ, για εμένα, αφορά την έκθεση. Η έκθεση, ως άμεσο αντίκρυσμα της θεατρικής συνθήκης, οφείλει να καταστεί γνωριμη και οικεία. Αποφασίζω, λοιπόν, να εκτίθεμαι μέσω μιας περσόνας που έχω πλάσει (αν και η λέξη περσόνα, κάπως μου κλωτσάει), η οποία μου προσφέρει μια δεδομένη ασφάλεια (γιατί ο,τι λέγεται ον στειτζ δεν το λέω εγώ, αλλά η Ρόζα Κοκκίνου -όπως την αποκαλώ-) ενώ στην πραγματικότητα, το λέω τελείως εγώ και μόνο εγώ. “Η Ρόζα η ναζιάρα με τα σγουρά μαλλιά” λοιπόν, με ξεκλειδώνει και παύει να δαιμονοποιεί στο μυαλό μου τα αισθήματα ντροπής ή φόβου για την έκθεση, και θα της είμαι πάντοτε ευγνώμων για αυτό. Η Ρόζα επιλέγει να εμφανίζεται στο Krau, έναν αυτοοργανωμένο χώρο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.