at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Κυριάκου Χριστοδουλόπουλου

κείμενο Ι κυριάκος χριστοδουλόπουλος */* φωτογραφίες | ειρήνη λαμπρίδου + αρχείο κυριάκου */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

ουφ

Αυτό με την καθημερινότητα και το κοινωνικό γίγνεσθαι !

 

Τις περισσότερες μέρες, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο που βιώνω την ενήλικη ζωή, παρακαλάω το σύμπαν να κάνει τα μαγικά του και η κάθε μέρα να έχει πάνω από 24 ώρες.

 

ΟΥΦ

 

Γεια σας, λοιπόν, εγώ είμαι ο Κυριάκος, κατάγομαι από την παλυτραγουδισμένη Πάτρα, αλλά ζω στην επίσης πολυτραγουδισμένη Θεσσαλονίκη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, λόγω των σπουδών μου στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ, στην κατεύθυνση της υποκριτικής. Αυτές, είναι μερικές στιγμές της καθημερινότητάς μου, όπως μου ζήτησε το rejected να τις αφηγηθώ. Κάτι σαν βλογκμας δηλαδή, αλλά στο πιο ιντελεκτουέλ !

Του ξυπνήματος η σκέψη.

 

Οι μέρες ξεκινούν νωρίς. Γύρω στις 7.30 – 8. Ξυπνάω νωρίς, είτε για την δουλειά, είτε για το μάθημα της Υποκριτικής στην κάμερα με τον κύριο Κουτσιαμπασάκο, στο Τμήμα Κινηματογράφου. Όλες οι μέρες μου ξεκινούν με μουσική. Απαράβατος κανόνας. Το πρωί δηλαδή, γύρω στις 7.30, όσο ετοιμάζομαι, ακούω τραγούδια που αγαπώ. Υπάρχουν μέρες που έχω την ανάγκη να ξυπνήσω με Αρλέτα και μέρες που έχω την ανάγκη να ξυπνήσω με Βάσω Χατζή.

Στον δρόμο για την δουλειά, προβάρω μια ακόμη φορά τον μονόλογο που δουλεύουμε αυτή την περίοδο με τον κύριο Μοσχόπουλο στην Υποκριτική. Έτσι λοιπόν, καθώς περπατάω λέω τον μονόλογο, φοράω ακουστικά και προσποιούμαι πως μιλάω  στο τηλέφωνο με κάποιον (συνεπώς, με αυτή τη μέθοδο: ΚΑΙ απεύθυνση έχω στον μονόλογο ΚΑΙ δεν τρομάζω κάποιον ανυποψίαστο περαστικό !)

Η σκέψη στη δουλειά.

 

Φτάνω στο σουπερμάρκετ, όπου εργάζομαι part time ως ταμίας. Βρίσκομαι εκεί, για να βγάζω τα προς το ζην, αλλά συνάμα χρησιμοποιώ την μια μου δουλειά, ως εργαλείο για την άλλη. Στο σουπερμάρκετ, δηλαδή, παρατηρώ ανθρώπους. Ανθρώπους τους οποίους θα κληθώ μετά να κατανοήσω και να παραστήσω στο θέατρο. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρατηρείς τους ανθρώπους στο σουπερμάρκετ και ειδικότερα τις γιαγιάδες πελάτισσες. Μου συμπεριφέρονται όλες σαν να είμαι το στερνοπούλι εγγονάκι τους. Μόνο κρυφά πεντάευρα στις τσέπες δεν μου πασάρουν, για να μην μας δουν οι κάμερες.

Αναρωτιέμαι βέβαια, εάν θα είχαν την ίδια συμπεριφορά απέναντι και σε άλλες ταυτότητες. Αν θα αποδέχονταν δηλαδή, το ότι ασχολούμαι με το θέατρο ή ότι κάνω drag. Έχει μεγάλο κοινωνικό  ενδιαφέρον το πως οι άνθρωποι φοράμε μια ταυτότητα σε έναν άλλο άνθρωπο (στην προκειμένη περίπτωση του πρόθυμου και εξυπηρετικού υπαλλήλου)  και μας ξενίζει η οποιαδήποτε άλλη πλευρά του. Λες και δεν είμαστε πολισχυδή όντα. Σκέψεις, την ώρα που χτυπάω τις ντομάτες της κυρίας Σοφίας, στο ταμείο μου.

Το θέατρο. Ο μονόλογος. Η πρόβα. Το επάγγελμα. Οι σκηνοθεσίες. Η σχολή. Το ντραγκ.

 

Αμέσως μετά το πρωινό μεροκάματο, καταφθάνω στην σχολή για να γίνω διαθέσιμος. Αυτή την περίοδο δουλεύουμε τον μονόλογο του Ζαν απο την “Δεσποινίδα Τζούλια” και τον μονόλογο του  Τσανς Γουέιν από “Tο γλυκό πουλί της νιότης”. Η σκέψη που με οδήγησε στην επιλογή αυτων τον μονολόγων, αφορά την ανάγκη μου να με δοκιμάσω σε κάτι που διαθέτει εμπλοκή και σε κάτι που δεν διαθέτει. Σαν άλλη Πέγκυ Ζήνα, που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στα διάφορα μουσικά είδη.

Μετά το χαλαρό 6ωρο μάθημα, κατευθύνομαι στο θέατρο Αθήναιον για την καθιερωμένη πρόβα της φετινής μας παραγωγής. Συναντώ τους συνεργάτες και φίλους μου, κάνουμε για λίγο σουσού, ξεκινάμε ζέσταμα και για τις επόμενες (κάμποσες) ώρες δουλεύουμε.

Φέτος, έχω την τύχη να παίζω στον “Μάγο του Οζ” του Φρανκ Μπράουμ σε σκηνοθεσία της αγαπημένης μου Ελένης Κοκόζογλου, στην παιδική σκηνή του Αθήναιον. Ειλικρινά, ευγνωμωνώ για το ότι η πρώτη μου επαγγελματική συνεργασία απαρτίζεται από ανθρώπους που με εμπνέουν και με τους οποίους μοιράζομαι κοινά οράματα. Μετά την πρόβα στο θέατρο, σειρά έχουν οι πρόβες στην Σχολή, για την ανάγκη διαφόρων παρουσιάσεων των συμφοιτητριών/τών μου.

Μέσα σε όλα βέβαια, πλησιάζει και κάποια εξεταστική. Εξεταστική στην οποία θα πρέπει να διαβάσω και για κάποια μαθήματα που αφορούν την θεωρητική σκοπιά του θεάτρου, διότι είμεθα και ακαδημαϊκοί πολίτες ενός δημόσιου και ελεύθερου πανεπιστημίου (δεν γνωρίζω για πόσο ακόμα θα είναι δημόσιο. Και ελεύθερο. Και πανεπιστήμιο.) ! Και ως ακαδημαϊκοί πολίτες βέβαια, παλεύουμε για ένα αξιοπρεπές πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (καλή η φάση στο λύκειο, αλλά σόρρυ δεν την ξαναπερνάω, άσε που ντυνόμουνα και χάλια τότε) ! Ως φοιτητές επίσης του Τμήματος Θεάτρου  πρέπει να βλέπουμε και 3-4 παραστάσεις την εβδομάδα (που εάν η μέρα γινόταν 48ωρη και εάν το κράτος μας χορηγούσε 20 ευρώ για κάθε εξτρά ώρα της ημέρας, τότε με τεράστια χαρά θα έβλεπα όλες τις παραστάσεις που θέλω και δεν δύναμαι) !

Παρόλα αυτά, εάν αρχίσω τώρα να κάνω λόγο για την κοινωνικοπολιτική σαπίλα που βιώνουμε καθημερινά δεν θα σταματήσω ποτέ-και ήδη έχω βγει εκτός χρόνου όπως με ειδοποιούν από το κοντρόλ- (πάντα ήθελα να το πω αυτό). Θα το κόψω λοιπόν κάπου εδώ, παρόλο που έχω κι άλλα να πω γιατί είμαι ένα άτομο βαθιά κοινωνικά προβληματικό, όπως έλεγε και η “Μαρίνα Κουντουράτου” στην Έλενα Ακρίτα.

Τα βράδια τώρα, χωράω κάπου όποτε μπορέσω και την όποια κοινωνική ζωή. Έίτε βγαίνω με τις φίλες μου για κρασιά, είτε πηγαίνουμε σε θέατρα (φέρτε μου ένα σύννεφο να πέσω), είτε μιλάω με τους φίλους μου στην Πάτρα, είτε καθόμαστε σπίτι με τις Θεσσαλονικιές φίλες πίνοντας βυσσινάδα μέσα σε κολονάτα ποτήρια σαν γνήσιες χωρισμένες μαμάδες βλέποντας τρας τιβι, είτε διοργανώνουμε φιλικά παρτάκια στο ”κοινόβιο” σπίτι της παρέας. Τις Κυριακές βέβαια, βγαίνω για ντεέιτ με την κολλητή μου, αναζωπυρώνοντας την σχέση μας.

Ένιοτε τώρα τα βράδια, γίνομαι και ντραγκ κουιν. Σοβαρολογώ.

Τους τελευταίους 6 μήνες, ασχολούμαι με το ντραγκ. Βάζω (ή και βγάζω) τα καλά μου και ασχολούμαι με το lip syncing – Queer performing, στο πλαίσιο μιας μουσικοχορευτικής και κινησιολογικής παρουσίασης. Ένα δεκάλεπτο περφόρμανς μου παίρνει γύρω στους 2 μήνες για να το προετοιμάσω πλήρως (πρόβες, πρόβες, πρόβες, όλη η ζωή μου ήτανε ένα ψέμα έμοιαζε με πρόβα πρόβα νυφικού) !

Η σκέψη πίσω από την συνθήκη του ντραγκ, για εμένα, αφορά την έκθεση. Η έκθεση, ως άμεσο αντίκρυσμα της θεατρικής συνθήκης, οφείλει να καταστεί γνωριμη και οικεία.  Αποφασίζω, λοιπόν, να εκτίθεμαι μέσω μιας περσόνας που έχω πλάσει (αν και η λέξη περσόνα, κάπως μου κλωτσάει), η οποία μου προσφέρει μια δεδομένη ασφάλεια (γιατί ο,τι λέγεται ον στειτζ δεν το λέω εγώ, αλλά η Ρόζα Κοκκίνου -όπως την αποκαλώ-) ενώ στην πραγματικότητα, το λέω τελείως εγώ και μόνο εγώ. “Η Ρόζα η ναζιάρα με τα σγουρά μαλλιά” λοιπόν, με ξεκλειδώνει και παύει να δαιμονοποιεί στο μυαλό μου τα αισθήματα ντροπής ή φόβου για την έκθεση, και θα της είμαι πάντοτε ευγνώμων για αυτό. Η Ρόζα επιλέγει να εμφανίζεται στο Krau, έναν αυτοοργανωμένο χώρο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Ο επίλογος !

 

Είναι πολλές οι σκέψεις. Σκέψεις όχι πάντα τόσο ευχάριστες. Σκέψεις που αφορούν την διάρκεια εκείνων με τα οποία ασχολούμαι. Θα είμαι και του χρόνου δημιουργικός; Θα είμαι υγιής; Θα είναι οι άνθρωποί μου καλά και υγιείς;

Σκέψεις που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα που σου φυτεύεται μόλις πεις ότι θα ασχοληθείς με το θέατρο. Δίνεις εξετάσεις για να ασχοληθείς με την υποκριτική. Μπαίνεις στην κατεύθυνση και το πρώτο πράγμα που ακούς είναι <<Καλά, μην περιμένετε όλοι από εδώ μέσα να γίνετε ηθοποιοί, ένα 10% από εσάς θα ασχολείται με αυτό σε λίγα χρόνια>>.

Παρόλα αυτά, σαν καταφύγιο λειτουργεί -μετά από τέτοιου είδους υπαρξιακές φρίκες- η  σκέψη του ότι δεν έχω χάσει τον ενθουσιασμό και την διάθεση μου για παιχνίδι μέσα σε όλο αυτό. Ο καθηγητής μας, Θωμάς Μοσχόπουλος, μας υπενθυμίζει συνεχώς, πως υπάρχει λόγος για τον οποίο λέμε ”παίζω θέατρο” και δεν λέμε φερ’ ειπείν ”ιερουργώ θέατρο΄΄. Είναι εξαιρετικά αναγκαίος αυτός ο αυθορμητισμός / ανάγκη για πειραματισμό ή ρίσκο ούτως ώστε να ανταπεξέλθεις. Αλλά συνάμα, αυτή η σκέψη του “Ντάξει, τουλάχιστον δεν έχεις χάσει τον ενθουσιασμό σου”, κάπως με θυμώνει. Με θυμώνει που, πλέον, θεωρείται κατόρθωμα να ζεις με αυθορμητισμό, στα 19 σου.

Αισθάνομαι ότι ανήκω σε μια κουρασμένη γενιά. Σε μια γενιά που στα 20 της έχει παραιτηθεί, επειδή θεωρεί πως δεν είναι καλή σε τίποτα.

Σε μια γενιά που την πετάξανε μέσα σε έναν μπόγο από ερεθίσματα και πληροφορίες και της είπαν ΔΙΑΧΕΙΡΊΣΟΥ ΤΑ, μην αγχωθείς όμως. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΛΛΙΩΣ ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΕΙΣ ΔΟΥΛΕΙΑ; αλλά να είσαι και ο εαυτός σου, βγες και λίγο, αυτά είναι τα καλύτερά σου χρόνια, πήγαινε και σε κάνα κλαμπ νέο παιδί, εγώ στην ηλικία σου…

 

ΟΥΦ

 

     σαν καταφύγιο επίσης μέσα στην μέρα -πέρα από τους ανθρώπους μου- θα λειτουργούν για πάντα οι “Σταβλοι της Εριέτας Ζαΐμη” των Ρήγα -Αποστόλου και τα “Υπέροχα πλάσματα” της Κοντοβά. Σειρές που βάζω να ακούσω κάθε βράδυ στο λάπτοπ μου πριν κοιμηθώ. <3

 

Ευχαριστώ πολύ- πολύ το ριτζέκτιντ. Το λέει και η θεραπεύτριά μου, άλλωστε. Πάντοτε βοηθάει να διατυπώνουμε γραπτώς τις σκέψεις μας. Και κάπως έτσι, οι σημειώσεις γίνονται μονόπρακτο.

Ζμουτςςςςς !