at a glance
Top

χαρταετοί

κείμενο | heidi seraphim  */* φωτογραφίες | heidi seraphim

saudade

Μιλώντας με τη μαμά μου σήμερα, προσπαθώντας να ανακαλέσουμε στιγμές απ’ τα βαθιά κοιμώμενα μικράτα μου, αντιλήφθηκα ότι η διαδικασία αποθήκευσης αναμνήσεων είναι παράξενη. Σαν εκείνες τις ιστορίας που ακούς για νεραϊδίσιους τόπους μακρινούς που κανείς δεν έχει πάει, και όμως οι περιγραφές δεν απουσιάζουν εικόνων και χρωμάτων.

Στην προσπάθεια να θυμηθούμε ποια Καθαρά Δευτέρα ήταν εκείνη, ποια ήταν η άλλη και τις συγκεκριμένες χρονιές, οι νευρώνες του εγκεφάλου έκαναν τις χημικές ενώσεις για να ανοίξουν το καλά σφαλισμένο χρονοντούλαπο που φυλούσα μέσα μου.

Κοιτάζοντας λοιπόν μέσα μου βρήκα εκείνον τον χαρταετό που φτιάξαμε μαζί στο πίσω μπαλκόνι του σπιτιού, παρά τη θέληση του πατέρα να αγοράσει εκείνους τους ασπρόμαυρους αετούς με το αιωνόβιο έμβλημα της ποδοσφαιρικής του λατρείας, από κείνη τη γωνιά μπροστά απ’ την εκκλησία. Κομμάτια από πανί, πολύχρωμο χαρτί και σπάγκο που εντέλει δεν πέταξε ποτέ, αλλά ξεκουράστηκε, μετά τις τόσες ελεύθερες πτώσεις, στα κλαδιά μιας μοναχικής βελανιδιάς. Τα φαντάζομαι ακόμη και τώρα να έχουν συντροφιά το ένα τ’ άλλο και να χαζεύουν τους χαρταετούς που κατάφεραν να πετάξουν και όλα εκείνα τα χαμόγελα των παιδιών που τρέχουν ξοπίσω τους κρατώντας  ένα κομμάτι σχοινί.

 

Θυμάμαι στο ξερονήσι με τον αδερφό μου, φοιτητές όταν ήμασταν, σ’ ένα μικρό decevo που χωρέσαν έξι νεαρά κορμιά και μια τρέλα που θαρρείς και φούσκωνε όλους τους ωκεανούς του κόσμου. Βρεθήκαμε, καθώς το αμάξι γρύλιζε στις στροφές των βουνών,  σ’ ένα παραθαλάσσιο ταβερνάκι. Εμείς και όλο το υπόλοιπο νησί όπως αποδείχθηκε αφού δεν υπήρχε ούτε ένα άδειο τραπέζι. Σαν ξεθωριασμένη φωτογραφία πολαρόιντ έχω μπροστά στα μάτια μου ένα πιάτο βαθύ της σούπας στη μέση του τραπεζιού, με μια κουταλιά του γλυκού, ταραμοσαλάτα και μια ελιά και για τους έξι μας. Δεν είχαμε παραγγείλει. Μας έφεραν ότι περίσσευε από τους άλλους, ότι είχε περισσέψει απ’ τις προηγούμενες μέρες, ή ότι απλά υπολόγισαν πως τότε σήκωνε η τσέπη μας. Δεν μας ρώτησαν ποτέ, απλά μας σέρβιραν, αλλά δεν μας ένοιαζε γιατί είχαμε ντόπιο τσίπουρο και εκείνο το γλυκό κύμα να σκάει δίπλα στα πόδια μας με θέα όλους εκείνους του χαρταετούς στους παραλία.

Δεν θυμάμαι μεγάλα οικογενειακά τραπέζια, ούτε τα καλύτερα πιάτα της μαμάς (συγγνώμη μαμά). Ίσως θα έπρεπε να παρατηρώ περισσότερο τότε, αλλά ποτέ μου δεν ήμουν άνθρωπος που χαρτογραφούσε στιγμές με πυξίδα τον ουρανίσκο. Και οι δικοί μου το ήξεραν καλά αυτό. Θυμάμαι εκείνη τη φορά που η γιαγιά για να ψαρέψει μια ντομάτα, βούτηξε κατά λάθος όλα της τα δάχτυλα μέσα στην σαλάτα, θυμάμαι εκείνο το τζατζίκι χωρίς άνηθο με αποκλειστικά δικαιώματα χρήσης και κατάχρησης δικά μου.

Μπερδεύω τα τραπέζια και τους λόγους εορτασμού. Αλλάζεις το τραπεζομάντηλο, βάζεις ένα έντονο κόκκινο και χαρτοπετσέτες με αστεράκια και ξάφνου έχεις Χριστούγεννα. Μπερδεύω τα τραπέζια, δεν κρατάω τις γεύσεις, κρατάω όμως ανθρώπους και εικόνες και εκείνον τον χαρταετό που φτιάξαμε όλοι μαζί οικογενειακώς και ας μην πέταξε ποτέ.