“Καταρχάς, γιατί όχι; Είναι ένα διαμάντι του παγκόσμιου ρεπερτορίου που δεν έχει σταματήσει να παίζεται παγκοσμίως. Ένα έργο που μιλάει κατευθείαν στο συναίσθημα. Πολλοί μπερδεύουν τις ομοιότητές του με τον “Πυγμαλίωνα”, στην ουσία έχει μια βασική διαφορά. Στον “Πυγμαλίωνα”, ο καθηγητής διαλέγει τον μαθητή-πειραματόζωο, ενώ στο “Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα”, η μαθήτρια διαλέγει τον δάσκαλό της. Εδώ συναντιέται η λαϊκή τάξη με την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ένα κορίτσι του μεροκάματου, του μόχθου, μια κομμώτρια που έχει κάνει πίσω πολλά από τα όνειρά της για να εξυπηρετήσει τα “θέλω” των άλλων, οικονομική επιβίωση, οικογενειακές απαιτήσεις. Γι’ αυτό τα ανοιχτά πανεπιστήμια έχουν σπουδαστές ηλικίας από 25 έως 75 χρονών. Ένα θηλυκό που θέλει να ξεφύγει από το σκοτάδι που κρατάει τους ανθρώπους, για να μην σκέφτονται, ψάχνονται περισσότερο και το ρίχνουν στη διασκέδαση, για να “ξεχνιούνται” και να μην ανοίξουν ένα βιβλίο που θα τους πάει λίγο παραπέρα από τη βασική εκπαίδευση. Πρόκειται δε, για βιωματικό κείμενο, τούτο το θεατρικό έργο. Ο ίδιος ο συγγραφέας ο Γουίλι Ράσελ, δούλεψε σε οικοδομές, ορυχεία κι έπειτα έγινε κομμωτής. Η “Ρίτα” έχει την γλώσσα της πιάτσας, δεν παριστάνει κάτι άλλο.
Μια καθαρόαιμη ερωτική κωμωδία που έρχεται να σου υπενθυμίσει ότι ποτέ δεν είναι αργά. Όλα είναι δυνατά, αρκεί να ακολουθήσουμε αυτό που προστάζει η καρδιά. Ο δε καθηγητής έχει “παραιτηθεί” όταν την συναντά. Έχει απογοητευθεί βλέποντας πως η παιδεία βγάζει “φασόν” αποφοίτους. Τα πανεπιστήμια, της λέει, βγάζουν με ειδικότητες την μόρφωση, δεν παράγουν σπουδή ευρέος φάσματος.
Τρίτη φορά που συνεργάζομαι με την Παναγιώτα Βλαντή, λειτουργεί η χημεία μας. Πέρυσι δεν δουλέψαμε μαζί. Εγώ ήμουν στην “Αστροφεγγιά” κι εκείνη έπαιξε στο Olvio, σε έργο του Τένεσι Ουίλιαμς. Δεν είναι αυτονόητο ότι θα είμαστε μαζί στο θέατρο. Απλά, όταν επέλεξα το έργο, αμέσως την σκέφτηκα. Δεν σημαίνει ότι δεν εμπιστεύομαι άλλους συνεργάτες, αλλά μαζί της έχω μια άμεση επικοινωνία και την θεωρώ ιδανική “Ρίτα” γι’ αυτή την παράσταση.
Σε ό,τι αφορά την θεατρική Αθήνα, η κρίση οδηγεί στα άκρα, με αποτέλεσμα πολλοί να έχουν μπερδέψει το “έχω κάτι να πω”, από το “κάνω την προσωπική μου οντισιόν”. Αυτό δημιούργησε μια εικόνα “πληθωρισμού”. Είναι άλλο να συσταθεί μια θεατρική ομάδα με έναν σκηνοθέτη που θα το κάνουν γιατί δεν τους γίνεται και κάποια πρόταση, κι άλλο νέα παιδιά που κάνουν μια πολιτιστική “εσωστρέφεια”. Σημασία έχει να κάνεις κάτι με στόχο, όχι να ανεβάσεις μία παράσταση γιατί δεν έχεις κάτι άλλο να κάνεις-δεν σου πρότειναν. Και στο λέω εγώ αυτό, που έχω βοηθήσει νέους καλλιτέχνες στο θέατρό μου, όντας μη επιχορηγούμενος και τους πονάω. Βλέπω και μια τάση νέων ανθρώπων που πριν καλά-καλά γνωρίσουν το θέατρο αυτοχρήζονται σκηνοθέτες, και ανεβάζουν ένα έργο που το χρησιμοποιούν για να καταθέσουν την “εφηβική” τους πλευρά ή το εικαστικό μέρος, και τελικά… το θεατρικό έργο χάνει την ταυτότητά του, μένει ο τίτλος του κι εσύ το ‘χεις κάνει μια performance. που σε πάει αλλού-δεν είναι αυτό θέατρο”…