κείμενο | άννα μαρία χατζή */* φωτογραφίες | άννα μαρία χατζή */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου
κείμενο | άννα μαρία χατζή */* φωτογραφίες | άννα μαρία χατζή */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου
Chapter four_
Το Καρπενήσι είναι νησί;
Λοιπόν, το Καρπενήσι δεν είναι νησί και βασικά είναι το εντελώς αντίθετο. Δεν βλέπει από πουθενά θάλασσα, είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1000 μέτρων πάνω στο Βελούχι και κατακλύζεται από ατελείωτα δάση με έλατα και πλατάνια. Βρίσκεται στο νομό Ευρυτανίας κατά μεσού της Ελλάδας και στην εκπνοή της Πίνδου.
Γιατί λέγεται Καρπενήσι; Χα! Αυτό είναι παραφθορά μη ελληνικών λέξεων. Το όνομα προέρχεται από το βλάχικο όνομα «Karpen-isu» που σημαίνει τόπος με πολλούς σφενδάμους, που στην πορεία έγινε Καρπενήσι. Υπάρχουν κι άλλες εκδοχές για την πρώτη ονομασία, καθώς δεν υπήρχε κάποιο επίσημο όνομα, αλλά κάπως φτάσαμε σε αυτό που είναι σήμερα.
Και αυτό που είναι σήμερα, είναι ένα πάρα μα πάρα πολύ όμορφο μέρος!
Κι εσύ νόμιζες, ότι θα περιοριστώ στην Αθήνα. Χα!
Το τριήμερο έκλεισε σε χρόνο μηδέν. Μια που το είπαμε και μια που το κλείσαμε. Βρήκαμε ένα μικρούτσικο ξενοδοχειάκι, λίγο πιο έξω από την πόλη του Καρπενησίου και τσουπ! Σε τέσσερις ωρίτσες ήμασταν εκεί (αν φύγετε Παρασκευή να το κάνετε όσο πιο νωρίς γίνεται). Πήραμε και το σκύλο μαζί, φυσικά. Φτάσαμε, βολευτήκαμε, μπανιαριστήκαμε και βγήκαμε βόλτα να τσιμπήσουμε κάτι και να ξεπιαστούμε.
Την επόμενη μέρα, μας περίμεναν στο πρωινό σπιτικές μαρμελάδες, μέλι από έλατο, ψωμάκι, αυγά φρέσκα και γραβιέρα καρπενησιώτικη. Ξεκινήσαμε τη μέρα κάνοντας βόλτα στην πόλη, η οποία είναι πολύ γραφική. Με την πλατεία της, τα πλατάνια της, τα καφενεδάκια της, τα σοκάκια της, τα μαγαζάκια με τα τοπικά προϊόντα και φυσικά τα ψηλά σημεία της με υπέροχη θέα. Περπατήσαμε όλο το «παλιό» Καρπενήσι και αποφασίσαμε ομόφωνα ότι «εδώ θα μέναμε άνετα». Δεν ξέραμε τι θα ακολουθούσε γι’ αυτό βιαστήκαμε να μιλήσουμε.
Σειρά είχε το Μεγάλο Χωριό, το οποίο είναι οι μισές και παραπάνω φωτογραφίες που έβγαλα, γιατί «ΕΔΩ θα μέναμε άνετα». Ένα αριστούργημα κρυμμένο στο βουνό. Ένα χωριό βγαλμένο από παραμύθι. Όλα πέτρινα: δρόμοι, σπίτια, πλατείες, γύρω- γύρω δέντρα, βουνά και μια ατελείωτη ηρεμία. Τα μαγαζιά στην πλατεία ήταν σχεδόν γεμάτα και ο κόσμος έκανε βόλτα στο χωριό, χάζευε και λιαζόταν. Έτσι κάναμε κι εμείς και το περπατήσαμε όλο. Καταλήξαμε και σε ένα πέρασμα λίγο πιο έξω από το χωριό, που οδηγεί σε ένα όμορφο ξύλινο γεφυράκι και μάθαμε ότι στη γύρω περιοχή έχει ωραίες διαδρομές για πεζοπορία.
Εμείς, παρόλα αυτά, καταλήξαμε στην πλατεία, κάτσαμε κάτω από τον πλάτανο να λιαστούμε για τα καλά, πήραμε έναν μερακλίδικο ελληνικό καφέ ο καθένας και από ένα κομμάτι ζεστό γαλακτομπούρεκο που μόλις είχε βγει από το φούρνο. Ποίημα! Επισκεφτήκαμε και τα κορίτσια λίγο πιο κάτω που έχουν ένα μικρούτσικο και γλυκούτσικο μαγαζάκι και πήραμε μαρμελάδα κάστανο, τσάτνεϊ κράνι και λικέρ λεμόνι, όλα από τα χεράκια τους! Έπειτα από τη φιλοξενία του Μεγάλου Χωριού, ακολούθησαν βόλτες μέχρι να δύσει ο ήλιος. Πήγαμε στο παλιό Μικρό Χωριό, στο Κλαυσί, στο Γαύρο και όπου βρίσκαμε ωραία σημεία σταματούσαμε για να απολαύσουμε τη θέα. Το βράδυ, αφήσαμε το σκυλάκι μας στο ξενοδοχείο και πήγαμε να φάμε στο «Σπίτι του Ψαρά» στο Γαύρο, όπου ανοίξαμε ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί και φάγαμε μοσχομυριστά μαγειρευτά με σπιτικά ζυμαρικά.
Για τη μέρα του γυρισμού, αφήσαμε όλη την περιπέτεια! Αποφασίσαμε να μάθουμε γεωγραφία και ιστορία μαζί. Σκεφτήκαμε, αντί να πάρουμε τον βαρετό δρόμο της Εθνικής οδού, γιατί να μην πάμε από τα χωριά να δούμε και κάτι άλλο;
Έτσι πήραμε το δρόμο για Θερμοπύλες, κατηφορίσαμε προς την Γραβιά, φτάσαμε στους Δελφούς όπου γινόταν το αδιαχώρητο, συνεχίσαμε για Αράχοβα όπου γινόταν εξίσου το αδιαχώρητο και κάπου εκεί ανάμεσα στη Λιβαδειά και τον Ορχομενό, αρχίσαμε να πεινάμε. Το ένστικτο και η λιγούρα μας για κάτι καλό, μας έβγαλε στο χωριό Υψηλάντης, σε μια παραδοσιακή ταβερνούλα την «Βρεσταμίτα». Όλα δικά τους, όλα φρέσκα, οικογενειακή ταβέρνα, μικρή, φιλόξενη, πέτρινη, με τζάκι και όλα όσα έχει μια ταβέρνα στο χωριό που σέβεται τον εαυτό της. Με γεμάτες τις κοιλιές μας, πήραμε το δρόμο της επιστροφής και μετά από τέσσερις νομούς και δεκαπέντε στάσεις, φτάσαμε στην Αθήνα.
Σίγουρα, θέλαμε κι άλλες μέρες, αλλά γεμίσαμε τα πνευμόνια μας καθαρό αέρα, τα μάτια μας με απέραντο πράσινο και γαλάζιο και τις κοιλιές μας με ένα σωρό χειροποίητα καλούδια!