
ψυχ-ανάγνωση: "μεθύσι" αξιών
συνέντευξη | νίκη ζερβού */* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου
Ο Βασίλης Μπόγδανος είναι από εκείνους τους ηθοποιούς που δεν περνούν απαρατήρητοι – όχι μόνο για το ταλέντο του, αλλά και για την ενέργεια που κουβαλά. Από την πρώτη στιγμή που τον συναντάς, νιώθεις τη ζεστασιά του, τη γενναιόδωρη ευγένεια του, τη βαθιά του πίστη στους ανθρώπους και την αισιοδοξία που τον χαρακτηρίζει.
Δεν βλέπει το θέατρο απλώς ως τέχνη, αλλά ως έναν τρόπο να επικοινωνεί, να αγγίζει ψυχές και να φωτίζει γωνιές της κοινωνίας που συχνά μένουν στη σκιά. Κοινωνικά ευαισθητοποιημένος, δεν φοβάται να πάρει θέση, να μιλήσει, να δράσει. Κι όμως, παρά τις δυσκολίες και τις προκλήσεις του χώρου, παραμένει ακλόνητα αισιόδοξος. Γιατί, όπως λέει, «πάντα υπάρχει φως – αρκεί να θέλουμε να το δούμε». Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο Βασίλης μας μιλά για την πορεία του, τις αξίες που τον καθοδηγούν, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας νέος ηθοποιός σήμερα και όλα εκείνα που του δίνουν δύναμη να συνεχίζει. Ένας καλλιτέχνης με ψυχή, με άποψη και –κυρίως– με αγάπη για τους ανθρώπους. Ο Βασίλης Μπόγδανος είναι στο rejected.gr
Β.Μ.: Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που βρεθήκαμε εδώ!
Rejected: Γιατί;
Β.Μ.: Μου αρέσει πάρα πολύ το ping-pong! Στην Ξάνθη που μεγάλωσα, είχαμε ένα μαγαζί το «Free Time», που είχε διάφορα παιχνίδια, όπως μπιλιάρδο και ping-pong. Ξημεροβραδιαζόμασταν, εκεί πέρα. Είμαι πολύ χαρούμενος που βρεθήκαμε σήμερα στο “El Paso”, γιατί ήταν από τα πρώτα μαγαζιά που μου άρεσαν στη Θεσσαλονίκη και είχα πολύ καιρό να έρθω.
Rejected: Πώς είναι να μεγαλώνεις στην Ξάνθη;
Β.Μ.: Η Ξάνθη είναι μία πανέμορφη πόλη. Έχει το βουνό, στο οποίο μπορείς πας με τα πόδια και να ανέβεις μέσα σε ένα μισάωρο και την διαπερνάει το ποτάμι, ο Κόσυνθος.
Έχει την Παλιά Πόλη, το πλακόστρωτο, είναι πραγματικά όμορφη πόλη. Βασικό χαρακτηριστικό που την ξεχωρίζει από άλλες πόλεις, είναι η μουσουλμανική της κοινότητα, η οποία είναι πάρα πολύ μεγάλη. Εγώ έζησα μαζί με αυτούς ανθρώπους και άκουγα την τουρκική γλώσσα και την πομακική διάλεκτο, από μωρό. Ο κολλητός μου, ήταν Αιγύπτιος. Γενικότερα, οι άνθρωποι στην Ξάνθη έχουν μάθει να ζουν αρμονικά μεταξύ τους και οι ντόπιοι είναι ένα- μαζί με τους ανθρώπους που θεωρούνται μειονότητες. Δεν νιώθουμε ότι μας ξεχωρίζει κάτι. Μου φάνηκε πολύ περίεργος ο τρόπος που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι το γεγονός ότι είμαι από την Ξάνθη. Μου έλεγαν “είσαι από ‘κει, ε; είσαι από την παραμεθόριο”.
Ο κόσμος δεν ξέρει ότι με αυτούς τους ανθρώπους, είμαστε αδέρφια. Υπάρχουν, προφανώς, προστριβές και κοινότητες μέσα στις κοινότητες που αντιτάσσονται στην ενότητά μας.
Το Δροσερό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, το οποίο αποτελεί κράτος αν κράτει. Οι Ρομά αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων της Ξάνθης και -αν και πολλοί έχουν καταφέρει απίστευτα αξιόλογα πράγματα- υπάρχουν και αυτοί οι οποίοι κρατάνε τα πράγματα όπως τα ξέρουν και δεν προχωράνε έτσι οι σχέσεις τους με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Είναι πολύ δύσκολο εκείνο το κομμάτι, αλλά με τους περισσότερους είμαστε φίλοι. Αυτή η συνύπαρξη με βοήθησε πολύ στο να μην κάνω διακρίσεις στη ζωή μου. Δεν μπορώ να πω “αυτός είναι ξένος”. Αυτός είναι, αυτός που είναι. Μιλάει τη γλώσσα που μιλάει, έχει την θρησκεία που έχει, έχει τις συνήθειες που έχει. Δεν έχω πραγματικά κάτι να χωρίσω με αυτούς τους ανθρώπους και αυτό, στην πραγματικότητα, είναι πολύ απλό και εύκολο να το καταλάβουν όλοι.
Rejected: Μάλλον θα μεγάλωσες και σε αντίστοιχο οικογενειακό πλαίσιο για να έχεις αυτήν την τοποθέτηση στα πράγματα.
Β.Μ.: Η μητέρα μου είναι δασκάλα και ο πατέρας μου δούλευε ως δημόσιος υπάλληλος στην Περιφέρεια, αλλά σπούδασε Θεολογία και υπάρχει ένα θρησκευτικό υπόβαθρο με το οποίο πορεύεται στην ζωή του. Η μητέρα μου ήταν δασκάλα στο σχολείο που πήγαινα. Πέρασαν όλα αυτά τα παιδιά από τα χέρια της και λέει συνέχεια πως «όλα τα παιδιά είναι το ίδιο». Και ο πατέρας μου αντιμετωπίζει τη ζωή με τον ίδιο τρόπο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, πώς είχαμε πάει μία φορά στο σούπερ μάρκετ και ήτανε μία γυναίκα Ρομά που ήταν μαζί με το παιδάκι της και πεινούσε. Μας πήγε ο πατέρας μου μαζί με την κυρία και το παιδάκι της στο φούρνο, στο σούπερ μάρκετ, της πήρε χίλια δύο πράγματα και θυμάμαι ακόμη το χαμόγελο εκείνες της κυρίας και τις ευχαριστίες που του έδωσε. Κατάλαβα τότε ότι ο πατέρας δεν αντιμετώπισε ποτέ ρατσιστικά τους ανθρώπους. Τους βοηθούσε και μέσω της δουλειάς του και έτσι έμαθε και τα καλά τους και τα στραβά τους.
Rejected: Τί λένε οι γονείς σου όταν σε βλέπουν στο θέατρο;
Β.Μ.: Οι γονείς μου είναι χαρούμενοι. Της μητέρας μου, της φαίνεται πολύ φυσικό όλο αυτό. Λέει πως ανήκω στην σκηνή. Ο πατέρας μου ασχολείται με την ποιότητα των παραστάσεων που συμμετέχω. Και γι’ αυτό, είμαι σε αυτόν τον χώρο κι εγώ. Γιατί μου αρέσει να αναζητώ και να καταπιάνομαι συνέχεια με νέα ζητήματα που με πηγαίνουν παρακάτω ως καλλιτέχνη και άνθρωπο.
Rejected: Έχεις αδέλφια;
Β.Μ.: Είμαστε τέσσερεις! Εγώ είμαι ο τρίτος. Τα δύο μεγαλύτερά μου αδέρφια είναι κορίτσια. Βλέπαμε Rebelte way, full από μικρά, ακούγαμε Άννα Βίσση, Δέσποινα Βανδή, Καίτη Γαρμπή, Spice Girls, Candy Girls, Eurovision, διαβάζαμε “σούπερ Κατερίνα”. Όλα αυτά υπήρχαν μες στο σπίτι. Εγώ συνήθως έπαιζα με τον αδελφό μου pro και ποδοσφαιράκι, αλλά είχαμε πάρει στοιχεία από τα κορίτσια και εκείνα είχαν πάρει δικά μας. Από τα κορίτσια έμαθα το “κάνε δουλειές”. Δεν υπήρχε στο σπίτι μας το “είμαι άντρας και δεν θα κάνω δουλειές”. Αυτό το μάθημα ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Και συνεχίστηκε, όταν συγκατοίκησα με την αδερφή μου και της είχα κάνει τη ζωή πατίνι το πρώτο καιρό. Είχα βάλει πλυντήριο και της είχα μικρύνει κάτι ρούχα, είχα αδειάσει ένα μπουκάλι ρακί που είχε αγοράσει, γιατί νόμιζα ότι ήταν νερό…Δεν ήξερα στην αρχή πως να ζήσω. Όταν μένεις μόνος σου δεν σε νοιάζει, ενώ όταν μένεις με κάποιον άλλον πρέπει να προσέξεις τον εαυτό σου και τον άλλον, να είσαι συνεπής, να είσαι συνετός και να κάνεις πράγματα γιατί μοιράζεσαι μαζί του τον χώρο σου και τη ζωή σου.
Rejected: Τώρα με τα αδέλφια σου κάνετε παρέα;
Β.Μ.: Τώρα, αν και μένουμε μακριά με τα αδέρφια μου, έχουμε πολύ συχνή επικοινωνία. Όταν ενηλικιωθήκαμε, καταλάβαμε ότι κάνουμε πολύ καλή παρέα. Γιατί όταν ήμασταν μικρά, απλά σπάγαμε ο ένας, τα νεύρα του άλλου.
Rejected: Στην Θεσσαλονίκη πότε ήρθες;
Β.Μ.: Το 2015 πέρασα στη φιλολογία στο ΑΠΘ. Το αγαπάω πάρα πολύ το αντικείμενο. Όταν ήμουν μικρός, δεν είχα κάποιον συγκεκριμένο στόχο, αλλά στην Πρώτη Λυκείου αγάπησα πολύ τα λατινικά και τα αρχαία. Με εντυπωσίαζε αυτός ο κόσμος. Μου άρεσε να βυθίζομαι μέσα στο κείμενο και να παλεύω με τις λέξεις του αγνώστου. Ξεκίνησα να κάνω μεταφράσεις χωρίς λεξικό. Ήμουν καλός.
Rejected: Και το θέατρο πότε μπήκε στην ζωή σου;
Β.Μ.: Με το θέατρο ξεκίνησα να ασχολούμαι στην Τρίτη Γυμνασίου σε έναν πολιτιστικό σύλλογο στο χωριό μου, στη Δράμα. Μετά κάναμε μία ομάδα στην Ξάνθη, τους «Έντιμους Απατεώνες», με μια παρέα που δεν είχαμε τι να κάνουμε το καλοκαίρι και αποφασίσαμε να κάνουμε παραστάσεις. Έκανα από μικρός μιμήσεις τους καθηγητές στο σχολείο, απομνημόνευα σκηνές από ταινίες, αλλά ποτέ δεν έβλεπα σοβαρά την ενασχόληση μου με το θέατρο. Εκεί, στο πρώτο έτος με την ομάδα μου από την Ξάνθη ανεβάσαμε «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» του Καμπανέλλη με τα τραγούδια του Ξυλούρη και τη μουσική του Ξαρχάκου. Ο Ξυλούρης μου άρεσε πάρα πολύ από μικρό και περνούσα μια φάση με την λογοτεχνία στην σχολή και τα νοήματα του κειμένου. Η μουσική και το θεατρικό βάρος του να μεταδώσεις ένα έντονο για την γενιά των νεοελλήνων, μήνυμα, η οποία δεν αλλάζει, άγγιξαν κάποια σημεία μέσα μου και ξεκίνησα να αντιλαμβάνομαι την σημασία του θεάτρου. Θυμάμαι να πιανόμαστε χέρι-χέρι με τα παιδιά του θιάσου και να τραγουδάμε το “Πότε θα κάνει ξαστεριά” και το παιδί δίπλα μου, που δεν είχε ιδέα από ιστορία, να κλαίει. Μετά μου είπε “τί ήταν αυτό; γιατί κλαίμε για τους προγόνους μας;”. Νιώσαμε τη γραμμή που μας ενώνει με τους ανθρώπους πίσω μας, όχι με την εθνικιστική έννοια, αλλά με την γνώση πως είμαστε η συνέχεια κάποιων ανθρώπων και πως φέρουμε ευθύνη να μην κάνουμε αυτά που έκαναν αυτοί και να προχωρήσουμε παρακάτω καλύτερα. Ξαφνικά η συζήτηση με τον θίασο και τους θεατές απέκτησε βάθος και κατάλαβα πως το θέατρο μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό.
Rejected: Πώς το θέατρο μπορεί να αλλάξει τους ανθρώπους; Πώς άλλαξε εσένα;
Β.Μ.: Μπορεί να φωτίσει, να σημαδέψει, να μετακινήσει τους ανθρώπους. Μπορεί να δημιουργήσει ένα καταφύγιο και μια υπενθύμιση πως κάποτε εκείνη η στιγμή είχε σημασία και πως δεν είναι όλα όπως νομίζουμε ότι είναι. Έτσι, έγινε το κλικ και σε μένα και σκέφτηκα πως θέλω να ασχοληθώ περισσότερο με την υποκριτική και μπήκα στην φοιτητική ομάδα του βιολογικού, τους «Θεάτερνταλς» και εκεί γνώρισα το θεατρικό παιχνίδι. Ήταν υπέροχη ομάδα. Με άλλαξαν σαν άνθρωπο και σαν νοοτροπία. Γνώρισα άτομα που μου άνοιξαν το μυαλό σε διάφορα θέματα, όπως τα δικαιώματα της LGBTQ κοινότητας, την queer ταυτότητα, τον σεβασμό στην μοναδικότητα, το σώμα και την φωνή του άλλου. Όλα αυτά ερχόμενος από την Ξάνθη, δεν τα ήξερα πριν. Η ομάδα αυτή με βοήθησε να διαχειριστώ πάρα πολλά θέματα εκτός θέατρου και να δω πράγματα που μου άλλαξαν τη ζωή. Το θέατρο ήταν απλά εκεί, για να μου εντείνει την αίσθηση πως αυτός ο κύκλος μπορεί να είναι πάρα πολύ δοτικός και αγνός.
Rejected: Και πώς αποφάσισες να δώσεις εξετάσεις για την σχολή του Κρατικού Θέατρου Βορείου Ελλάδος;
Β.Μ.: Στο τέταρτο έτος του σπουδών μου μπήκα σε ένα εργαστήρι υποκριτικής για ένα χρόνο και εκεί, κατάλαβα πως πρέπει να ασχοληθώ επαγγελματικά με το θέατρο. Αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με την πως σκέψη αν με πάρουν έχω πάρει το golden ticket και προχωράω και αν δεν με πάρουν δεν πειράζει. Εγώ θα συνέχιζα, έτσι κι αλλιώς, να κάνω αυτό που έκανα. Πέρασα. Έκανα έναν χρόνο παύση για να πάρω το πτυχίο της Φιλολογίας. Έπεσε ο covid και ξεκινήσαμε να κάνουμε διαδικτυακά μαθήματα στο νέο μου ταξίδι που λέγεται “Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος”.
Rejected: Ξεκίνησες σε μια πολύ δύσκολη περίοδο τις σπουδές σου στο θέατρο. Covid, καταλήψεις, κινητοποιήσεις. Πώς ήταν αυτή η περίοδος της ζωής σου;
Β.Μ.: Το πρώτο έτος μέχρι τον Φλεβάρη κάναμε μαθήματα διαδικτυακά, καταλάβαμε πως σε αυτό δεν μας βγάζει κάπου και αποφασίσαμε να κάνουμε αποχή. Δεν ήμασταν λειτουργικοί από ένα σημείο και μετά. Ευτυχώς, κάναμε μαθήματα δια ζώσης, το καλοκαίρι μπορέσαμε να αποκτήσουμε εν τέλει ένα πολύ όμορφο έτος σπουδών. Κάναμε μόλις 2 εβδομάδες διακοπές και ξεκίνησε καπάκια το δεύτερο έτος. Στο τρίτο έτος είχαμε τις καταλήψεις για το άρθρο Π.Δ.85 και τις μαζικές κινητοποιήσεις που ακολούθησαν. Έτσι, για να τελειώσουμε κάναμε ακόμη ένα καλοκαίρι μαθήματα. Πλέον όλα αυτά, παρόλο που ήταν δύσκολα, τα θυμάμαι πολύ ευχάριστα γιατί μείναμε εκεί. Δεν ξενερώσαμε, δε φύγαμε. Ήμασταν εκεί ο ένας για τον άλλον και προχωρούσαμε. Χάσαμε τις ώρες μας μπροστά από την οθόνη, χάσαμε την ελευθερία να είμαστε ο ένας κοντά στο άλλον αλλά κερδίσαμε κάτι άλλο. Αγωνιστήκαμε. Ήμουν και μέσα στις καταλήψεις. Ήταν απίστευτη εκείνη η περίοδος.
Rejected: Πώς ήταν να ζεις μέσα στο κατειλημμένο Βασιλικό θέατρο;
Β.Μ.: Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω. Πώς να περιγράψεις ότι παλεύεις ενάντια σε μια τέτοια αδικία της υποτίμησης της ίδιας σου της ύπαρξης; Προσπαθείς να ζήσεις μέσα από την τέχνη σου και από την απαρχή του χρόνου σε υποτιμούν. Και αυτή την περίοδο αυτό το αίσθημα υπάρχει γενικευμένο στο χώρο της εκπαίδευσης με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και το πόσο δύσκολο μπορεί να γίνει για έναν άνθρωπο να κάνει αυτό που ονειρεύεται σ αυτήν την χώρα.
Και σε λένε και τρελό ενώ ξέρεις πως δεν είσαι. Εμάς, μας βοήθησε πολύ η υποστήριξη του κόσμου. Μοιράζαμε συχνά φυλλάδια στην Παραλία, κάναμε τις μαζώξεις και τις εκδηλώσεις και ο κόσμος άκουγε, καταλάβαινε και συμπαραστάθηκε σε αυτό. Κοιμόμασταν σε sleeping bag, κάναμε βάρδιες, βλέπαμε συνεχώς ειδήσεις, καθόμασταν 6 η ώρα το πρωί έξω απ’ το Βασιλικό και περιμέναμε ποτέ θα μπει μέσα η αστυνομία. Κερδίσαμε πολλά εκείνη την περίοδο, αν και δεν άλλαξε κάτι ουσιαστικά. Τα πράγματα για την ακρίβεια είναι ίδια και χειρότερα στον εργασιακό τομέα. Απλήρωτες πρόβες, απλήρωτες παραστάσεις, ακυρώσεις, ανύπαρκτα συμβόλαια. Όλα αυτά υπάρχουν. Δημιουργήθηκαν κάποιες συλλογικές συμβάσεις και θα δημιουργηθεί, όταν δημιουργηθεί, η Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Πιο πολύ κερδίσαμε το ότι ήρθαμε κοντά, οι άνθρωποι της τέχνης, τόσο από ιδιωτικές, όσο κι από δημόσιες σχολές και είδαμε πως δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα. Πριν υπήρχε διαχωρισμός ανάμεσα στους καλλιτέχνες σε σχέση με την σχολή από την οποία προέρχονται, αλλά πλέον αυτό έχει αλλάξει. Είδαμε πως όλοι θέλουμε να κάνουμε την τέχνη μας για όλους τους σωστούς και καλούς λόγους. Η συσπείρωση μας έφερε κοντά. Η ένωση ήταν το μεγαλύτερο μας κεκτημένο.
Rejected: Τώρα βλέπεις τα πράγματα να αλλάζουν;
Β.Μ.: Τα πράγματα αλλάζουν, γιατί ενωνόμαστε και αυτό φαίνεται και αυτή την περίοδο με τις μαζικές κινητοποιήσεις για τα Τέμπη. Πηγαίνω στις πορείες και βλέπω κόσμο να αφυπνίζεται, να αγαπάει, να μετακινείται και να διεκδικεί το δίκιο του. Βλέπω 500.000 ανθρώπους στον δρόμο να κάνουν ενός λεπτού σιγή και ανατριχιάζω, γιατί σκέφτομαι ότι κάποια πράγματα πέρα από το γεγονός ότι είναι εξόφθαλμα, δεν μπορούν να κρυφτούν. Γιατί, συνεχώς μας λένε, πως δεν είναι αυτό που νομίζουμε και απαντάμε πως δεν είμαστε χαζοί. Όταν ενώνονται τόσοι πολλοί άνθρωποι και λένε πως δεν είναι χαζοί, τότε περνάει το μήνυμα και φαίνεται.
Rejected: Πώς νιώθεις για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτήν την στιγμή η χώρα μας;
Β.Μ.: Είναι τρομακτικό πέρα από τα ηχητικά ντοκουμέντα να ακούσεις τις συνεντεύξεις των ανθρώπων που επέζησαν και να ακούσεις όσα πέρασαν. Και έπειτα να βγαίνουν οι πολιτικοί και να λένε “εσύ αν ήξερες ότι δεν λειτουργούσαν τα τρένα, θα το έλεγες στον κόσμο; Δε θα έμπαινε κανένας μέσα”. Φτάσαμε σε σημείο να διεκδικούμε την ίδια μας τη ζωή. Η δικαιοσύνη έρχεται μετέπειτα. Αλλά το να ξέρεις πως η ζωή σου θυσιάζεται χωρίς καμία τύψη, στον βωμό του κέρδους , είναι πραγματικά τρομακτικό. Ο πόλεμος στον οποίο βρισκόμαστε, δεν είναι δικός μας. Τον έχουν ξεκινήσει άλλοι, στον βωμό των συμφερόντων. Βλέπουμε τι γίνεται και σε παγκόσμιο επίπεδο. Μας λένε πως πρέπει να προστατέψουμε το σπίτι μας. Από ποιόν; Για ποιόν λόγο; Καταστρατηγείται το δικαίωμα μας στην ζωή και στο να αγαπάμε ο ένας τον άλλος, γιατί μπαίνουν στη μέση πράματα, τα οποία δε μας αφορούν. Νιώθω πως αυτό συμβαίνει αυτήν την στιγμή.
Rejected: Είσαι αισιόδοξος; Πιστεύεις πως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα;
Β.Μ.: Πιστεύω, πως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Λίγο- λίγο όταν προσπαθούν άνθρωποι για το καλό και την συσπείρωση, νιώθω πως δε θα χάσουν. Δε γίνεται να κερδίσει ο ατομισμός. Πάντα το «μαζί», κερδίζει. Το ξέρω, το έχω ζήσει. Πάντα, όταν νιώθω απελπισία, στρέφομαι σε ανθρώπους που μου δίνουν θάρρος και με βοηθούν. Σ’ αυτήν την εποχή που τα πράγματα είναι ήδη δύσκολα και γίνονται ολοένα δυσκολότερα, αν έχω ελπίδα για κάτι είναι το “μαζί”. Όσο μοιραζόμαστε, αλλάζουμε τον εαυτό μας προς το καλύτερο και σκεφτόμαστε πριν πούμε κάτι, τα πράγματα θα πάνε καλύτερα.
Rejected: Τί σου λείπει από την θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης;
Β.Μ.: Από την θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης μου λείπει η τόλμη, η ειλικρίνεια προς πάσα κατεύθυνση και το να αφουγκραζόμαστε τι συμβαίνει όταν δημιουργούμε. Νιώθω πως- πολλές φορές- δημιουργούμε χωρίς να έχουμε αφουγκραστεί. Η τέχνη μας θα έπρεπε να πηγάζει από αυτό που συμβαίνει γύρω μας και όχι από μια ανάγκη αισθητικής καλλιέπειας και την εύρεση υψηλών νοημάτων. Τα υψηλά νοήματα μπορούν να προκύψουν σε μια πολύ απλή και ουσιαστική κουβέντα που θα κάνεις με τον φίλο σου. Πρώτα και κύρια, προέχει να αφουγκραστούμε την ζωή που υπάρχει εκεί έξω και να βγάλουμε κάτι απ’ αυτήν. Νιώθω πως πολλές φορές δεν το κάνουμε αυτό. Μιλάμε για γενικότερα νοήματα. Μιλάμε για την αγάπη, για τον πόλεμο, για την ελευθερία και λέμε λέξεις αλλοτινών εποχών χωρίς να τις εμποτίζουμε μ’ αυτό που συμβαίνει τώρα, αντί να βλέπουμε αυτό που συμβαίνει έξω και να το φιλτράρουμε μέσα από την προσωπικότητα μας. Αυτό πιστεύω πως χρειάζεται η σκηνή της Θεσσαλονίκης, και της χώρας γενικότερα, αυτή τη στιγμή.
Rejected: Έχεις συμμετάσχει σε μετρημένες, αλλά πολύ επιδραστικές δουλειές από τότε που βγήκες στην σχολή. Πώς νιώθεις για την μέχρι τώρα επαγγελματική σου πορεία;
Β.Μ.: Όλες οι δουλειές που έχω κάνει από τότε που βγήκα απ’ την σχολή ήταν απαιτητικές και με βοήθησαν να πάω παρακάτω, τόσο επαγγελματικά, όσο και πνευματικά. Από το “Προσοχή Εκτελούνται Έργα” που καταπιαστήκαμε με το έργο του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης και το πώς έχει επηρεάσει την ζωή της πόλης, μέχρι το “τί ομάδα είσαι, ρε;” που μας απασχόλησε το θέμα της οπαδικης βίας και τους «Μεθυσμένους» που αφορά τον σύγχρονο άνθρωπο και την σύνδεσή του με τους άλλους ανθρώπους. Κάθε παράσταση τεντώνει τα όρια, τόσο σωματικά, όσο και πνευματικά. Νιώθω πολύ τυχερός που συμμετείχα σε όλες αυτές τις δουλειές. Ήταν όλες, πολύ- πολύ καλές.
Πάντα το «μαζί», κερδίζει. Το ξέρω, το έχω ζήσει.
Rejected: Σκέφτεσαι το ενδεχόμενο να φύγεις στην Αθήνα;
Β.Μ.: Στην Αθήνα θέλω να φύγω, αλλά δε θέλω, ταυτόχρονα. Υπάρχουν πράγματα κάτω που μπορώ να κάνω και άνθρωποι που θα ήθελα να συνεργαστώ, αλλά νιώθω πως προς το παρόν δε θα ήθελα να φύγω. Αντίστοιχα, υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι κι εδώ. Και δεν είναι μόνο η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Μπορεί να υπάρχει μια πολύ ωραία ομάδα στα Γιάννενα ή στις Σέρρες. Αν μου ταιριάζει, θα πάω κι εκεί. Δεν μου κάνει κάποια διαφορά η τοποθεσία, εφόσον υπάρχει η ομάδα και η δουλειά που βγαίνει από αυτήν. Νιώθω όμως, προς το παρόν, πως είμαι καλά εδώ που είμαι. Πέρσι ήμουν στην Αθήνα και επέστρεψα για να φτιάξουμε τα “Σκουπίδια”: Μια performance που συμμετείχε στο 1ο Fringe Festival της Θεσσαλονίκης και αποκόμισε το πρώτο βραβείο.
Rejected: Πού βγαίνεις στην Θεσσαλονίκη;
Β.Μ.: Μένω στην Ροτόντα και έχω πολλά αγαπημένα μαγαζιά σε αυτήν την περιοχή. Μανιφέστο, Bellville sin Patron, Nτόμινο, Mικρού Μήκους και το αείμνηστο Krau που δυστυχώς έκλεισε. Μου αρέσει πάρα πολύ, επίσης, να κάνω βόλτες στην παραλιακή και το Λιμάνι. Είναι υπέροχο που μπορώ να βρεθώ δίπλα στην θάλασσα, τόσο εύκολα και δεν το είχα ποτέ μου. Και στην Αθήνα, δεν είναι τόσο εύκολη η πρόσβαση στην θάλασσα. Είναι από τους πολύ σοβαρούς λόγους που θέλω να μείνω στην Θεσσαλονίκη. Με ηρεμεί.
Καταστρατηγείται το δικαίωμα μας στην ζωή και στο να αγαπάμε ο ένας τον άλλος, γιατί μπαίνουν στη μέση πράματα, τα οποία δε μας αφορούν.
Rejected: Η παράσταση «τι ομάδα είσαι, ρε;» περιοδεύει σε γυμνάσια και λύκεια. Πώς είναι αυτή η εμπειρία για εσένα;
Β.Μ.: Πηγαίνω πρώτη φορά περιοδεία σε σχολεία με την παράσταση “Τί ομάδα είσαι, ρε;”. Η εμπειρία είναι τρομερή. Τα παιδιά έχουν διαφορά στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, απ’ ότι στο Δημοτικό, γιατί δίνονται σ’ αυτό που συμβαίνει και σκέφτονται πάνω σε αυτό. Και αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στο Γυμνάσιο, γιατί στο Λύκειο τα παιδιά έχουν προλάβει να μεγαλώσουν κάπως, πολλά παιδιά έχουν ήδη μπει στον κύκλο της βίας και κάποιες φορές έχουν μια άρνηση στο μήνυμα κατά της οπαδικής βίας, που φέρει η παράσταση. Πολλά παιδιά έχουν παίξει ξύλο ή είναι ήδη φανατικοί οπαδοί και λένε “δε συμφωνώ μ’ όσα λέτε” ή σηκώνονται και φεύγουν απ’ την παράσταση, φωνάζοντας συνθήματα. Στο Γυμνάσιο που ακόμη διαπλάθονται οι χαρακτήρες τους, το μήνυμα έρχεται και κάθεται ακριβώς. Κάνουμε ωραία κουβέντα μετά. Έρχονται συγκινημένα και λένε πως είναι άδικο αυτό που συμβαίνει εκεί έξω ή πως φοβούνται. Είναι απίστευτο πως μπορεί να αλλάξει το μυαλό του παιδιού σ’ αυτήν την ηλικία και να καταλάβει πως το ποδόσφαιρο είναι πολύ όμορφο αλλά μπορεί να γίνει και πολύ σκοτεινό. Η πιο ωραία στιγμή που έχω ζήσει είναι σ’ ένα γυμνάσιο που ρωτήσαμε δύο μαυροφορεμένα αγόρια που κάθονταν δίπλα-δίπλα τι ομάδα είναι και ο ένας ήταν ΠΑΟΚ και ο άλλος Άρης. Τους ρωτήσαμε πως και κάνουν παρέα. Είπαν πως είναι κολλητοί, αγκαλιάστηκαν και είπαν “αφού μαζί μεγαλώσαμε. Αυτό δεν αλλάζει.”
Related posts:
πέστα όλα
I cheated myself, like I knew I would
Βρε, μήπως να χορεύαμε;
Κομιξάδες της Θεσσαλονίκης
Τρεις μέρες, Μία Εποχή
φίλοι στο μεταίχμιο