at a glance
Top

Κομιξάδες της Θεσσαλονίκης: Δημήτρης Αβραμόπουλος

Κομιξάδες της Θεσσαλονίκης

συνέντευξη | ευαγγελία μαμαλιόγκα */* φωτογραφίες | γιώργος παιτής */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου

Το Comic N’ Play, η μακροβιότερη έκθεση κόμικς και επιτραπέζιων παιχνιδιών στην Ελλάδα, επιστρέφει για 22η χρονιά! Με τίτλο «Άμπρα κατάμπρα», η φετινή έκθεση φιλοξενείται στην Αποθήκη Γ στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι τη 1 Δεκεμβρίου, με δωρεάν είσοδο για το κοινό.

Με αυτή την όμορφη αφορμή, αποφασίσαμε να γνωρίσουμε μερικούς από τους δημιουργούς κόμικς που μένουν στην πόλη μας. Σειρά έχει ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Εκτός από το πλήθος τίτλων που έχει εκδώσει τα τελευταία χρόνια, διδάσκει κιόλας την τέχνη των κόμικς. Με τη χαρακτηριστική του λάμψη στα μάτια, μας συνάντησε στη «Ζώγια- Βιβλίο, τσάι & συμπάθεια». Και ξεκινήσαμε τη κουβέντα στο rejected…

Ποιό θεωρείς το πρώτο επαγγελματικό σου κόμικ;

Το κόμικ «Άγνωστες λέξεις», που έβγαλα τον περασμένο Μάιο με την Jemma Press. Είναι το πιο ολοκληρωμένο, και σαν δουλειά είναι η καλύτερη μου και βγήκε από επίσημο εκδοτικό οίκο.

Σε γνώρισα μέσα από τις αυτοεκδόσεις σου με τίτλο «STOP MAKING SENSE». Πώς προέκυψαν αυτά τα τεύχη;

Ήταν μια περίοδος που έψαχνα να βρω ένα στυλ με το οποίο να νιώθω άνετα και να είναι και αναγνωρίσιμο από τους αναγνώστες. Ψαχνόμουν γενικώς, διάβαζα πάρα πολλά πειραματικά κόμικς για να δω πώς παίζουν με το μέσο και τη γλώσσα. Οπότε το STOP MAKING SENSE το είδα σαν πείραμα, να παίξω με τεύχη με μικρές ιστορίες και κάθε φορά να προσθέτω κάτι που να κλείνει το μάτι σε αυτόν που τα διαβάζει. Ήταν όλα τα τεύχη μικρά πειράματα. Στο πρώτο τεύχος αυτό που μού φάνηκε αστείο και χαιρόμουν μόνος μου ήταν ότι για να διαβάσεις τη δεύτερη ιστορία έπρεπε να γυρίσεις το βιβλίο ανάποδα από ότι το κρατούσες, για να διαβάσεις την τρίτη πάλι το ίδιο, έκανες έτσι έναν κύκλο το βιβλίο. Τα επόμενα τεύχη ακολούθησαν την ίδια λογική, του πειραματισμού. Το δεύτερο είχε πολύ μικρές ιστορίες, το τρίτο ήταν βουβό. Το τέταρτο και το πέμπτο τεύχος ήταν πιο λογοτεχνικά. Έγραφα πολύ περισσότερο, έκανα μεγάλες αφηγήσεις. Ήταν η φάση που ξεκίνησα να διαβάζω περισσότερα λογοτεχνικά βιβλία από κόμικς και νομίζω φαίνεται αυτή η στροφή. Τώρα σκέφτομαι να κάνω και έκτο τεύχος.

 Γιατί ως νέος δημιουργός επιλέγεις να σχεδιάζεις αναλογικά;

Μού αρέσει το χέρι οπότε τα κάνω όλα με το χέρι εκτός από το χρώμα που μπαίνει ψηφιακά αναγκαστικά. Ο κοινά αποδεκτός λόγος είναι ότι είναι πιο ωραία η αίσθηση με το χαρτί και το μελάνι που το βλέπεις να κυλάει πάνω του. Η άλλη άποψη, που οι περισσότεροι δε συμμερίζονται, είναι ότι είναι πιο γρήγορο από το ψηφιακό. Το χέρι μου είναι πιο άνετο, ξέρω πώς να το κουνάω. Έχω το σχεδιαστήριο μου, έχω τα εργαλεία μου, ξέρω πώς λειτουργεί το καθένα, ξέρω πότε χαλάει η μύτη τους. Είναι και λίγο απομόνωση, δε θέλω να έχω το ίντερνετ ή έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή σε ό,τι κάνω. Κάποια πράγματα πρέπει να τα κάνουμε μόνα τους για να τα απολαμβάνουμε καλύτερα. Και το σχέδιο σίγουρα είναι ένα από αυτά. Προφανώς χρησιμοποιώ και υπολογιστή αλλά προσπαθώ να το περιορίζω, να απολαμβάνω το κάθε αντικείμενο όπως είναι. Επίσης κάπως με δυσκολεύει να βάλω το μελάνι στην ταμπλέτα. Όταν έχω το χαρτί, χρησιμοποιώ Α3, μπορώ να πάω λίγο πιο πίσω, να κοιτάξω τι μού αρέσει και τι όχι, δε χρειάζεται να ζουμάρω και να ξεζουμάρω. Αυτή νομίζω είναι η μεγαλύτερη ειδοποιός διαφορά. Επιπλέον, μού αρέσει πάρα πολύ ότι δεν έχω μεγάλο περιθώριο λάθους. Δε μπορώ να κάνω αναίρεση, πρέπει να σκεφτώ. Αν κάνω κάποιο λάθος πρέπει να σκεφτώ πώς να το διορθώσω ή να το καλύψω. Δεν εθίζομαι στην αναίρεση κι έτσι το σχέδιο κρατάει την αυθεντικότητα του.

Τόσο το τελευταίο σου κόμικ με τον Μάρκο Ευλογημένο “NOBODY LAUGHS HERE ANYMORE” όσο και το κόμικ σου που ετοιμάζεται να εκδοθεί τώρα, πλησιάζουν στην κατηγορία του τρόμου. Τι σε οδηγεί προς αυτή την κατεύθυνση;

Τόσο καιρό έγραφα για πράγματα που μού έβγαιναν αβίαστα, έχω την τάση να γράφω μελαγχολικά για κάποιον λόγο, οπότε σε όλα τα κόμικς μου υπήρχε μια μελαγχολία. Βέβαια έχουν και πλάκα, διάβαζα το «Άγνωστες λέξεις» και σκεφτόμουν «α, εδώ μπορεί να γελάσει κάποιος». Αλλά επειδή μού αρέσει ο τρόμος ήθελα να τον βάλω σε αυτά που φτιάχνω. Μού αρέσουν πάρα πολύ οι ταινίες τρόμου, τις λατρεύω, συνήθως αν δω ταινία θα είναι τρόμου, οπότε σίγουρα με έχει επηρεάσει αυτό. Μού φαίνεται ενδιαφέρον το για ποιον λόγο μάς αρέσουν οι ταινίες τρόμου, για ποιον λόγο μάς αρέσει να βλέπουμε κάτι που θα μάς τρομάξει, θα μάς κάνει να αισθανθούμε άσχημα ή περίεργα. Και έχει πολύ ενδιαφέρον πώς μπορεί να γίνει αυτό σε ένα βιβλίο, σε ένα κόμικ, που είναι στατικό, δε μπορεί να σού πετάξει κάτι στο χαρτί όπως κάνει στην οθόνη, δεν είναι εύκολο. Μού αρέσει πάρα πολύ ο ψυχολογικός τρόμος και το ακατάληπτο, αυτό που δε μπορείς να το πλησιάσεις, που είναι περίεργο αλλά βγάζει και κάποιο νόημα αν το παρατηρήσεις. Αν παρατηρήσεις πολύ κάτι που δε βγάζει νόημα, αρχίζει να βγάζει νόημα. Όμως ακριβώς επειδή ο τρόμος είναι κάτι που αγαπώ δυσκολεύομαι να τον εκφράσω δομημένα, δε μού βγαίνει αβίαστα, ίσως γιατί θέλω να βγει τέλειο, είναι πολύ περίεργο. Μπορεί μετά να γράψω κάτι πολύ αστείο, ποιος ξέρει; Ο τρόμος κολλάει πάρα πολύ με την κωμωδία.

Το καινούργιο κόμικ μου το είχα ξεκινήσει πέρσι, μού είχαν μείνει μόνο τριάντα σελίδες, και το ολοκλήρωσα τώρα. Θα το εκδώσω με ένα κομιξάδικο στην Αθήνα, το Relax Your Soul Comics. Είναι ένα βουβό κόμικ τρόμου, είναι κάπως σαν σκοτεινό παραμύθι που δε βγάζει ακριβώς νόημα αλλά μπορεί και να βγάζει, έχει κάποια τέρατα που δεν είναι ακριβώς τέρατα, είναι λίγο ακατάληπτο και μού αρέσει πολύ. Αφορά λίγο και τα ψέματα και τα μυστικά. Λέγεται «Caramel» και είναι για μια κοπέλα που τη λένε Καραμέλα και δουλεύει σε ένα εργοστάσιο κουτιών. Μια φίλη μου μού πρότεινε τη λέξη πριν καν σκεφτώ αυτό το κόμικ, προσπαθούσα γενικώς να σκεφτώ περίεργες λέξεις που να ακούγονται ωραία στο αυτί και δε μπορούσα να σκεφτώ καμία. Και μού είπε «καραμέλα» και μού άρεσε οπότε την έκλεψα και την έβαλα για τίτλο.

Το φετινό θέμα του Comic N’ Play είναι η μαγεία. Τι σημαίνει μαγεία για εσένα; Την εντοπίζεις στην καθημερινότητα ή μόνο στα παραμύθια;

Μαγεία είναι πολλά πράγματα. Η τέχνη γενικώς είναι μαγεία. Τα κόμικς, για να είμαι εντός θέματος, είναι μαγικά γιατί βλέποντας μια σελίδα που συνδυάζει εικόνα και λόγο, αμέσως προσλαμβάνεις ένα νόημα. Μού φαίνεται πολύ μαγικό να μπαίνεις στον κόσμο του άλλου, να καταλαβαίνεις κάτι για αυτόν μόνο από κάτι που σού δείχνει στο χαρτί. Το να μπορείς να μοιραστείς πράγματα, να ταυτιστείς, να νιώσεις ότι δεν είσαι μόνος σου στη χαρά ή τη λύπη σου, είναι πολύ ωραία αίσθηση. Το να διαβάζεις είναι σαν να μπαίνεις σε μικρούς κόσμους, να μεταπηδάς από τον έναν στον άλλον και να ρίχνεις κλεφτές ματιές. Ίσως είναι και λίγο η ηδονοθηρία του πράγματος, το ότι διαβάζοντας ένα βιβλίο μπαίνεις λίγο στο μυαλό του συγγραφέα. Μαγεία είναι το πώς οι λέξεις βγάζουν ένα νόημα όταν μπαίνουν στη σειρά και καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον, παρόλο που το θεωρούμε δεδομένο. Μαγεία επίσης είναι ο χρόνος, ότι τον αντιλαμβανόμαστε κάπως παρόλο που είναι δύσκολη έννοια.

Πόσα χρόνια συμμετέχεις στο Comic N’ Play;

Το Comic N’ Play ήταν το πρώτο φεστιβάλ που πήγα ποτέ και ήμουν πολύ χαρούμενος γιατί έψαχνα τρόπο να χωθώ στη φάση και αυτό ήταν σοβαρή αφορμή να αρχίσω να ασχολούμαι. Το 2019 συμμετείχα για πρώτη φορά, στην έκθεση «Ένας καινούργιος κόσμος». Αυτή θα είναι η τέταρτη χρονιά μου, πωπω, μεγαλώνω.

Έχεις κάποιον αγαπημένο καλλιτέχνη;

Πάρα πολλούς. Θα ξεκινήσω από έναν που ανακάλυψα τώρα και μού άρεσε. Είναι ένας Καταλανός συγγραφέας που λέγεται Sergi Pàmies. Στο βιβλίο του «Μπορείς να φας λεμόνι και να μη ξινίσεις τα μούτρα σου;» έχει μικρές ιστορίες και μού φάνηκε πολύ ωραίος ο τρόπος που τις προσεγγίζει και μου θύμισε ως έναν βαθμό και τον δικό μου τρόπο γραφής. Μού αρέσει και ο David Foster Wallace συγγραφικά πάρα πολύ. Από αυτόν νομίζω ξεκίνησε και η όρεξη μου για πειραματισμό επειδή έχει πολύ πειραματική γραφή. Από τον χώρο των κόμικς μού αρέσουν οι Daniel Clowes, Charles Burns και Nick Drnaso. Από τον κινηματογράφο μού αρέσει ο Jonathan Glazer.

Γιατί επέλεξες τα κόμικς ως μέσο για να εκφραστείς;

Στα κόμικς νομίζω ότι ο αναγνώστης είναι πιο ενεργός από ότι σε όλες τις άλλες τέχνες. Του δίνεις εικόνες, μπορείς να τον χειραγωγήσεις αλλά μπορεί να γυρίσει πίσω ή να πάει πέντε σελίδες μπροστά και να καταλάβει τι γίνεται. Έχει ελευθερία, όση βέβαια τού δίνει ένα βιβλίο, αλλά έχει απόλυτη εξουσία πάνω του. Ένας άλλος λόγος είναι ότι συνδυάζει την εικόνα και τον λόγο. Μού αρέσει να ζωγραφίζω, μού αρέσει να γράφω, δεν είμαι πολύ καλός ούτε στο ένα ούτε στο άλλο αλλά συνδυαστικά είμαι καλός στο να κάνω κόμικς. Νιώθω άνετα σε αυτόν τον χώρο. Επίσης επειδή μού αρέσει να διαβάζω κόμικς, από μικρός διάβαζα πολλά.

Πες μου τρία τυχαία πράγματα για τον εαυτό σου.

1)Κάνω αναρρίχηση.

2)Μου αρέσει πολύ να παίζω ποδόσφαιρο, αλλά σιχαίνομαι να βλέπω. Γιατί να κοιτάω δύο ώρες, ενώ μπορώ να παίξω; Μου αρέσουν τα παιχνίδια.

3)Κάνω συλλογή με καπάκια μπύρας, μέχρι στιγμής έχω περίπου 150. Μου αρέσει η μπύρα. Και το τσάι.

Γιατί διάλεξες τη «Ζώγια» για τη συνέντευξη;

Μου αρέσει η ησυχία και εδώ μέσα έχει τύχει να γράψω πολλές φορές τις ιστορίες μου, δε νιώθω άνετα να το κάνω παντού αυτό, χρειάζομαι γαλήνη. Και επίσης έρχονται και παππούδες εδώ, που έχουν πολλή πλάκα να τους παρατηρείς, πολύ περισσότερη από τους φοιτητές.

Υπάρχει κάποια σκέψη που σε κρατάει ξύπνιο το βράδυ ή κάποια που σε σηκώνει από το κρεβάτι το πρωί;

Πριν λίγες μέρες πήγα να δω τον «Εξορκιστή» στο σινεμά. Ήταν ο μεγαλύτερός μου φόβος όταν ήμουν μικρός, τον είχα δει όταν ήμουν 15 χρονών και πήγαινα ακόμη βίντεο κλαμπ, και αποφάσισα ότι τώρα έπρεπε να τον δω στη μεγάλη οθόνη, να μη μπορώ να κρυφτώ. Μου φάνηκε, πάλι, πολύ τρομακτική ταινία και δε μπορούσα να κοιμηθώ, σκεφτόμουν τι έλεγε, τη φάτσα από το κοριτσάκι. Με πήρε τελικά ο ύπνος αλλά ξύπνησα μετά από δύο ώρες με την ταινία πάλι στη σκέψη μου. Οπότε θα πω τον «Εξορκιστή», κοιμήθηκα με τη σκέψη του και ξύπνησα με τη σκέψη του. Γενικώς, αν δω ή διαβάσω κάτι που με σοκάρει θα το σκέφτομαι για πολύ καιρό και δε θα μπορώ να δω άλλη ταινία ή να διαβάσω άλλο βιβλίο για λίγο.

Η συνέντευξη μετατράπηκε σε συζήτηση και το απόγευμα μας έγινε λίγο πιο φωτεινό. Με τον Δημήτρη και τα πανέμορφα κόμικς του ανανεώσαμε το ραντεβού μας για τις 29 Νοεμβρίου, στο Comic N’ Play, στην Αποθήκη Γ στο Λιμάνι Θεσσαλονίκης!

Instagram: avram.cartoonist