at a glance
Top

Σωτήρης Τσαφούλιας

σωτήριος παρονομαστής

συνέντευξη | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | δομνίκη μητροπούλου */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου

“Ένα μικρό συζυγικό έγκλημα που δεν θα έπρεπε να είχα διαπράξει, όταν ήμουν παντρεμένος; Δεν θα έπρεπε να κουβαλάω τη δουλειά στο σπίτι μου. Αυτό είναι ένα “μικρό συζυγικό έγκλημα” που όλοι κάνουμε.  Ένα από τα πολλά. Καμιά φορά, το “βάρος” μιας δουλειάς, γίνεται “βάρος” μιας σχέσης που δεν της αναλογεί και έπειτα τα πράγματα αρχίζουν και παίρνουν μια άλλη τροπή. Με ρωτάς, αν σήμερα στις ανθρώπινες σχέσεις το “για πάντα” είναι βιώσιμο…Εξαρτάται από το πως ορίζει το “για πάντα” κάποιος σε μια σχέση. Το “για πάντα” για κάποιον μπορεί να σημαίνει δύο μήνες, για άλλον δέκα χρόνια ή μια ζωή. Η γνώμη μου είναι ότι κανείς δεν πρέπει να λέει “ποτέ” και “για πάντα”. Γιατί, ποτέ δεν ξέρεις τί θα συμβεί την επόμενη μέρα. Αλλά, το θεωρώ και εφικτό, μια σχέση ανθρώπων να χαρακτηρίζεται από το “για πάντα”. Γενικά, δεν θεωρώ τίποτα ανέφικτο στις ζωές των ανθρώπων και ειδικά στις σχέσεις τους. Δεν μου αρέσει η φράση “θέλει δουλειά και κόπο για μια σχέση”. Προσωπικά, αν αισθανθώ ότι για να κρατήσω μια σχέση “θέλει δουλειά και κόπο”, για μένα η σχέση έχει τελειώσει. Πιστεύω πως κάποια πράγματα πρέπει να κυλούν αβίαστα. Εφόσον, είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, σέβεσαι τους συνανθρώπους σου και εκείνος τους δικούς του, δεν βλέπω γιατί το “για πάντα” να μην είναι εφικτό”. Ο Σωτήρης Τσαφούλιας στο rejected

Ποιά η διαφορά ανάμεσα στον έρωτα και την αγάπη; Οι άνθρωποι έχουμε μάθει να βάζουμε ταμπέλες στα πάντα. Και μάλιστα, με στάδια. Ακούω ανθρώπους να λένε “είναι η καψούρα, μετά ο έρωτας και έπειτα έρχεται η αγάπη”. Πλησιάζω στα πενήντα μου χρόνια και μπορώ να σου πω, πως αν δεν αγαπήσεις έναν άνθρωπο δεν μπορείς να τον ερωτευθείς. Η αγάπη είναι ο έρωτας χωρίς τα τοξικά του σημεία. Με ρωτάς για τις αξίες της δικής μου ζωής….οι αξίες δεν συγκρίνονται μεταξύ τους, είναι δύσκολο να ταξινομηθούν. Δεν είναι σαν τις αρχές που μία μπορεί να υπερτερεί της άλλης. Γι αυτό και πολύ συχνά, ακούω τους ανθρώπους να λένε ότι έχουμε κρίση αξιών. Δεν έχουμε κρίση αξιών, αλλά κρίση αρχών. Απλά, μπερδεύουμε τα δύο, γιατί χωρίς να το καταλάβουμε μετατρέπουμε τις αξίες σε αρχές. Κι αυτό το κάνουμε πώς; Σου λέει ο άλλος “σ΄αγαπώ” και εσύ απαντάς “πόσο;”. Προσπαθείς να βάλεις ποσότητα σε μία αξία. Κι έτσι, τροποποιείς μια αξία σε αρχή. Για μένα, η φιλία είναι μια από τις μεγαλύτερες αξίες της ζωής. Η αγάπη- φυσικά και ο σεβασμός. Αν έπρεπε να διαλέξω μία για πρώτη, που δεν μου αρέσει να διαλέγω, νομίζω θα έβαζα την αγάπη”.

“Με αφορμή το θεατρικό “η αξία της ζωής” δεν είναι το βάρος μιας απώλειας που μας συνθλίβει. Είναι ο τρόπος που κουβαλάμε την απώλεια. Όπως μεταφέρεις ένα βαρύ έπιπλο, αν το σηκώσεις με τη μέση θα πάθεις ζημιά, αν το τοποθετήσεις στη πλάτη σου λίγο καλύτερα…έχουμε δει ανθρώπους να κουβαλάνε και ψυγεία. Όσο μεγαλώνουμε οι άνθρωποι, διαχειριζόμαστε την απώλεια πιο βαριά, γιατί τη βλέπουμε να μας “χαιρετάει” πιο έντονα. Όταν αρχίσει και “καλεί τη σειρά μας”, για να το πω κωμικά. Όταν αγαπάς ένα άνθρωπο πραγματικά, πρέπει να αγαπάς και το “θάνατό” του. Την ολότητα της θνητής του ύπαρξης. Από τη στιγμή που το καταλάβουμε αυτό και πάψουμε να ζούμε σαν “ιδιοκτήτες” και σαν “αθάνατοι” σε αυτή τη γη, τότε όλα θα φτιάξουν. Όταν θρηνούμε για έναν άνθρωπο, να τον θρηνούμε -όχι για τη δική μας εγωιστική πλευρά, ότι “εγώ δεν θα τον έχω”- αλλά για τη ζωή που δεν έζησε στην ηλικία που έχει φύγει, τι έχει γίνει. Πιστεύω ότι πρέπει να τιμάμε περισσότερο τις στιγμές που έζησε ένας άνθρωπος, περισσότερο από αυτές που δεν πρόλαβε να ζήσει. Ο θάνατος είναι μέρος της ζωής, η ζωή είναι μέρος του θανάτου, και κανένα από τα δύο δεν είναι “μέρος του άλλου”. Γιατί εκεί που αρχίζει το ένα, τελειώνει το άλλο”. Το βάρος της απώλειας πρέπει να το φιλοσοφούμε όσο γίνεται περισσότερο, γιατί αυτό βοηθάει στη ζωή. Να προχωράς παρακάτω. Γιατί αυτό είναι και η φιλοσοφία…η επιστήμη του θανάτου”.

Sometimes I feel like I don't have a partner
Sometimes I feel like my only friend
Is the city I live in, the city of angels
Lonely as I am, together we cry
I drive on her streets 'cause she's my companion
I walk through her hills 'cause she knows who I am
She sees my good deeds and she kisses me windy
Well, I never worry, now that is a lie

“Γιατί επέλεξα να σκηνοθετήσω τον “Επισκέπτη”- παράσταση που θα ανέβει και στο Ράδιο Σίτυ Θεσσαλονίκης; Ήταν η καλύτερη συλλογιστική από πλευράς διαλόγου, από πλευράς συγγραφέα που έχω διαβάσει, ανάμεσα σε κάποιον που πιστεύει στην ύπαρξη ενός ανώτερου πλάσματος που λέγεται Θεός και σε εκείνον που δεν πιστεύει. Είναι ένα “ζυγισμένο” έργο στα επιχειρήματά του, δεν δίνει απαντήσεις, σέβεται εξίσου και τις δύο πλευρές. Είναι μια φράση που είπε ο Ντοστογιέφσκι…”αυτός που πιστεύει, δεν πιστεύει ότι πιστεύει. Κι αυτός που δεν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι δεν πιστεύει”. Πολύ καλύτερα το είχε πει ο Λιαντίνης, το έργο αυτό ακουμπά στη τοποθέτηση του καθηγητή Λιαντίνη…ότι “όποιος πιστεύει στο Θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό Θεό. Όποιος δεν πιστεύει στο Θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό άνθρωπο. Όποιος πιστεύει και δεν πιστεύει, έχει μέσα του ζωντανό το νόμο της φύσης. Απλά και καταληπτά στο μέτρο του ανθρώπου, ζει το θαύμα του κόσμου”. Όπως το ταλέντο και η πίστη τρέφονται και κρύβονται στην αμφιβολία, και επειδή η σιγουριά είναι κακό πράγμα, το έργο αυτό παρουσιάζει δύο εκ διαμέτρου σίγουρες και αντίθετες θέσεις, που η μία επηρεάζει την άλλη, δίχως η μία να χάνει το σεβασμό της για τη πίστη της, προς την άλλη. Αυτό, άλλωστε, το θεωρώ κι ένα κομβικό σημείο για την επιλογή του κειμένου”.

I don't ever wanna feel
Like I did that day
Take me to the place I love
Take me all the way
I don't ever wanna feel
Like I did that day
Take me to the place I love
Take me all the way
Yeah, yeah, yeah

“Με ρωτάς αν φανταζόμουν τη τεράστια επιτυχία της παράστασης με τον Γιάννη Μπέζο και το Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη…Στις “Αινιγματικές Παραλλαγές” πίστεψα από τη πρώτη στιγμή που διάβασα το έργο. Ήταν το 2015 που μου το έδωσε ο Πυγμαλίωνας. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να έρθει η συνθήκη της υλοποίησης. Από όταν είδα τη τελική “σύνθεση” με το Γιάννη Μπέζο και είδα το τρόπο που δουλέψαμε- εγώ πίστευα στη δύναμη αυτού του κειμένου. Πίστευα ότι θα πάει καλά. Δεν περίμενα το τεράστιο βαθμό επιτυχίας που έχει κάνει. Αλλά, είναι ένα λυτρωτικό κείμενο. Μέσα από την απώλεια και το δύσκολο, πραγματεύονται το φως και την έξοδο του ανθρώπου μέσα από τις καταστάσεις. Μου άρεσε πολύ αυτό που σου δίνει το έργο…αν αλλάξουμε την οπτική μας απέναντι στα πράγματα, μπορεί ένα πράγμα που μας διχάζει, ακριβώς το ίδιο, να γίνει αυτό που μας ενώνει”.

“Ποιό στοιχείο του χαρακτήρα του Πυγμαλίωνα ζηλεύω; Με την καλή έννοια ζηλεύω και θαυμάζω την επαγγελματική παιδικότητα που προσεγγίζει ένα έργο. Το “γιατί” του. Είναι ωραίο να πηγαίνεις σε έναν ηθοποιό ένα κείμενο και να σου λέει “μου αρέσει, θέλω να το κάνω, αλλά πες μου το “γιατί””. Γιατί θες να το κάνεις. Θέλει να βρίσκει “τα πράγματα”. Η επαγγελματική παιδικότητα λείπει στις μέρες μας. Η σοβαρότητα, με την οποία παίζαμε παιδιά. Θυμάσαι όταν είμασταν παιδιά, είτε με τα αυτοκινητάκια, είτε με τα playmobil, πόσο σοβαρά αντιμετωπίζαμε το παιχνίδι; Να κλάψουμε, να γελάσουμε, να τσακωθούμε, ήταν σοβαρά τα πράγματα αυτά. Ο Πυγμαλίωνας αντιμετωπίζει με παιδικότητα τα πράγματα. Και -αυτό είναι στοιχείο που το έχω κι εγώ- δεν τον ενδιαφέρει να είναι αυτός καλός. Τον ενδιαφέρει να είναι καλή όλη η ομάδα, για να επικοινωνηθεί καλύτερα το έργο”.

“Ο Γιάννης Μπέζος είναι παραγωγός της παράστασης “Μικρά Συζυγικά Εγκλήματα”. Με ρωτάς αν είδα κάτι διαφορετικό από εκείνον στην καρέκλα του παραγωγού. Όχι. Ο Γιάννης ήταν έκπληξη από τη πρώτη στιγμή. Έχω συνεργαστεί με σπουδαίους και μεγάλους ηθοποιούς. Η ευγένεια, η δοτικότητα και το χιούμορ του Γιάννη- κόντρα σε όπως θέλουν κατά καιρούς να τον παρουσιάσουν τα μέσα, για οποιουσδήποτε λόγους- είναι εντυπωσιακοί. Είναι ένας απίστευτος “εργάτης”, ένας μαγικός δάσκαλος, ένας υπέροχος μαθητής ανοιχτός και δεκτικός σε πολλά πράγματα. Δεν είδα καμία διαφορά. Όπως ήταν ως ηθοποιός, ήταν και ως παραγωγός. Να συνεργαστεί, να σου δώσει από το κάθε πόστο όσα περισσότερα πράγματα μπορεί για το καλό της παράστασης. Φαντάσου ότι μιλάμε στο τηλέφωνο σχεδόν μέρα παρά μέρα, χωρίς να έχουμε κάτι συγκεκριμένο να πούμε. Έτσι…”σε πήρα να δω τι κάνεις, πως ήταν η μέρα σου”. Έχουμε αναπτύξει μια υπέροχη σχέση και τον λατρεύω”.

“Ποιό είναι το πρώτο πράγμα που έχω κρατήσει από τις “17 κλωστές”; Η σχέση που ανέπτυξα στα γυρίσματα και διατηρώ ακόμα με το Πάνο Βλάχο. Ήταν μια μαγική συνεργασία, ήταν η καλύτερη στιγμή της μέχρι τώρα καλλιτεχνικής πορείας μου. Και από το πως βίωσα το γύρισμα με τους ηθοποιούς τους τεχνικούς, μέχρι το τελικό αποτέλεσμα. Ήταν μια δουλειά που συχνά λέω κάνω αναφορά….η προγιαγιά μου, που την πρόλαβα, πέθανε όταν ήμουν αρκετά μεγάλος. Η προγιαγιά μου, στα τελευταία της χρόνια, είχε άνοια. Δεν αναγνώριζε ούτε τη κόρη της, ούτε εμάς. Αλλά, άμα της ζητούσες να σου διηγηθεί μια ιστορία από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που τον έζησε στο πετσί της, στην έλεγε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Πιστεύω πως, αν φτάσω ποτέ στα χρόνια της και αν έχω άνοια, την εμπειρία των Κυθήρων θα την περιγράφω με λεπτομέρεια. Τέλος, κρατάω την έναρξη -κατά τη γνώμη μου- της διαδρομής της σχέσης μου, με το Πάνο Βλάχο”.

“Αν ζούμε την εποχή όπου τα Μ.Μ.Ε. αλλοιώνουν τον χαρακτήρα των ανθρώπων που εκτίθενται; Τον αλλοιώνουν, τον “δολοφονούν”, τον εξυψώνουν, τον εκμαυλίζουν, τον εξιδανικεύουν, ότι βολεύει την εκάστοτε στιγμή. Αφού έχεις την δυνατότητα να κατέχεις τηλεοπτικό, ραδιοφωνικό ή δημοσιογραφικό λόγο, ουσιαστικά εσύ είσαι ο υπεύθυνος για την εικόνα ενός ανθρώπου που δεν έχει το ίδιο μέσο. Αν αύριο, τα κανάλια αποφασίσουν να βγάλουν εμένα, χείριστο ή μέγιστο, εγώ δεν έχω τρόπο να αμυνθώ ή να απαντήσω σε αυτό. Θα διαμορφώσουν τα πράγματα, όπως θέλουν. Από εκεί και πέρα, πολλές φορές γίνονται πράγματα δικαιολογημένα, άλλες φορές αδικαιολόγητα, να φεύγει η προσοχή μας από διάφορα και να ανακυκλώνεται μία ένταση- για να είναι μονίμως ο κόσμος φοβισμένος και πιεσμένος μέσα από τα Μ.Μ.Ε.. Ναι, τα μέσα μπορούν να κάνουν τα πάντα”.

It's hard to believe that there's nobody out there
It's hard to believe that I'm all alone
At least I have her love, the city, she loves me
Lonely as I am, together we cry

“Παλιά ερχόμουν Θεσσαλονίκη και καθόμουν ένα-δύο μήνες. Τα τελευταία χρόνια έρχομαι μόνο για καλλιτεχνικούς λόγους. Δεν μπορώ να σου πω, ότι την έχω ζήσει τόσο πολύ, ώστε να βρω κομμάτια της που “με χαλάνε”. Έχω ένα φίλο που λατρεύει τη Θεσσαλονίκη, αλλά μου είπε “αν κάτσεις λίγο παραπάνω, αρχίζεις και βλέπεις τα κουσούρια της Αθήνας”. Όπως και εγώ ζώντας Αθήνα, ξέρω τα άσχημά της πόλης μου. Εμένα μου αρέσουν οι ρυθμοί της Θεσσαλονίκης, γιατί είναι ξένοι σε μένα. Θεωρώ ότι η Θεσσαλονίκη έχει μια ποιότητα ζωής και κουλτούρας, που η Αθήνα ακόμα δεν την έχει, παρά τα περισσότερα θέατρα. Ίσως αυτό, διατηρεί τη Θεσσαλονίκη-διψάει ακόμα για πράγματα. Έχει υπέροχο φαγητό, δρόμους…μόνο καλά λόγια μπορώ να λέω για τη πόλη”.

“Ποιά είναι μια καλή παράσταση, για μένα; Αυτή που θα μετακινήσει κάτι μέσα μου. Θα με δονήσει. Είναι να φύγω από το θέατρο και κάτι να έχει τεθεί σε αμφισβήτηση εντός μου. Προκειμένου να το ξαναβρώ, να το σιγουρέψω ή να το αλλάξω. Μια καλή παράσταση είναι η ειλικρινής, η άμεση. Μια παράσταση που έχει τη διάθεση να μη χαρακτηρίζεται σε κανένα της στοιχείο από ναρκισσισμό και να μη θέλει να μου δημιουργήσει απορίες. Δηλαδή, να φύγω και να προβληματιστώ για κάτι, όχι να αναρωτηθώ για ότι είδα ή να κληθώ να σχολιάσω μία θέση ή ένα μήνυμα. Να μου δημιουργήσει ερωτήσεις. Έχεις παρατηρήσει ποτέ, πόσα κοινά γράμματα έχει η λέξη ερώτηση, με τη λέξη έρωτας”;

Yeah, yeah, yeah
Oh, no, no-no, yeah, yeah
Love me, I say, yeah yeah
One time

“Το μεγαλύτερο κοινωνικό μας πρόβλημα-δεν ξέρω αν είναι το μεγαλύτερο, αλλά θα έπρεπε- είναι το να αλλάξει η πολιτική νοοτροπία στη χώρα. Είμαι υπέρ της κατάργησης της βουλευτικής ασυλίας. Οι θέσεις ευθύνης έχουν ευθύνες και δεν μπορεί σε επίπεδο διακυβέρνησης μιας χώρας να κρύβεται με πολιτική ασυλία- ειδικά στο θέμα των Τεμπών- αλλά και οτιδήποτε άλλο. Σε αυτές τις καρέκλες πρέπει να κάθονται άνθρωποι όσοι μπορούν να αναλάβουν το κόστος ευθύνης ενός τόσο μεγάλου έργου, σε όποιο τομέα. Επιπλέον, μεγάλο πρόβλημα είναι οι κοινωνικές ανισότητες. Νομίζω, το ουσιαστικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι ότι προσποιούμαστε. Προσποιούμαστε ότι έχουμε δημοκρατία. Προσποιούμαστε ότι έχουμε μια οικονομία που είναι σε άνοδο. Προσποιούμαστε ότι έχουμε ελευθερία λόγου και έκφρασης. Προσποιούμαστε ότι έχουμε ασφαλή μέσα μεταφοράς. Προσποιούμαστε, προσποιούμαστε, προσποιούμαστε. Προσποιούμαστε, γιατί; Δεν θέλουμε να ξαναπιάσουμε το κουβάρι από την αρχή. Θέλει κόπο, θέλει μόχθο και οι άνθρωποι φοβούνται τις αλλαγές, όσο και αν ισχυρίζονται πως τις αναζητούν”…

Is where I drew some blood
(Under the bridge downtown)
I could not get enough
(Under the bridge downtown)
Forgot about my love
(Under the bridge downtown)
I gave my life away
Yeah, yeah
Oh, no, no-no-no, yeah, yeah
Oh, no, I said, oh, yeah, yeah
Where I stay

“Συγκινήθηκα, με τρία νεαρά παιδιά που ήρθαν και είδαν το θεατρικό, και στο τέλος με έπιασαν να μου μιλήσουν για το έργο, ενώ έχω ακούσει τα πάντα. “Η αξία της ζωής” είναι ένα κείμενο με δύο ζευγάρια, όπου το ένα έχει χάσει το παιδί του, με ένα τραγικό τρόπο. Ο νεαρός, κοντά στα 18 του χρόνια, μου είπε πως “κατάλαβα τί θα πάθουν οι γονείς μου, αν συνεχίσω να κάνω βλακείες με το μηχανάκι. Ήξερα ότι θα στεναχωρεθούν, αλλά δεν φανταζόμουν ότι θα τους έκανα τέτοια ζημιά. Άρα, θα κόψω τις βλακείες””…

“Είχα τη τύχη και την ατυχία, ότι ονειρεύτηκα στη ζωή μου, να το πραγματοποιήσω. Η μεγαλύτερη αυταπάτη που συνάντησα είναι πως…όλοι οι άνθρωποι έχουν σαν αφετηρία το καλό”.