Μπαίνω στο μετρό , δεν έχει σήμα, τότε μου ‘ρχεται να τηλεφωνήσω στους αγαπημένους μου, δεν έχει σήμα. Πότε θα σας δω ;
Μπαίνω στο βαγόνι του μετρό και μετράω ανθρώπους κοιτάζω, καινούριες φάτσες κάθε μέρα, πώς στο διάολο γίνεται , πόσοι είμαστε ρε παιδιά;
Σκέφτομαι, ο καθένας στη γωνίτσα του με την ιστοριούλα του , όλες αυτές οι φάτσες, αν ξυπνήσεις μονομιάς, 40 τακατο κ.λ.π. κ.λ.π.
Θυμώνω, ξεφυσάω , ορμάω και έξω
Τρέχω, τρέχω, τρέχω.
Ονειρεύομαι οτι θα γίνω θείος, ονειρεύομαι την αδερφή μου μάνα, τη μάνα μου γιαγιά , τον πατέρα μου παππού.
Ονειρεύομαι την παράσταση που φτιάχνουμε με την ομάδα, τη” Νύχτα λίγο πριν τα δάση “.
Ονειρεύομαι τη μέρα που θα τρέχω και τρέχοντας θα ανοίξω μια πόρτα, θα περάσω, θα διασχίσω δεν ξέρω και ‘γω τι και θα βρεθώ κάπου με τους ανθρώπους μου, κάπου αλλού, κάπου ωραία, κάπου που οι άνθρωποι θα είμαστε λίγο πιο άνθρωποι .
Όχι άλλο ζόφο , δεν θέλω ,έλεος, δεν θέλω να βλέπω ανθρώπους να σέρνονται από ‘δω και από κει, τσαλαπατώντας τα πάντα στο διάβα τους για την πάρτη τους . Δεν θέλω να γίνω μηχανή ή πολτός, όχι στον ανταγωνισμό, όχι άλλο “ο σώζων εαυτό”, όχι βία, όχι άλλη διαστροφή, όχι όχι ΌΧΙ στο Φασισμό και στην πιατέλα της κανονικοποίησης που τον σερβίρουν.
Θέλω δέντρα, γλέντια, θάλασσες, ήλιο, σκιά, πολύχρωμους ανθρώπους , ψάχνω να μάθω τη σημασία της λέξης αλληλεγγύη, ψάχνω πως μπορούμε να παίξουμε, να φτιάξουμε, θέλω να χαρούμε , θέλω να προλάβω να πω “Σ’ αγαπώ” στους ανθρώπους μου στον Ν. , στη Θ. , Χ , Δ, Σ, Τ , Α, Β, Γ, Ε, Ζ , Η, Θ, Ι , Κ ,Λ ,Μ ,Ν , στην αδερφή, πατέρα, μάνα, σας αγαπώ, είστε άγγελοι, μέσα σε αυτό το μπουρδέλο, και δεν ξέρω τι άλλο να πω .
Και συνεχώς, τρέχω, τρέχω, τρέχω…