at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Χρήστου Αρμάντο Γκέζου

κείμενο | χρήστος αρμάντο γκέζος */* φωτογραφίες | μαργαρίτα τρομπούκη + paris tavitian  */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

ο χρόνος δεν μετακομίζει...

Πάλης ξεκίνημα, νέοι αγώνες. Αυτό παίζει στο μυαλό μου κάθε φορά που κάνω μετακόμιση, μια διαδικασία αναζωογονητική όσο και ψυχοφθόρα, που συνήθως ωστόσο σηματοδοτεί και κάποια κρίσιμη αλλαγή στη ζωή του ατόμου.  Έχω μετακομίσει πολλές φορές στη ζωή μου, με έναν τρόπο που συχνά ήταν καταναγκαστικός και δυσάρεστος. Πρώτη φορά ίσως στη ζωή μου μια μετακόμιση έχει τόσο θετικές συνδηλώσεις όσο τώρα.

Φέτος λοιπόν, μετά από μια διαμονή λίγων ετών στη Νέα Ιωνία, όπου βρέθηκα για επαγγελματικούς λόγους αλλά κυρίως κινούμενος από μια φευγαλέα ανάγκη απόδρασης, επιστρέφω και πάλι στο αγαπημένο μου κέντρο της Αθήνας, εκεί όπου έμαθα τη ζωή, με την καλή και την άσχημη πλευρά της.

Για μήνες έψαχνα κάτι που να με ικανοποιούσε, με το μεγαλύτερο εμπόδιο να είναι φυσικά τα ενοίκια. «Βρίσκεις τίποτα; Έχουν τρελαθεί τα νοίκια, δεν υπάρχει αυτό» η συνήθης αντανακλαστική απάντηση κάθε φορά που αναφέρεις ότι ψάχνεις να μετακομίσεις, ιδίως στο κέντρο. Η δεύτερη πιο συχνή απόκριση είναι φυσικά: «και πού θα βρίσκεις να παρκάρεις;». Το ότι δεν οδηγείς, γίνεται ξαφνικά υπερατού.

Ήθελα ωστόσο και σε κάθε περίπτωση να έχω ξανά την Αθήνα στα πόδια μου, να αναβιώσω περίπου το αίσθημα που είχα ως φοιτητής (σπούδασα στο ΕΜΠ οπότε από τα 18 μου έμεινα Ζωγράφου και Ιλίσια), όταν ο παλμός της καθημερινότητας ηλεκτροδοτούσε τον βηματισμό σου προς μια ολοζώντανη καθημερινότητα. Χαρακτηριστικά, ένα βράδυ του καλοκαιριού που μας πέρασε, αφότου είχα δει κάποιο σπίτι στην περιοχή, το οποίο τελικά δεν έκλεισα, συναντήθηκα με έναν φίλο 10 χρόνια μικρότερο,  στον οποίο έκανε εντύπωση ο ενθουσιασμός μου καθώς κινούμουν ξανά στα γνώριμά μου μέρη. «Ούτε εγώ που είμαι φοιτητής δεν κάνω έτσι» ανέφερε γελώντας.

Πλέον, εδώ και λίγες μέρες στο Παγκράτι (αρκετά χαμηλά όπως ήθελα, για να είμαι κοντά στο μετρό) και ήδη διαπιστώνω αλλαγή στην καθημερινότητά μου. Τα πρόσωπα των ανθρώπων που βλέπεις περπατώντας σε αυτούς τους πολυσύχναστους δρόμους στ’ αλήθεια σε εμπνέουν — όχι αποκλειστικά με δημιουργικούς όρους, αλλά κυρίως συναισθηματικούς. Ανακινούν μνήμες, εικόνες, μυρωδιές, και η συνακόλουθη συγγραφική έμπνευση αν έρθει θα είναι απλώς μια παράπλευρη επενέργεια. Η άλως της Βασιλίσσης Σοφίας, του αγαπημένου μου προσωπικά δρόμου της πόλης, επενεργεί καταπραϋντικά αλλά και αναπτερωτικά: δεν νιώθω περισσότερο κάτοικος Ευρωπαϊκής πόλης, από όταν γυρίζω σπίτι βράδυ περπατώντας στη λεωφόρο, και βλέπω δεξιά κι αριστερά μου τα όμορφα καλοδιατηρημένα κτίρια, το επιβλητικό Χίλτον και την ολοκαίνουργια αστραφτερή Εθνική Πινακοθήκη, που με είχε αρχικά διχάσει αλλά πλέον τη χαζεύω έτσι όπως το ξενοδοχείο καθρεφτίζεται και διπλασιάζεται μέσα της.

Και φυσικά τον γυάλινο Δρομέα του Βαρώτσου: δεν υπάρχει αντικείμενο τοποθετημένο πιο εύστοχα από το συγκεκριμένο άγαλμα, στη συμβολή των λεωφόρων Βασιλίσσης Σοφίας και Βασιλέως Κωνσταντίνου, εναρμονισμένο πλήρως με τη δυναμική και την ανοιχτωσιά του γύρω περιβάλλοντος. Δεν μπορώ να το φανταστώ στην Ομόνοια, όπου βρισκόταν αρχικά. Εκεί θα ασφυκτιούσε — εδώ θα τρέχει ελεύθερος.

 

Κι όσο κι αν ανάκατα με όλες αυτές τις όμορφες επιδράσεις, παρεισφρέουν κάποιες επώδυνες μνήμες, τον δρομέα παρατηρώ σκεπτόμενος λίγες λέξεις:

 

«Ο χρόνος δεν κυλά. Μονάχα κόβει».

  • Ο Xρήστος Αρμάντο Γκέζος είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο “Χάθηκε βελόνι” κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.