κείμενο | παναγιώτης κόκκαλης */* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου
αόριστος, παρατατικός, παραβατικός και ενεστώτας
Η αναμέτρηση με ένα κλασσικό κείμενο επί της θεατρικής σκηνής, ιδίως όταν αυτή δεν περιορίζεται στην πιστή αναπαραγωγή του, αλλά προχωρεί στην απόδοσή του με όρους του σήμερα, κρύβει συνήθως αρκετές παγίδες που συνίστανται άλλοτε στη δυσκολία των δημιουργών να καταστήσουν το χρόνο άχρονο και άλλοτε στην απροθυμία των θεατών να ταυτιστούν με ένα κείμενο ετών.
Ωστόσο, υπάρχουν έργα της ανθρώπινης διανόησης που πραγματικά μοιάζουν να διατρέχουν το χρόνο ή, ακόμη, να τον καταργούν – τουλάχιστον να καταργούν μία γραμμική του σύλληψη – δίνοντας την αίσθηση στο σύγχρονο θεατή πως, μάλλον, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Προφανώς, μία τέτοια αποκάλυψη δεν είναι πάντοτε ορατή διά γυμνού οφθαλμού, αλλά απαιτεί τη συνδρομή ενός ενδιάμεσου, ενός ανθρώπου του σήμερα ικανού να αφουγκράζεται τους ψιθύρους του παρελθόντος και να συνομιλεί μαζί τους. Σε μία τέτοια επιτυχημένη συνεύρεση του χθες και του σήμερα θα ήθελα να αναφερθώ, κατά την οποία η οξυδερκής ματιά και το ταλέντο των συντελεστών της αγκάλιασε τη διαχρονικότητα ενός κλασσικού κειμένου.
Στη νέα παραγωγή της εταιρείας Θεάτρου Αντίρρηση «Οθέλλος/Πορνογραφία», ο Γιάννης Λεοντάρης, ο οποίος σκηνοθετεί και διασκευάζει, καταπιάνεται με το κλασσικό σαιξπηρικό έργο, αναδεικνύοντας αριστουργηματικά τα, δυστυχώς μέχρι και σήμερα, επίκαιρα μηνύματά του. Οι ήρωες του έργου ξανασυστήνονται επί της ουσίας στο θεατή, απευθύνονται σε αυτόν και ζητούν την κατανόησή του. Επιθυμούν την αποδοχή του σύγχρονου κοινού, γιατί, ακριβώς, είναι ήρωες του σήμερα. Η παράσταση επικεντρώνεται στις γυναικοκτονίες της Δυσδαιμόνας και της Αιμιλίας, οι οποίες, έστω και μετά το πέρας πολλών ετών, αποκαθίστανται στα μάτια της ιστορίας και από θύματα μίας τραγικής, συζυγικής ζήλειας αναδεικνύονται ως μάρτυρες της βίας μίας κοινωνίας πατριαρχικής, η οποία υποτιμά τη θηλυκότητα και τείνει να εξολοθρεύσει κάθε εκδήλωσή της που εκφεύγει όσων αυτή έχει ορίσει και επιτρέπει. Οι δύο γυναίκες, παρά τις σημαντικές διαφορές τους, παραμένουν αμφότερες υποταγμένες στην ανδρική εξουσία, εξοικειωμένες, θαρρείς, με την προδιαγεγραμμένη τους μοίρα, μα αποφασισμένες αυτήν τη φορά να ακουστούν. Ο φυσικός και ηθικός αυτουργός της δολοφονίας τους Ιάγος είναι όλα όσα δεν θα έπρεπε να είναι. Ένας αδίστακτος καιροσκόπος, ένας άνθρωπος δίχως ηθικούς φραγμούς, ένας άνδρας που νομίζει πως γνωρίζει καλά ποια είναι η θέση της γυναίκας. Έτσι, στο βωμό των προσωπικών του φιλοδοξιών, δε διστάζει να προσφέρει μία γυναίκα ως θυσία, κατασκευάζοντας για αυτήν το μύθο της πόρνης. Με κάθε του λέξη επιχειρεί να εκλογικεύσει το παράλογο, να αποποιηθεί οποιασδήποτε ευθύνης και ως άλλη «σειρήνα» να συμπαρασύρει όσους παραπάνω μπορεί σε μία πραγματικότητα τόσο στρεβλή, μα και τόσο βολική. Και, φυσικά, πρώτος πείθεται ο Οθέλλος….
Ο Γιάννης Λεοντάρης, με δημιουργικό έρεισμα και καλλιτεχνική βάση το έργο «Οθέλλος» του William Shakespeare, καταπιάνεται με ένα ζήτημα που φαίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ. Η θέση της γυναίκας εντός μίας πατριαρχικής κοινωνίας, η αντίληψη πως το θηλυκό υστερεί και πως κάθε εκδήλωση θηλυκότητας ισοδυναμεί με αδυναμία, ο μισογυνισμός, η κοινωνικώς αναμενόμενη υποταγή και η απόλυτη διάθεση της γυναίκας στον άνδρα. Ως απότοκο όλων αυτών η βία που ασκείται σε βάρος της διαχρονικά, κυριολεκτικά και μεταφορικά, και της οποίας συστηματικά επιχειρείται η δικαιολόγηση και η συγκάλυψη, επιτείνοντας τον πόνο, την εξαθλίωση, τη συντριβή. Βία που εκδηλώνεται πια και μέσω της εκδικητικής πορνογραφίας και εξικνείται μέχρι την ουσιαστική εξόντωση της γυναίκας, σύνδεση την οποία εντοπίζει και υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης. Παράλληλα με την άρτια απόδοση του κειμένου και των νοημάτων του, ο Γιάννης Λεοντάρης καταφέρνει να μας χαρίσει δυνατές εικόνες που ξεπηδούν αβίαστα μέσα από αντιθέσεις, συμβολισμούς και αναφορές. Χαραγμένες στη μνήμη μου παραμένουν η σκηνή που ο Ιάγος, ως άλλος όφις, περιτριγυρίζει τον Οθέλλο, διαβάλλοντας τη Δυσδαιμόνα και προσπαθώντας να τον πείσει να «δαγκώσει» το μήλο της ζήλειας, αλλά και η σκηνή που ο Οθέλλος αναμετράται με τη σύζυγό του σε μία τελική σύγκρουση του καλού με το κακό, του σκότους με το φως, του μαύρου με το λευκό.
Δίχως αμφιβολία, η παράσταση δεν θα ήταν η ίδια δίχως τις ξεχωριστές ερμηνείες των τεσσάρων ηθοποιών που παραμένουν παρόντες, ψυχή τε και σώματι, καθόλη τη διάρκειά της και χαρίζουν απλόχερα το ταλέντο τους, τόσο με το λόγο όσο και με την άρτια κίνησή τους.
Θα μνημονεύσω κάποιες μόνον από τις πλείστες υπέροχες στιγμές των ηθοποιών, μεταξύ των οποίων η εξαιρετική απόδοση, ερμηνευτικά και κινησιολογικά, μίας – στα μάτια μου τουλάχιστον – βιβλικής εικόνας από τον Νικόλα Μαραγκόπουλο, την άριστη οπτικοποίηση της ζήλειας ως σωματικού άλγους από τον Γιώργο Κριθάρα (Οθέλλος), τη στιγμή της «χειραφέτησης» της Κατερίνας Παπανδρέου (Αιμιλία), καθώς και το μοιρολόι της Αιμιλίας Βάλβη (Δυσδαιμόνα), η οποία, αν και γνωρίζει το άδικο του τέλους της, μοιάζει έτοιμη να πεθάνει από τα χέρια του άνδρα που αγαπά και θρηνεί για το δικό της, μα και τόσων άλλων γυναικών, άδικο χαμό.
Για τη Δυσδαιμόνα, λοιπόν, την Αιμιλία, την Κυριακή, τη Γεωργία, την Αναστάζια, την Άννα και τόσες άλλες ήρθε η ώρα να πάρουμε θέση. Καλή θέαση!
Related posts:
Τρεις μέρες, Μία Εποχή
έχεις τρεις επιλογές
έχεις τρεις επιλογές
ευπειθώς αναφέρω...
πάτα like στο καθρέπτη
σπίτι του είναι το ταξίδι