at a glance
Top

Με τους ‘Πλήρη Ντάξει’

κείμενο | νίκη ζερβού */* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης */* επιμέλεια | ιάκωβος καγκελίδης + τάσος θώμογλου

Όνομα και πράγμα

Μέσα στην περίφημη αγορά του «Μοδιάνο» βρεθήκαμε με μια κομπανία γεμάτη ιστορία και μεράκι. Οι «Πλήρη Ντάξει», ένα ρεμπέτικο σχήμα της Θεσσαλονίκης μας μίλησαν για όλους και για όλα, ξεκινώντας από την ιστορία της δημιουργίας τους: «Βρεθήκαμε τον Μάρτιο του ’12 και κατευθείαν διαμορφώσαμε ένα ρεπερτόριο γύρω από την μουσική που μας ενδιέφερε, δηλαδή την προπολεμική ρεμπέτικη μουσική. Οι λόγοι που μας οδήγησαν εκεί είναι πολλοί. Καταρχήν τα όργανα που κρατάμε είναι μπουζούκι, μπαγλαμάς, κιθάρα, κρουστά και έχουμε τέσσερεις φωνές. Κατευθείαν παίξαμε πάνω στα όργανα που κρατούσαμε την μουσική που έπαιζαν ανάλογες κομπανίες το 30’. Το όνομα είναι ιδέα του Λευτέρη (που παίζει μουζούκι και τραγουδάει). Προέρχεται από την ηχητική παράφραση «εν πλήρη τάξη» όπως αναφέρεται αυτή στο κομμάτι πρόζα «Ο Σταύρακας μες τον τεκέ» του Σπύρου Περιστέρη.»

Τι μπορεί να συμβεί, λοιπόν, με μια τέτοια παρέα που αγαπάει τόσο την μουσική που παίζει; Μόνο επιτυχία! Οι «Πλήρη Ντάξει» έχουν παίξει σε πάνω από 400 Live σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και το εξωτερικό και έχουν δισκογραφήσει τρεις φορές. Μέσα σ’ αυτό το υλικό που έχουν εκδώσει περιλαμβάνονται τραγούδια που έχουν συνθέσει σαν ομάδα και κάποια κομμάτια φίλων τους. Στην πλειονότητά τους τα κομμάτια «πατούν» πάνω στον κλασσικό ρεμπέτικο ήχο και τα όργανα που αυτό αποτελείται. Σε κάποια άλλα κομμάτια χρησιμοποιείται μουσική με ιδιώματα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας όπως η Ζάκυνθος, η Δράμα και η Κρήτη. Κατά βάση τηρούν το παραδοσιακό στυλ στη σύνθεση και στο παίξιμο και παραθέτουν μέσα από τα τραγούδια τους τις δικές τους ιστορίες. Οι στίχοι τους σχολιάζουν την επικαιρότητα και τις σχέσεις των ανθρώπων και των μουσικών μεταξύ τους όπως συμβαίνει εδώ και αιώνες στην λαϊκή μουσική, άλλοτε με ρεαλισμό και άλλοτε αλληγορικά ή με σκωπτική διάθεση. Στα τρία τους άλμπουμ έχουν μόνιμο συνεργάτη και ηχολήπτη τον Σπύρο Σπύρου και η τεχνική ηχοληψίας είναι «ρετρό», δηλαδή ο τρόπος ηχογράφησης και επεξεργασίας του ήχο γίνεται όπως παλιά, χωρίς σύγχρονα μέσα και πρακτικές.

Όπως είναι φανερό πρόκειται για μια πολύ οργανωμένη και «διαβασμένη» κομπανία η οποία, όσες γνώσεις κι αν έχει, καταλήγει σε μια απλή ανάγκη χωρίς μεγαλεπήβολα σχέδια και σκοπούς καθώς όπως δήλωσαν «Απλά θέλουμε να παίζουμε!». Επειδή όμως το ρεμπέτικο είναι ένα ιδιαίτερο είδος μουσικής, έχει μεγάλη σημασία η διαφορά που προσφέρουν στο παίξιμο οι «πλήρη ντάξει». Μας εξήγησαν λοιπόν πως «Το ρεμπέτικο ορίζεται από τα όργανά του και το κυριότερο εξ αυτών, το τρίχορδο μπουζούκι. Εμείς παίζουμε με έναν ιδιαίτερο τρόπο και έχουμε πολλές «ανοιχτές». Έτσι φέρνουμε την μουσική μας ακόμη πιο κοντά στον ατόφιο ήχο του ρεμπέτικου όπως παιζόταν τότε. Ίσως οι νέοι να βρίσκουν κάτι πολύ ροκ σε αυτό. Μπορεί να μην γνωρίζουν την ιστορία πίσω από την μουσική, όμως τους συγκινεί ο ήχος που βγάζει μια ‘σκληράδα’».

Αυτή η «σκληράδα» είναι χαρακτηριστική της ρεμπέτικης μουσικής καθώς χρησιμοποιεί τους ιδιαίτερους μουσικούς δρόμους που ονομάζονται «μακάμια». Έχει πόνο και στον τρόπο που παίζεται αλλά και στους στίχους του. Μιλάει για καταστάσεις δύσκολες, για πόνο, για έρωτα, για τα ναρκωτικά, την φυλακή, όμως καταφέρνει να παραμένει πάντα επίκαιρο, να παίζεται και να διασκευάζεται ακόμη και σήμερα λόγω της αυθεντικότητας του ήχου και του στίχου του. Μπορεί να επανεκτελέστηκε, να «εγκαταλείφθηκε» ο αυθεντικός του ήχος για κάποιο διάστημα αλλά για τους «πλήρη ντάξει» τουλάχιστον δεν έπαψε ποτέ να είναι σημείο αναφοράς.

Όταν η σύγχρονη μουσική ακολουθεί την παράδοση χωρίς να την αποδυναμώνει αλλά αντίθετα, δίνει νέα πνοή η μια στην άλλη και την βοηθά να αναπτυχθεί, μπορούν να συμβούν μικρά μουσικά θαύματα. Ένα μεγάλο εξ αυτών των μικρών είναι οι «Πλήρη Ντάξει».