at a glance
Top

Οι σημειώσεις του Νικόλα Ανδρουλάκη

κείμενο Ι νικόλας ανδρουλάκης  */* φωτογραφίες | @AnatoliErika */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

ό,τι θέλω

Μου είπες να γράψω ό,τι θέλω και σε ευχαριστώ γι’ αυτό. Συνειρμική γραφή λοιπόν. Αυτόματη σχεδόν αλλά κι όχι ακριβώς. Πίνω γουλιά πρωινού καφέ και νιώθω την ξερή ζέστη του κλιματιστικού μ’ έναν ουρανό γλυκού γκρι αρζάν έξω. Έχει μια θαλπωρή αυτός ο καιρός. Η πανέμορφη λιακάδα πάντα κρύβει μέσα της αυτή την εσωτερική απαίτηση να ζήσεις τη μέρα να μη χάσεις τη στιγμή. Κι η βροχή σε φυλακίζει στην καθαρτική της ηχώ. Πολυτέλειες της Μεσογείου σκέφτομαι αμέσως μετά -στο πόσο σερί γκρί θα φορούσα κι εγώ άραγε σανδάλι με κάλτσες και θα ξεχυνόμουν στα ελληνικά βουνά για εγκαύματα αξέχαστα σαν βορειοευρωπαίος. Και στην πόση ανημποριά θα έμπαινα σε ένα βαρκάκι να πνιγώ στο Αιγαίο για μια πιθανότητα να ζήσω τις δικές μας αστικές κοινωνικές αδικίες -πλούσιους που χρωστούν εκατομμύρια να κάνουν έξωση σε φτωχούς που χρωστούν λίγες χιλιάδες- αντί για την ατέρμονη υποσαχάρια δυστυχία. Για να έχω εγώ τώρα το κινητό που κρατώ στα χέρια μου, το μονάκριβο, το υπερτιμολογημένο, που δημιουργεί αρκετό απάνθρωπο πλουτισμό για όνειρα τα ταξιδέψουμε στον Άρη για διακοπές, ανάκατοι Homo sapiens και homo roboticus κι όλα αυτά που εκπληρώνει μια Εντελέχεια σχεδόν μαγικά. Κι αν είναι μαγικό αυτό που δεν έχουμε καταλάβει ακόμη. Νόστιμος ο καφές μου σήμερα. Κρύος καφές μες στο κρύο. Παίξαμε και μια σύντομη πρωινή παράσταση με τα κορίτσια στο καφέ απέναντι. Τους είπα που είδα στον ύπνο μου ωραίο όνειρο λίγο πριν ξυπνήσω. Ήταν σε νησί με τιρκουάζ νερά αλλά εκτός εποχής, με μαγικούς χάρτες στο κινητό που βίωνες το σημείο πραγματικά όταν έκανες ζουμ, σαν τηλεμεταφορά, και μεγάλη παρέα κόσμου και μια κοπέλα άγνωστη αλλά με ίχνη από μελλούμενο έρωτα κι είχαμε ένα σκάφος που θα οδηγούσαμε με επαφή εξ αποστάσεως με τον καπετάνιο για πλοηγό. Κι όλα αυτά είναι ασήμαντα μπρος στο γεγονός ότι με ειδική προσπάθεια μπορούσα να αιωρούμαι στον αέρα, ένα δυο μέτρα πάνω από τη γη. Στεκόμουν στον κενό αέρα με κινήσεις κολυμβητή. Κι είχα σπάσει έτσι κάπως το δικό μου Μάτριξ. Εκείνες μου είπαν δεν θυμούνται τα όνειρά τους. Και τώρα θα χαϊδέψω τα φυτά στο σαλόνι μου στο Παγκράτι και θα πω μια καλημέρα στα άψυχα αναμνηστικά που φέρουν τις κυτταρικές μου μνήμες, από τον πιο αληθινό έρωτα ως το πιο ασήμαντο μικρό κάτι. Και θα δακρύσω και θα χαμογελάσω και θα συνεχίσω τη μέρα μου. Κι όσα αφήνουμε να πάρει ο αέρας ας είναι μεγαλόχαρα. Να βουτάμε προς τα πάνω. Σε ένα σάλτο μορτάλε της αληθινής, ατελεύτητης, αγάπης. Να ξαλαφρώνουμε. Να βαθαίνουμε και ν’ ανοίγουμε, που έχει πει ο πιο σπουδαίος δάσκαλος που έχω γνωρίσει ποτέ στο θέατρο.

 

 

Συνομίλησα με καμία δεκαριά ψυχές ήδη πριν τον πρώτο καφέ. Γνωστοί και φίλοι από το μέλλον. Έτσι που γινόμαστε. Με τύχη και βούληση ανάκατη που πλέκουν τη μοίρα. Έχω γράψει περίπου χίλιες σελίδες ποίησης, δυο τρεις χιλιάδες θραύσματα λόγου, αποφθεγμάτων, στοχασμών, πριν καν γίνει μόδα είχα αρχίσει, θεατρικά, πεζά, ό,τι θες -κι ακόμη δεν εδώ εκδώσει τίποτα ο Ηλίθιος και το πρώτο μου βιβλίο μάλλον θα είναι τελικά ένα φιλοσοφικό δοκίμιο. Έτσι που βρίσκω το νόημα στην εξερεύνηση των λόγων μας, στις έννοιες, στις λέξεις μας ως ποτήρια νοημάτων που τσουγκρίζουμε και πίνουμε γουλία στην υγεία μας κι ό,τι γίνει και τα λοιπά. Κι έχω ήδη ένα αρχείο από σχεδόν οκτώ χιλιάδες εικόνες από συνομιλίες με ψυχές, εξομολογήσεις, διερευνήσεις, εκτονώσεις τρυφερές, έτσι που προσπαθούμε ερήμην ή συνειδητά να γίνουμε τέχνη ολόκληροι, ολόκληρες, ολόκληρα, όλα ένα – και τούτο το ένα που δεν υπάρχει που λέει στην τελευταία φράση της ασκητικής να το ψάξουμε στο άπειρο με φακό το πιο καθαρό μας βλέμμα. Τι ωραίο παιχνίδι, Θεέ μου. Και δραματουργία όποια θες. Έτσι βρέθηκα να κοιτώ μες στα μάτια, άφοβα κι εμπνευστικά όσο βαστούν οι κόρες μου -με το γκρίζο κοστούμι μου και πορτοκαλί κάλτσες ελληνικές ντόπιες, καλές, από δυο ψυχές στα Εξάρχεια, που λένε you can move mountains- την πρόεδρο στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στη δική για το αποτρόπαιο σκάνδαλο της καταστροφής και του ξεπουλήματος ολόκληρης της Εύβοιας στους μεγαλοεργολάβους της ενέργειας με την ψευδαίσθηση για κάτι τάχα πράσινο. Έτσι περίπου έκανα και την παρέμβαση στα βραβεία του Αθηνοράματος, για το μέλλον της δημοσιογραφίας που αξίζουν οι καλλιτέχνες κι οι θεατές. Έτσι κάνω και θα κάνω όσα κάνω. Κι όσο κι αν ξαφνιάζει ίσως αυτή η ανάληψη λόγου, τόσο αφοπλίζει. Γιατί δεν είναι επίθεση, δεν έχει βία, ειναι εγκόλπωση, είναι ανοιχτωσιά. Έτσι ξεκίνησε να συμβαίνει ήδη και το πιο ηλίθιο εγχείρημα της ζωής μου ως τώρα. Ένα εργαστήριο δημιουργίας μιας πραγματικής καλλιτεχνικής συλλογικότητας. Άναρχα, αλληλέγγυα, δημιουργικά. Με επίκεντρο έναν δικό μας υπαρξισμό, αχαρτογράφητο. Στο αόρατο συλλογικό μας πιθάρι του Διογένη. Κι είμαστε ήδη σαράντα ψυχές και μακάρι να φτάσουμε εκατό. Ή όσες. Για στοχασμούς και δράσεις και παρέα αληθινή, ελεύθερη από την επίταξη των λατρευτικών εγωιστικών συμφερόντων που παρασιτούν στην καλλιτεχνία.

Ενεστώτας αέναος. Αυτό είναι η μέθοδος μας. Προς το τέλος και την αρχή μαζί, εν τω μέσω, κάθε στιγμή. Κι είναι όλα μια παράσταση, αρκεί να έχεις αναλάβει λόγο, με μανιφέστο που ριζώνει. Και κάθε σκέψη, κάθε πράξη, κάθε ψηφίδα στην ψυχή είναι στολίδι του ορατού χαρακτήρα πια, έτσι που γράφει ο ρόλος -αόρατος μες στης σκεψης το άπειρο- το κομποσκοίνι του εαυτού. Κάθε σχέση και κόμβος. Η Έρικα που έβγαλε τις φωτογραφίες που βλέπεις εδώ μου έστειλε μια μέρα πριν άγνωστο μήνυμα ότι της αρέσουν οι λόγοι μου, κι εμένα μου αρέσουν οι εικόνες σου της είπα και δώσαμε ραντεβού κατευθείαν στο αεροδρόμιο για να μην πάει χαμένη η ευκαιρία με αφορμή τη συνέντευξη αυτή του ελεύθερου μονολόγου ή ό,τι είναι. Ταιριάζει σκέφτηκα κι έγινε. Έτσι που κρατούσα συντροφιά στο αεροπλάνο στην κυρία Μαρία ετών 64, στην πρώτη της πτήση με τον άντρα της -εγώ που έχω σπουδάσει τους πιο ανόητους φόβους μου για να τολμώ πετώ. Με έναν μικρό πορτοκαλί Νέμο στην παλάμη -φυλαχτό δώρο για το ακάλεστο άγχος αν έρθει. Και δίπλα ένα μωρό δυο μηνών με μια μανούλα αγχωμένη μην κλαίει το μωρό και συγχυστεί ο κόσμος. Και την κάναμε μικρή γιορτή την πτήση κι η Μαρία θα κλείσει να πετάξει Ολλανδία με τον άντρα της να βρουν τον γιο τους που ζει εκεί. Και γίναμε φίλοι πια, ανταλλάζουμε σκέψεις κι εικόνες. Έτσι με όλους. Με τον Κυριάκο, τον στυλοβάτη του Αυλαία να κουβαλούμε καφάσια πορτοκάλια και μιαν αληθινή πορτοκαλιά για μια σκηνική γιορτή με τους θεατές, συμβολική. Με την Αριάνα, 11 ετών, και τη μαμά της, στη σκηνή, έκπληξη απίστευτη για εμένα, κλείσιμο ματιού της μοίρας, που σπουδάζω τον ορθό λόγο και την αγαθοσύνη καιρό πολύ ως ανιματέρ και φιλόσοφος μαζί, για νήπια από 5 μέχρι 93 -η πιο μεγάλη ψυχή που είχα την ευτυχία να συμβούμε. Και πρώτο νήπιο εγώ. Που δεν καπνίζω πια και δεν πίνω και γυμνάζομαι κάθε μέρα να εκφράζω την αλήθεια μου. Με αποδοχή στην αλήθεια των άλλων.

Ο Ηλίθος είναι ένα πείραμα με απόλυτη άφεση εαυτού, 36 ετών βιωμάτων, αναμνήσεων, ονείρων, απογοητεύσεων, μεταμελειών, εξομολογήσεων και -τελικά- συγχώρεσης αληθινής, για να μπορώ σήμερα να αναπνέω πιο ελεύθερος, χωρίς ενοχές, ανείπωτα, απωθημένα. Ο Ηλίθιος είναι μια αέναη παράσταση, όλοι μου οι ρολοι περνούν μέσα από αυτόν ένα χρόνο τώρα. Οι δράσεις μου, οι σχέσεις μου, τα γραπτά μου, οι πρωτοβουλίες μου -έτσι βρίσκεις την πίστη να κοιτάς ταπεινά κι αθεόφοβα του πάντες μες στα μάτια και να τους καλείς στον Ηλίθιο. Εικοσάχρονα παιδιά, φοιτητές, παππούδια, ταξιτζήδες, σερβιτόρες, μπάτσους, ξενύχτηδες, κάθε ψυχή ταιριάζει στο κάλεσμα. Αυτό είναι το νόημα. Γιατί ο Ηλίθιος δεν πασχίζει. Απλώς είναι. Και το εννοεί. Το εννοώ. Κι είναι πιο ωραία έτσι η ζωή. Με ορθό λόγο, με υπομονή, με απόλαυση να παρατηρούμε τις λεπτομέρειες και να ταξιδεύει η φαντασία και να πράττουμε ποίηση σε κάθε συνθήκη. Να μην είναι κάθε εμπειρία, κάθε εργασία, κάθε σχέση, όλα ένα στάδιο για κάτι στο μέλλον, για μια επίτευξη, μια ονειρωξη, μια μάχη και μια νίκη. Ενάντια σε έναν φανταστικό εχθρό. Η κόλαση κι ο παράδεισος είναι εδώ. Κι όσο μας ακούμε, όσο μας μαθαίνουμε, όσο εργαζόμαστε σαν πρωτόπλαστοι σε μια γαλάζια λίμνη, χωριάτικη, αστική, όπως τη θες, τόσο θα ασκούμαστε στην ευτυχία. Στον αλληλοσεβασμό. Στην ευγνωμοσύνη. Στη αρμονία με κάθε περιβάλλον που κατοικούμε. Σαν να είμαστε όλα εμείς. Αφού εμείς είμαστε. Και πες με Ηλίθιο όσο θες.  Οι άστεγοι άνθρωποι κάθε δέκα μέτρα στην Τσιμισκή μας ψάχνουν με το βλέμμα. Αυτό το βλέμμα ψάχνω κι εγώ.

* O Νικόλας Ανδρουλάκης παρουσιάζει τον “Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι” στο θέατρο ΑΥΛΑΙΑ Θεσσαλονίκης, Τετάρτη 31 Ιανουαρίου και 7 Φεβρουαρίου.