at a glance
Top

Μιχάλης Οικονόμου

ελεύθερη κατάδυση

συνέντευξη | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | κωστής χατζής */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου

“Ο πατέρας μου, ο Γιώργος, ήταν ναυτικός. Όταν επέστρεφε στο σπίτι, μου έφερνε τα καλύτερα δώρα, παιχνίδια που δεν υπήρχαν στην Ελλάδα. Θυμάμαι, ένα αρμόνιο που είχε φέρει στην αδερφή μου. Εμένα, μου είχε φέρει έναν πολύ σούπερ γερανό, G.I. .Joe,  Transformers – που δεν είχαν έρθει ακόμα στην Ελλάδα. Τα βρήκα πρόσφατα, τακτοποιώντας πράγματα και τα έδωσα να παίζει ο γιος μου, ο Νικηφόρος. Λόγω δουλειάς, έλειπε αρκετούς μήνες, κάποιες φορές έλειπε χρόνο και βάλε. Ήμουν εξωστρεφές παιδί και χαιρόμουν με αυτά τα δώρα του πατέρα μου. Τότε, δεν υπήρχε skype και viber. Τότε, επειδή είμασταν πολύ μικρά παιδιά για να γράφουμε γράμματα, ηχογραφούσαμε τις φωνές μας σε κασέτες- με τις βλακείες και τα αστεία που του κάναμε και τα στέλναμε με το φάκελο. Κι η μαμά, βέβαια, με το γράμμα της. Έτσι ήταν, τότε, η επικοινωνία. Και με το τηλέφωνο, “έτοιμος, όβερ, έτοιμος”…Ο Μιχάλης Οικονόμου στο rejected

“Ο πατέρας μου, όταν ερχόταν από τα ταξίδια, και όσο μεγάλωνα το καταλάβαινα πιο πολύ, είχε κοινωνικά ψιλο-θέματα. Γιατί τόσους μήνες στο καράβι, μάθαινε σε μια μοναχικότητα. Η απομόνωση του γίνονταν οικεία στη θάλασσα και του έπαιρνε λίγο χρόνο να χαλαρώσει και να “πάρει μπρος” κοινωνικά. Μικρός, καμιά φορά δεν έτρωγα το φαγητό μου και για να με φοβερίσουν, μου έλεγαν “φάε, γιατί ο μπαμπάς θαλασσοπνίγεται για να τρως εσύ” και τον φανταζόμουν- όντως- να κολυμπάει με μια σανίδα στη θάλασσα και να προσπαθεί να επιπλεύσει.
Ήταν έντονη αυτή η εικόνα που δημιουργούνταν στο παιδικό κεφάλι μου. Προς το τέλος της καριέρας του, βγήκε στη στεριά και δούλεψε για χρόνια σε ναυτιλιακές στην Αθήνα. Εγώ, όμως, με τη θάλασσα έχω μια σχέση αγάπης που έχει ενταθεί το τελευταίο χρόνο…έβαλα και ένα χόμπι στη ζωή μου, ξεκίνησα ελεύθερη κατάδυση, που είναι βουτιές χωρίς οξυγόνο, με μια ανάσα. Πήγα σε σχολή, το έμαθα και προσπαθώ να το εξελίξω. Είναι δυνατό το συναίσθημα με μια ανάσα, να κάνεις ολόκληρο ταξίδι προς τα κάτω και να ξανανέβεις επάνω. Όσο χωράει μια ανάσα. Και μου έχει μάθει, για μία ακόμα φορά, την αξία της ανάσας. Παίρνουμε πολλές ανάσες καθημερινά και όμως…μόνο με μία βαθιά ανάσα μπορεί να χωρέσει μια “ιστορία”. Αυτό με συναρπάζει..

And so your life's been a success
And you have pleasure in excess
Don't worry it will all end soon
The crack of doom is coming soon

Κάθε φορά που ερχόταν ο μπαμπάς στο σπίτι είχαμε ένα μικρό πανηγύρι και ένα δέος, διότι έχοντας περάσει τόσος χρόνος μακριά του, αποκτούσε μια μορφή ιδιάζουσας σημασίας στα μάτια μας, από έναν πατέρα που- κάθε παιδί- βλέπει καθημερινά στο σπίτι. Όταν αρχίσει να μιλάει, μιλάει με πολλά λόγια, λέει ιστορίες από τη θάλασσα- δεν αρέσκεται σε μικρούς σχολιασμούς- και έχει μια σοφία. Το μότο του ήταν “ότι εγώ έχω πάντα δίκιο”, το οποίο με τσάτιζε πολλές φορές. Αυτές οι ιστορίες είναι τα πιο ταξιδιάρικα παραμύθια που ακούει και καταλαβαίνει πλέον, ο Νικηφόρος που μεγαλώνει.Όσο πιο βαθιά βουτάς, με ρωτάς, αν πιο βαθιά ανάσα παίρνεις….δεν το ξέρω…νομίζω, πως όσο πιο βαθιά βουτάς, γαλήνη και ηρεμία θα πρέπει να αποκτάς. Γιατί το παραμικρό σφίξιμο, μπορεί να δημιουργήσει θέματα. Όταν βουτάς, με μια ανάσα, θέλει μια αυτοσυγκέντρωση και μια εξοικείωση με το βυθό, ειδικά όσο πιο προς τα κάτω πηγαίνεις”…

And so your future's looking bright
And you've reached the giddy heights
Don't worry it will soon end
It is all shallow and pretend

“Θυμάμαι, τη στιγμή που έδωσα μία φορά στο Εθνικό, δεν πέρασα. Ξαναέδωσα για δεύτερη φορά και τελευταία θα ήταν, γιατί γινόμουν 25 χρονών σε μια εβδομάδα. Ήμουν ακριβώς στο επιτρεπτό όριο ηλικίας, όταν έγιναν οι εξετάσεις και με προέτρεψε η αδερφή μου να πάω. “Πήγαινε να δώσεις, και ας μην έχεις προετοιμαστεί -τόσο καλά- τούτη τη φορά. Πήγαινε για μένα”. Και το έκανα. Της το χρωστάω. Έδωσα και πέρασα. Μάλιστα, όταν πήρα τηλέφωνο να μάθω αν είμαι στους επιτυχόντες, “μου τα μασούσαν” από το τηλέφωνο και λίγο “θορυβήθηκα”. Με θυμάμαι στο ΜΕΤΡΟ να πηγαίνω προς τη Σχολή και να σκέφτομαι πως αν όντως πέρασα, όλα θα αλλάξουν στη ζωή μου. Και άλλαξαν. Είχα τελειώσει και το Deree και συνέχισα με το Εθνικό Θέατρο. Καθηγητής μου ήταν και ο Νίκος Μπουσδούκος που “πέταξε” από πάνω μου, κάθετι ερασιτεχνικό που είχα κάνει νωρίτερα, γιατί όλα τα “έβγαζα” με έναν εύκολο τρόπο. Και με τη Φιλαρέτη Κομνηνού, δουλέψαμε με μια “προσέγγιση” Actor’s studio. Στο τρίτο έτος της Σχολής κάναμε τη “Φωλιά του κούκου” και επισκεφτήκαμε μαζί, ψυχιατρικές κλινικές.Ήταν συνταρακτικό με το τρόπο που το προσέγγιζε η Φιλαρέτη. Είχα καθηγητή και το Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, που δούλεψα μαζί του, μετέπειτα, για χρόνια στο θέατρο του Νέου Κόσμου. Ο Βαγγέλης μου “άνοιξε” μια ιδιαίτερη πόρτα. Έχω το καλό, να παίρνω από το καθένα κάτι που μπορεί να με πάει παρακάτω. Με το Στέφανο Κυριακίδη, για παράδειγμα, που κάναμε τραγωδία, αλλά και με έναν άνθρωπο που θα πάω για καφέ, θα πάρω κάτι από εκείνον, να με εξελίξω. Προσπαθώ να είμαι μαθητής σε πράγματα της ζωής, γιατί μόνο έτσι έχει ενδιαφέρον. Ποτέ δεν είπα ότι ξέρω πως γίνονται τα πράγματα. Θέλω να τα ξανανακαλύπτω, όταν μου το δίνουν αυτό, και οι συνεργάτες”.

“Η Κατσαρίδα” ήταν η πρώτη μου δουλειά, μετά τη Σχολή, με πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, στο θέατρο ΕΓΝΑΤΙΑ. Μια τεράστια επιτυχία! Είχα μεγάλη χαρά τότε, έπαιζα και με το συμφοιτητή μου, το Γιώργο Παπαγεωργίου, σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου, ένα έργο με τρομακτική εξωστρέφεια επί σκηνής, που με βρήκε πιο εσωστρεφή, ως χαρακτήρα, όσο μεγάλωνα. Δεν ήμουν πια το φουλ εξωστρεφές παιδί. Και ήταν όλα πρωτόγνωρα και τολμηρά, για δύο νεότατους,  “άγνωστους” ηθοποιούς. Ξέρεις, και η παραγωγή ήταν φειδωλή για το αν θα γεμίσει ένα μεγάλο θέατρο αυτή η παράσταση. Μάλιστα, είχαν ζητήσει να μπει μια κουρτίνα στη μέση της πλατείας του θεάτρου ΕΓΝΑΤΙΑ, ώστε να χωρίζει τα 500 άτομα που χωρούσε το θέατρο, και να κάνει να φαίνεται μικρότερη η χωρητικότητα του θεάτρου. Αυτή η κουρτίνα δεν χρειάστηκε ποτέ. Και μάλιστα, αντί για ένα μήνα παραστάσεων πήγαμε για τέσσερις και έμπαιναν και έξτρα καρέκλες, Τετάρτη με Κυριακή!  Με αυτή τη παράσταση, αυξήθηκε η αυτοπεποίθηση μου, όντας ηθοποιός που μόλις είχε βγει από τη Σχολή, σε μια άγνωστη -για μένα- πόλη. Έχω τρομερές αναμνήσεις από τη Θεσσαλονίκη. Δεν ήμουν Αθήνα και ήμουν πιο χαλαρός, γιατί δεν ήμουν μπροστά στα μάτια “μελλοντικών επίδοξων σκηνοθετών” προς συνεργασία και έκανα τη παράσταση για το “παιχνίδι”.  Θα ήθελα κάποια στιγμή, με το Γιώργο, να ξαναπαίξουμε τη “Κατσαρίδα” στη Θεσσαλονίκη, όσο κρατάμε σε αντοχές, ηλικιακά,  γιατί είναι απαιτητική παράσταση”…

“Τρομερή εποχή, επανασυνάντησης με το Γιώργο Παπαγεωργίου, ήταν “ο Αρίστος”, που είναι -επίσης- σύμφυτος με τη Θεσσαλονίκη. “Ο Αρίστος” είναι παράσημο στη πορεία μου. Πραγματικό παράσημο. Στις πρόβες του “Αρίστου”, πίστευα πως είναι ένα έργο που θα πάει καλά, μα δεν μπορούσα να φανταστώ την τεράστια επιτυχία ή τον ενθουσιασμό στα μάτια των θεατών, που μας μιλούσαν μετά τη παράσταση στο καμαρίνι, με ένα τρόπο που είχε μια απόλυτη μυσταγωγία, λόγω της τραγικής ιστορίας του Παγκρατίδη, που αντιπροσωπεύει όλα τα θύματα αυτής της χώρας…της χώρας, που τα κάνει αποδιοπομπαίους  τράγους, ενώ είναι αθώα.
“Το σφαγείο”, πέρα από το βραβείο, μου θυμίζει με αγάπη το θέατρο του Νέου Κόσμου, με τον Παπαγεωργίου και τον Ορέστη Τζιόβα. Σα να με έπιασε από το χεράκι κάποιος και με πήγαινε σε συνθήκες ηρεμίας για να ανθίσω μέσα στη δουλειά. Θυμάμαι, ότι η πρεμιέρα του “Σφαγείου” έγινε σε μια τρομερή συγκυρία, όπου υπήρχαν διαμάχες ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστινίους. Και σήμερα, αυτό το κείμενο είναι πάλι επίκαιρο. Θυμάμαι, η εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ να έχει βγάλει ένα ένθετο για το τι συμβαίνει πολιτικά και είχε δώσει τίτλο στο ένθετο “Σφαγείο”. Ήταν την εβδομάδα που κάναμε πρεμιέρα. Κοίτα τώρα, πως το θέατρο έρχεται σε εποχές κοινωνικής αναταραχής, να φωτίσει μέσα από το λόγο και τη τέχνη, μια άλλη οπτική. Και καλείσαι, ως ηθοποιός, να πας να το παίξεις αυτό, ενώ κάτι παρόμοιο συμβαίνει στην άλλη άκρη του κόσμου”.

“Η πρώτη μου τηλεοπτική σειρά ήταν τα “Άγρια Παιδιά”, μια διαχρονική σειρά, αν σκεφτούμε ότι νεότερες γενιές το παρακολουθούν τώρα, μέσω διαδικτύου. Επίσης, μια σειρά που με συνέδεε με τη Θεσσαλονίκη. Το έγραφε ο Παναγιώτης Ιωσηφέλης, το σκηνοθετούσε ο Χρήστος Νικολέρης, όλη η παραγωγή ήταν παιδιά της Θεσσαλονίκης. Ήταν μια σειρά λίγο πιο μπροστά από την εποχή της, σε σχέση με τα θέματα που ασχολούνταν, και δεν εκπλήσσομαι από το αποτύπωμα που αφήνει στις επόμενες γενιές. Τότε, ήταν λίγο πιο τζιζ, το θέμα ως διαχείριση από τα κανάλια. Ήταν μια εφηβική σειρά που παιζόταν λίγο μετά τις έντεκα το βράδυ. Ευτυχώς, υπήρχε το διαδίκτυο και “προχώρησε” όλο αυτό. Τέσσερις φίλοι, ο ένας ΑΜΕΑ και χάκερ, να προσπαθούν να φέρουν φως σε μια άγρια κοινωνία. Δεν έχει ξαναυπάρξει τέτοια σειρά. Συνδεθήκαμε οι περισσότεροι. Εγώ, ήμουν ήδη συγκάτοικος με το Σταύρο Σβήγκο, από τα χρόνια της Σχολής. Και έγινα, τα επόμενα χρόνια, κουμπάρος με το Σταύρο, έχω βαφτίσει το παιδί του. Μου αρέσει…ξέρεις, ήρθε ο Αντίνοος Αλμπάνης στη Θεσσαλονίκη. Μου ήταν απολύτως φυσικό, να ποστάρω ότι ο Αντίνοος είναι με τη παράσταση του, Θεσσαλονίκη, “τρέξτε να το δείτε”. Μπορεί να μη βρισκόμαστε τόσο συχνά, αλλά αυτές οι πρώτες δουλειές- οι πρώτες συνεργασίες με ανθρώπους,  είναι ρίζες πάνω στις οποίες φύτρωσε όλο το υπόλοιπο. Τις ρίζες σου, πρέπει να τις εκτιμάς, αν θες να ξέρεις ποιος είσαι και που πας”..

The crack of doom
Is coming soon

“Η γενναιοδωρία και η καλοσύνη, με ρωτάς, πως προκύπτουν σε ένα τόσο ανταγωνιστικό χώρο….Είναι η οικογένεια, η ανατροφή μου, αλλά και θέματα που θέλησα κι ο ίδιος να καλλιεργήσω. Στη πορεία, αυτά, έγιναν φιλοσοφία. Την ευγνωμοσύνη, σε στιγμές που τη χάνω και γίνομαι μίζερος, κάνω μια εσωτερική διεργασία και οδηγούμαι -εκ νέου- στην ευγνωμοσύνη. Στη γενναιοδωρία, πιστεύω. “Όταν δίνεις, παίρνεις”. Όταν είμαι στενεμένος και νιώθω ότι “έχω λίγο”, προσπαθώ να το δώσω και μου γυρνάει πολλαπλάσιο πίσω. Όταν οδηγάω, το βλέπω ολιστικά, αν πλησιάζω σε διάβαση πεζών, πάω με πιο χαμηλές ταχύτητες, γιατί ξέρω ότι στο τέλος, εγώ θα είμαι ο κερδισμένος. Το να γκαζώνω με άγχος και να κοιτάω το gps και να “μεγαλώνει” ο χρόνος, αντί να μικραίνει, δεν θα βοηθήσει στο να φτάσω νωρίς και ήσυχος. Με το πρώτο, φτάνω στο στόχο μου, πιο ήρεμα. Πιο συνειδητά”.

“Ο γιος μου, ο Νικηφόρος, έχει μια αθωότητα που με συναρπάζει. Του έβαλα, προχθές, να ακούσει ένα τραγούδι της Δήμητρας Γαλάνη που του αρέσει, είδε το videoclip από ένα παλιό της τραγούδι. Μου ζήτησε, να δει στο youtube, ένα άλλο της τραγούδι, και έβαλα ένα πρόσφατο videoclip και μου λέει “α, μικρούλης όταν ήμουν νόμιζα ότι τα μωρά θα είναι πάντα μωρά και εγώ θα είμαι για πάντα 5 χρονών και εσείς θα είστε για πάντα σε αυτή την ηλικία. Και ότι οι παππούδες, θα είναι για πάντα παππούδες. Αλλά, οι άνθρωποι μεγαλώνουν”. Και του απαντώ πως “ναι” και αυτό είναι υπέροχο”….Και κάπως μου έγινε μέσα μου, αναφορά στο “Da” , τη θεατρική παράσταση που παίζω και που είναι αναμνήσεις πατέρα- γιου και στο χρόνο, που είναι μέγα στοιχείο ζωής. Και μου λέει, “θα ήταν πολύ βαρετή η ζωή, αν δεν υπήρχε ο χρόνος”…

And so your life
Your life has failed
You've made the progress of a snail
Don't worry you'll get your revenge
For we're all equal in the end

“Με τον πατέρα μου, μοιάζω στη ψυχραιμία που έχει. Έχω τη τελειομανία του, που έχει μέσα και μια εμμονή, σχεδόν καταναγκασμό. Μου αρέσει η τάξη- η οργάνωση, όπως και στον πατέρα μου. Αλλά, έχω και μια δική μου χαοτική πλευρά. Η μαμά μου είναι εξωστρεφής και φουλ επικοινωνιακός άνθρωπος, γλυκιά με όμορφη ενέργεια. Της μοιάζω, θαρρώ, στην καλοσύνη. Το “Da” το έχουν δει, από τις πρώτες παραστάσεις και οι δυο γονείς μου. Και είναι ένα έργο που μου δίνει το έναυσμα, να μη τους θεωρώ δεδομένους. Να απολαμβάνω κάθε στιγμή μαζί τους. Ότι έχω να τους το πω, το λέω, δίχως να το αναβάλω. Αχ… και συναντήθηκα με το Γρηγόρη Βαλτινό, στο σανίδι, που ήταν ένας άνθρωπος που από τα νεανικά μου χρόνια, ήταν έμπνευση και ώθηση να ασχοληθώ με αυτό το χώρο”.

The small and mighty all the same
This life a shallow, facile game
Where every empire turns to dust
And every ego will be crushed

“Αυτό το ΠΣΚ, θα ανέβω με το Γιώργο και το Νικηφόρο μαζί, στη Θεσσαλονίκη, για τις παραστάσεις. Ήδη, τα έχω οργανώσει όλα, γιατί τις υπόλοιπες μέρες είμαι στην Αθήνα, λόγω των τηλεοπτικών γυρισμάτων στο “Κάνε ότι κοιμάσαι”. Θα τους πάω, σε στέκια που μου αρέσουν…στη Pasta Flora, θα περάσω έξω από το θέατρο ΕΓΝΑΤΙΑ που πλέον δεν υπάρχει. Και από άλλα σημεία που με χαρακτήρισαν. Μα, τα ζουμιά δεν θα με πάρουν. Η Θεσσαλονίκη είναι πάντα μια γιορτή, για μένα”….