Κομιξάδες της Θεσσαλονίκης
συνέντευξη | ευαγγελία μαμαλιόγκα */* φωτογραφίες | γιώργος παιτής */* επιμέλεια Ι γιώργος παπανικολάου
Κομιξάδες της Θεσσαλονίκης: Ανέστης Μαυρομμάτης Παρασίδης
Το Comic N’ Play, η μακροβιότερη έκθεση κόμικς και επιτραπέζιων παιχνιδιών στην Ελλάδα, επιστρέφει για 22η χρονιά! Με τίτλο «Άμπρα κατάμπρα», η φετινή έκθεση φιλοξενείται στην Αποθήκη Γ στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι τη 1 Δεκεμβρίου, με δωρεάν είσοδο για το κοινό.
Με αυτή την όμορφη αφορμή, αποφασίσαμε να γνωρίσουμε μερικούς από τους δημιουργούς κόμικς που μένουν στην πόλη μας. Ο Ανέστης Μαυρομμάτης Παρασίδης, μπορεί είναι πλέον κάτοικος Λευκωσίας αλλά επιστρέφει στην πόλη του συχνά, κι έτσι είχαμε την ευκαιρία να τον συναντήσουμε στο παλαιοπωλείο «Οδός Εξοχών», το οποίο διατηρεί ο πατέρας του στην λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας από το 2017. Ανάμεσα σε βιβλία, κόμικς και αντικείμενα αντίκες, ανοίξαμε αναδιπλούμενες καρέκλες και βουτήξαμε στον κόσμο του Ανέστη.
Ποιό θεωρείς το πρώτο επαγγελματικό σου κόμικ;
Το INNER FOREST, που κυκλοφόρησε γύρω στον Σεπτέμβριο του 2021 . Είναι η πρώτη μου αυτοέκδοση, η πρώτη μου σημαντική έκδοση, και εγκαινίασε μια σειρά κόμικς που θέλω να κάνω. Το FLIES, που βγήκε τον Μάιο του 2023, είναι το δεύτερο μέρος της και το τρίτο το δουλεύω τώρα. Από μικρός, από τα 12-13 μου, έγραφα ποιηματάκια και σημειώσεις και με αφορμή μια μετακόμιση βρήκα το κουτί παπουτσιών στο οποίο είχα κρατήσει αυτές τις σημειώσεις. Διαβάζοντάς τες, κάποιες μού φάνηκαν αστείες και ενδιαφέρουσες κι επειδή γενικώς είμαι πολύ οπτικός τύπος, μού άρεσε πάντα να παρατηρώ, διαπίστωσα ότι οι πιο πολλές μου σημειώσεις ήταν κάπως οπτικές, η αφορμή για να γράψω την καθεμία ήταν ένα οπτικό ερέθισμα. Επειδή αγαπώ πολύ τα κόμικς ως μέσο έκφρασης, θεώρησα ότι θα έχει ενδιαφέρον να πάρω αυτές τις σημειώσεις και να τις μεταφέρω μέσω των κόμικς σε μια νέα δημιουργική έκφραση τους. Είχα τις αμφιβολίες μου για το αν θα έχει απήχηση στον κόσμο γιατί ήταν προσωπικές σκέψεις, ωστόσο επειδή δεν έχω μπει ποτέ στη διαδικασία να φτιάξω κάτι μόνο για να γίνει αρεστό, τα έφτιαξα και πήγαν καλά, άρεσαν στον κόσμο, ίσως για το σχέδιο, για το concept τους, γιατί είμαι συμπαθητικός τύπος, δεν ξέρω. Πάντως νιώθω τυχερός κι ελπίζω να συνεχιστεί όλο αυτό. Απλώς επειδή είμαι ένας άνθρωπος πολύ αργός στον τρόπο που δουλεύω, δεν είμαι πολύ παραγωγικός. Και τα δύο κόμικς μου μού πήραν πάρα πολύ καιρό, και ας είναι μικρά. Το πρώτο μού πήρε περίπου 2 μήνες και το άλλο 4. Είμαι λίγο ψείρας και είναι και η τεχνική χρονοβόρα.
Ποιά είναι η τεχνική που ακολουθείς όταν σχεδιάζεις;
Από μικρός έπαιζα με το σχέδιο, ήταν κάτι που με απασχολούσε πολύ. Είμαι πολύ τυχερός, γιατί και οι δύο μου γονείς, μου έδιναν πάρα πολλά οπτικά ερεθίσματα. Φυσικά, σαν παιδάκι αυτό δεν μπορούσα να το κάνω μια θεωρητική σκευή και να καταλάβω ότι αρέσκομαι στο να παρατηρώ εικόνες, αλλά από ότι φαίνεται απολάμβανα πολύ να βλέπω. Ήμουν και το πρώτο παιδί από τα τρία, οπότε για μερικά χρόνια ήμουν το κέντρο της προσοχής. Ακούγαμε πάρα πολλή μουσική, βλέπαμε πολύ κινηματογράφο, πολύ θέατρο και ο πατέρας μου είχε μια τεράστια βιβλιοθήκη με κόμικς που συνέλεγε, την οποία σκάλιζα, πότε κρυφά και πότε πιο ανοιχτά. Οπότε, τα κόμικς και όλος ο οπτικός παράδεισος ήταν πάντα μέσα στις εμπειρίες μου. Έτσι, άρχισα κι εγώ να σχεδιάζω κάποια στιγμή, αν και δεν έχω πειραματιστεί τρελά με όλα τα υλικά. Ξεκίνησα με τα μελάνια, που είναι το πιο κλασσικό, προτιμώντας την πένα. Ασχολήθηκα με αυτά για 2-3 χρόνια, περίπου από το 2012 μέχρι το 2015, όπου τα εγκατέλειψα. Αιτία γι’ αυτό υπήρξε η χαρακτική και οι υφές της σε συνδυασμό με κάποια γαλλικά κόμικς που ανακάλυψα εκείνο τον καιρό, τα οποία συνδύαζαν μολύβι και μελάνι .Έτσι, άρχισε να μού αρέσει εξαιρετικά η υφή του μολυβιού και το εφέ που έδινε, μου θύμιζε λίγο αυτό της οξυγραφίας στη χαρακτική. Οπότε, κάπου εκεί άρχισα να πειραματίζομαι με τα μολύβια, με τα οποία έχω συνεχίσει πιστά από τότε. Δουλεύω πάντα με συγκεκριμένα μπλε μολύβια, τα οποία είναι κάτι ανάμεσα σε ξυλομπογιά και στο κλασικό μολύβι, και πάντα με χαρτί ακουαρέλας για βάση, που είναι λίγο πιο αδρό. Η τριβή που έχουν αυτά τα δύο υλικά, η σταθερότητα του μολυβιού πάνω στο χέρι μου και όλο το αποτέλεσμα που έχει, μού ταίριαξε πολύ. Οπότε ,δουλεύω καθαρά αναλογικά, αλλά προσθέτω το χρώμα ψηφιακά, γιατί θέλω να έχει μία πυκνότητα, που η ακουαρέλα δε μού έδινε. Η συνταγή, λοιπόν, είναι μολύβι στο σχέδιο, προσθήκη υφών με γραφίτη, σκανάρισμα σε χαμηλή έκθεση έτσι ώστε να παίρνει και τις υφές του χαρτιού και στη συνέχεια το χρώμα ψηφιακά.
Ακολουθώ καθαρά τη λογική των κόμικς. Θα κάνω πρώτα το ντεκουπάζ, δηλαδή ένα πρόχειρο σχέδιο, κάποια σκαριφήματα για να στήσω την ιστορία, να δώσω κάποιες σκηνοθετικές οδηγίες στον εαυτό μου, τα «πρώτα μολύβια». Μετά θα διορθώσω το σχέδιο με ένα κλασικό μολύβι και στη συνέχεια το μπλε μολύβι θα έχει τον ρόλο του μελανιού. Η τελευταία μου επαφή με τα μελάνια ήταν η χαρακτική. Ωστόσο, σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή θέλω να ξαναεξερευνήσω αυτά τα μονοπάτια γιατί η αλήθεια είναι ότι παρόλο που ο κόσμος βλέπει τα έργα έτοιμα, η διαδικασία είναι αυτή που στην ουσία ιντριγκάρει τον δημιουργό και τού δίνει ώθηση να φτιάξει κάτι καινούργιο. Κάθε μέσο έχει πολύ διαφορετική διαδικασία. Τα λάθη που μπορούν να γίνουν με το μολύβι είναι πολύ διαφορετικά από αυτά που μπορούν να γίνουν με το μελάνι και οδηγούν σε διαφορετικούς χειρισμούς. Οπότε, θα ήθελα να δοκιμάσω τον εαυτό μου, να τον βγάλω από τις συνήθειες του και να δείξω έναν άλλο δρόμο. Μια από τις σημειώσεις που θέλω να κάνω κομιξάκι, λέει κάτι του στυλ «αν χρησιμοποιούσα το αριστερό μου χέρι θα ήταν σαν να βλέπεις έναν διαφορετικό καλλιτέχνη» και θέλω κάποια στιγμή να υλοποιήσω αυτή τη σημείωση, να φτιάξω κάτι με το αριστερό μου χέρι για να δω τι θα προκύψει. Στήνουμε και δημιουργούμε ένα στυλ, αλλά νομίζω ότι όλοι συνεχίζουμε να πειραματιζόμαστε για να εξελιχθούμε, έστω με μικροαλλαγές που μπορεί να μην είναι καν ορατές στον αναγνώστη.
Στα σχέδια σου φαίνεται να κυριαρχούν διάφορα περίεργα πλάσματα του δάσους. Από πού αντλείς έμπνευση για τη θεματολογία σου;
Το παραμύθι και όλα τα πλάσματα του αλλόκοσμου, του κρυφού, οι γκροτέσκ φιγούρες, όλα τα άσχημα, θυμάμαι από πάντα κάπως να με ελκύουν. Ήμουν πολύ τυχερός που έχω τους γονείς που έχω και μία βασική έξοδος που είχαμε ήταν η έξοδος από την πόλη. Σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο πηγαίναμε στον Χορτιάτη κάποια εκδρομή στο βουνό. Επίσης, η μητέρα μου κατάγεται από τη Φλώρινα, που σε αντίθεση με την υπόλοιπη στερεοτυπική εικόνα της Ελλάδας με ήλιο, κρασί και θάλασσα, έχει κρύο και δάση. Κάπου- περίπου όταν γεννήθηκα, ο πατέρας μου άρχισε να ασχολείται με τα μανιτάρια και με έπαιρνε μαζί του από πολύ μικρό, οπότε ένας από τους μεγάλους μου έρωτες ήταν η εκδρομή στο βουνό για συλλογή μανιταριών. Θυμάμαι ότι ήταν μια διαδικασία που με τρέλαινε. Επειδή μου αρέσει να παρατηρώ, να ψάχνω και να βρίσκω -είναι ένας από τους λόγους που έγινα και αρχαιολόγος, για να κάνω ανασκαφές και να βρίσκω κάτι που κρύβεται- ο κόσμος του δάσους μού φαινόταν κάτι εξαιρετικά μαγικό. Και σίγουρα πίστευα σε πλάσματα όπως οι καλικάντζαροι, οι νάνοι, οι νεράιδες. Βλέποντας τα μανιτάρια δε μπορούσα να μη σκεφτώ ότι από κάτω θα ζούσε κάποιο πλασματάκι και κάπως όλα αυτά που φτιάχνω μού προέκυψαν πολύ φυσικά, δηλαδή θεωρούσα πάντα ότι είναι κομμάτι του εαυτού μου και της προσωπικότητας μου. Στην τωρινή, ενήλικη ζωή μου με επαναφέρει στην παιδική μου ηλικία και την παιδικότητα, την οποία αγαπώ πάρα πολύ γιατί θεωρώ πως είναι ίσως η πιο αυθεντική πλευρά του εαυτού μας. Δε διστάζω ποτέ να πω κάτι που μπορεί να ακουστεί πιο παιδικό ή να ανασύρω στοιχεία και αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία γιατί είναι το ξεκίνημα μας και μάς κρατάει ζωντανούς. Τα συναισθήματα που έχει ένα παιδάκι και τον τρόπο που αντιμετωπίζει τον κόσμο, μπορεί εμείς οι ενήλικες να τα βλέπουμε ως κάτι μάλλον ρομαντικό αλλά είναι η αρχή και η ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Κάπως έτσι θα έπρεπε να είμαστε, ειλικρινείς, να μην περιοριζόμαστε και καταπιεζόμαστε από τους κοινωνικούς φραγμούς που επιβάλλονται και να χαιρόμαστε και λίγο τον κόσμο γύρω μας, να έχουμε αυτή την ανάγκη για εξερεύνηση, τα ερεθίσματα πραγματικά να μας συγκινούν και να μας ωθούν. Οπότε οι θεματικές μου, τα βατραχάκια, τα νανάκια, οι αρλεκίνοι, όλα αυτά τα φανταστικά πλάσματα, μπορεί να φαίνονται σε κάποιον απλά ως fantasy στοιχείο αλλά για μένα έχουν μια πολύ βαθύτερη ουσία και με συνδέουν με στοιχεία του εαυτού μου που αγαπώ. Από εκεί και πέρα, μού αρέσουν πολύ και μορφικά. Οι μεγάλες μύτες, τα σκουφάκια, όλα αυτά τα παράξενα, τα attributa, τα ξεχωριστά σύμβολα δηλαδή που μπορεί να φέρουν, με ελκύουν, όπως επίσης με ελκύουν και παλιές εικονογραφήσεις που έχουν να κάνουν με το γκροτέσκο και με φανταστικούς χαρακτήρες.
Πρόσφατα ταξίδεψες στην Ιαπωνία. Καθώς είναι από τα ταξίδια που συχνά θεωρούνται «ταξίδια ζωής», πώς το βίωσες;
Είναι από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου και ένα από τα ταξίδια που πραγματικά νομίζω ότι με άλλαξε πολύ. Μπόρεσα μέσα από αυτό να κάνω μια ανασκόπηση του εαυτού μου και της κατάστασης της οποίας βρίσκομαι και κυρίως μού έδωσε μια βαθιά ηρεμία. Τα πιο πολλά άτομα στον χώρο των κόμικς θέλουν να πάνε στην Ιαπωνία γιατί είναι λάτρεις των manga και όλης της pop κουλτούρας της Ιαπωνίας. Εγώ όμως δεν ήμουν ποτέ ερωτευμένος με αυτά, οπότε δεν πήγα για αυτό. Η Ιαπωνία με ενδιέφερε πολύ για τις υπόλοιπες μορφές τέχνης. Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή όταν ήμουν μικρός είχαμε πάει σε μια έκθεση με ιαπωνικά χαρακτικά και με είχαν εντυπωσιάσει πάρα πολύ για την απλότητα του σχεδίου και τα όμορφα χρώματα αλλά και για το αλλόκοσμο των μορφών. Μετά ο ιαπωνικός κινηματογράφος και κυρίως η ιαπωνική λογοτεχνία ήταν αυτά που με οδήγησαν στο να αγαπήσω πολύ τον ιαπωνικό πολιτισμό. Μού φάνηκε τόσο ιδιαίτερο το στοιχείο του κρυφού στην Ιαπωνία, όλα είναι κάτω από ένα πέπλο, όλα είναι θαμπά, δεν υπάρχει κάτι το ξεκάθαρο και όταν διάβαζα ιαπωνική λογοτεχνία ήταν κάτι που με γοήτευε πολύ. Οι Ιάπωνες λογοτέχνες πολλές φορές αφήνουν τα πράγματα να αιωρούνται κι εγώ σαν άνθρωπος, ειδικά όταν ήμουν μικρός, ήθελα τα πάντα να είναι απόλυτα φωτισμένα, ήθελα να τα καταλαβαίνω όλα, να μην έχω την παραμικρή αμφιβολία, οπότε αυτό το πράγμα με σόκαρε υπαρξιακά, ότι δεν έβαζαν ένα τέλος. Ήταν μια μεγάλη αλλαγή για μένα και ήταν κάτι που αποφάσισα να βάλω και στα δύο κόμικς μου, να μην είναι όλα ρητά και με συγκεκριμένη ροή, να αφήνεται λίγο και στον αναγνώστη το νόημα. Οπότε, όταν πήγα στην Ιαπωνία, κατάφερα να δω αυτή την πλευρά που είναι τόσο γοητευτική και κατάλαβα γιατί είναι έτσι η ιαπωνική λογοτεχνία και η ιαπωνική τέχνη. Είναι όλα υπό βαθιά ομίχλη, τα δάση τους είναι από τα πιο γοητευτικά δάση που έχω δει γιατί είναι όλα θαμπά, έχουν κάτι το αδιευκρίνιστο, φαντάζεσαι σίγουρα ότι κατοικούν πνεύματα και γιοκάι εκεί. Ένα άλλο στοιχείο που αγάπησα πολύ και με συνέδεσε πάλι με την παιδικότητα μου ήταν ότι όλα ήταν καινούργια για μένα. Η βλάστηση είναι διαφορετική, η αρχιτεκτονική είναι κάτι άλλο, οι άνθρωποι μοιάζουν αλλιώς, οι συνήθειες τους είναι διαφορετικές, το φαγητό τους είναι διαφορετικό. Οπότε όλο αυτό με έκανε να θέλω να εξερευνήσω και ένιωθα σαν να κάνω τα πρώτα μου βήματα σαν παιδάκι πάλι. Από την άλλη το ότι ταξίδευα μόνος μου σε μια χώρα που με το ζόρι μιλάνε αγγλικά, ότι έκανα μεγάλες αποστάσεις, ότι πήγα σε μέρη που δεν είναι πολύ τουριστικά, στην ιαπωνική επαρχία, ότι ανέβηκα σε βουνά, μού τόνωσε τόσο την αυτοπεποίθηση, με έκανε να αισθανθώ ότι μπορώ να σταθώ, να κάνω κι εδώ νέα βήματα, να ανακαλύψω πράγματα. Πάντα μού άρεσε να ανακαλύπτω μικρούς θησαυρούς, να πηγαίνω σε παλαιοπωλεία και να σκαλίζω, κι εκεί είχα την ευκαιρία να σκαλίσω και να εξερευνήσω πολύ, να περπατήσω πάρα πολύ, να παρατηρήσω όσο δεν έχω παρατηρήσει ποτέ στη ζωή μου και να βγάλω και χιλιάδες φωτογραφίες για το Instagram. Ήταν ένα ταξίδι περίπου δύο μηνών που με αναζωογόνησε απίστευτα και μού λείπει πολύ σε διάφορες στιγμές της ζωής μου. Είναι όμορφο να μη μιλάς τη γλώσσα του άλλου μερικές φορές, ως τουρίστας μού έδωσε το ατού να μπορώ να έχω μια απόσταση από τα πράγματα, δημιούργησε μια φούσκα για δύο μήνες και είδα υπέροχα και φανταστικά πράγματα. Το ιαπωνικό ζεν υπάρχει. Αν βρεθείς σε ένα δάσος ή σε έναν σιντοϊστικό ναό και κάτσεις λίγο να αφουγκραστείς τους ήχους του δάσους και της γλώσσας των Ιαπώνων ηρεμείς πολύ βαθιά. Είναι ένας λαός που δεν εκφράζεται πάρα πολύ αλλά έχει μια βαθιά σύνδεση με τη φύση. Ακόμη και στις μεγάλες πόλεις, ακόμη και στο Τόκυο, αισθάνεσαι ότι ο πολιτισμός δεν είναι ανθρωποκεντρικός, δεν κυριαρχεί το «εγώ» και η ματαιοδοξία, υπάρχει μια βαθιά πνευματικότητα που φέρνει τον άνθρωπο σε ίση θέση με τη φύση. Ήταν πολύ γοητευτικό και ωφέλιμο για μένα που αγαπώ πολύ τη φύση, ειδικά σε μια εποχή που την παραβιάζουμε εξαιρετικά και προκαλούμε τόσες καταστροφές.
Το φετινό θέμα του Comic N’ Play είναι η μαγεία. Τι σημαίνει μαγεία για εσένα; Την εντοπίζεις στην καθημερινότητα ή μόνο στα παραμύθια;
Μαγεία σίγουρα είναι το Άλλο, το οποίο με ελκύει πολύ. Μια άλλη πλευρά της ανθρώπινης κατάστασης από την οποία μάς διαχωρίζει ένα πέπλο αλλά δεν είναι και τόσο μακριά μας. Για εμένα είναι σημαντικό το πού μπορείς να βρεις τη μαγεία. Στο κεφάλι μου συνδέεται με τον ενθουσιασμό και την ανάγκη για ζωή. Σίγουρα οι μέρες που βιώνουμε δεν είναι οι πιο ευχάριστες, αλλά νομίζω ότι ποτέ δε θα χάσω τον ενθουσιασμό μου για ανακάλυψη. Μαγεία είναι να ανοίγω ένα βιβλίο και να κάθομαι με τις ώρες να παρατηρώ χαρακτήρες και μορφές, περιβάλλοντα και ιστορίες ενός αλλού δημιουργού, να ανοίγω ένα βιβλίο με γκροτέσκ εικονογραφήσεις, με νανάκια, διαβολάκια και άλλα πλάσματα. Μαγεία είναι τα ταξίδια, η εξερεύνηση. Και να μπορώ να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω, να οπτικοποιώ τα ερεθίσματα που έχω, να έχω ευκαιρίες να προσλαμβάνω ακόμη περισσότερα ερεθίσματα, και φυσικά να τα μοιράζομαι με τους ανθρώπους που θέλουν να διαβάσουν τις ιστορίες μου. Σίγουρα είναι και τα «άμπρα κατάμπρα» και οι τύποι με τα ψηλά καπέλα που πολύ μού αρέσουν αλλά νομίζω ότι τελικά είναι κάτι πιο υπαρκτό, είναι στη ζωή μας, αρκεί να φορέσουμε τα κατάλληλα γυαλιά για να τη δούμε.
Πόσα χρόνια συμμετέχεις στο Comic N’ Play;
Comic N’ Play. Είναι μια οργάνωση που αγαπώ πολύ γιατί ήταν στην ουσία η αφορμή για να μπω στον χώρο των κόμικς, σε αυτόν τον νέο κόσμο. Το 2012, είχα μόλις κάνει την εγγραφή μου στο Πανεπιστήμιο, ήμουν βόλτα με τον πατέρα μου και επιστρέφαμε σπίτι. Περνώντας έξω από το γαλλικό Ινστιτούτο, είδαμε απ’ έξω γραμμένο «Έκθεση κόμικς». Ως μέγας κομιξάκιας, μπήκα να δω μήπως βρω κάποιο κόμικ από αυτά που συνέλεγα, φαντάστηκα ότι θα ήταν κάποιο μπαζάρ. Εκεί έτυχε να γνωρίσω την ομάδα Inkorrect, που μαζί με την Ένατη Διάσταση διοργάνωναν την έκθεση, τη μακροβιότερη έκθεση στην Ελλάδα. Αυτοί λοιπόν οι τρελοί Γαλάτες που έφτιαχναν κόμικς με κάλεσαν σε μερικές συναντήσεις που έκαναν στο Belleville Sin Patron που τότε μόλις είχε ανοίξει. Και πήγα, το τόλμησα, αποφάσισα να δοκιμάσω. Ήμουν ο πιο μικρός με διαφορά, εγώ οριακά δεν είχα γένια και αυτοί είχαν ως και άσπρα γένια. Αυτή ήταν η αφορμή να εμπλακώ με τον χώρο και το 2013 δημιούργησα την πρώτη μου ιστορία. Επίσης από το 2013 ως το 2015 ασχολήθηκα με την οργάνωση ως οργάνωση, ήμουν μέλος ενός ολιγάριθμου γκρουπ που οργάνωνε την έκθεση. Έτρεξα πάρα πολύ για την έκθεση εκείνα τα χρόνια.
Για εμένα, το σημείο κλειδί είναι το 2015. Είχε κυκλοφορήσει μόλις ο Πέτρος Χριστούλιας το «Τριγυρνώ σαν νυχτερίδα», που ήταν ο Μπάτμαν στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’60, με ρεμπέτικα στο μπαγκράουντ. Εγώ είχα διαβάσει πριν μερικά χρόνια το «Ρεμπέτικο» του David Prudhomme. Με είχε ενθουσιάσει απίστευτα το σχέδιο του που ήταν πιο ελεύθερο, πιο εικαστικό, και η αφήγησή του που έδινε πάρα πολλή σημασία όχι μόνο στο σενάριο αλλά και στον ρυθμό από πάνελ σε πάνελ. Αυτό το κόμικ άλλαξε εξαιρετικά την πρόσληψη μου για τα κόμικς που μού αρέσουν και μού έδωσε την αφορμή να προσπαθήσω να ανιχνεύσω κι άλλους δημιουργούς, έτσι πέρασα τα βράδια των πρώτων φοιτητικών μου χρόνων, σχεδιάζοντας και ψάχνοντας δημιουργούς και κόμικς στον υπολογιστή μου. Οπότε το 2015, πάνω στις συζητήσεις για τη θεματολογία της έκθεσης, μού δόθηκε η αφορμή να προτείνω να φτιάξουμε μια θεματική σε σχέση με το ρεμπέτικο και να καλέσουμε τον David Prudhomme. Επειδή γινόταν σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο και επειδή είχαμε την τύχη διευθύντρια για τα πολιτιστικά να είναι ένα εξαιρετικό άτομο, η Μαριάνθη Πάσχου, η οποία δυστυχώς δεν είναι πια εν ζωή και με την οποία είχα μια πολύ όμορφη σχέση εκείνα τα χρόνια, επικοινωνήσαμε όντως μαζί του και αυτός μας απάντησε θετικά. Ήταν από τα πιο συνταρακτικά πράγματα που μού έχουν συμβεί, το ότι τον γνώρισα, το ότι ήμουν μαζί με ένα άτομο που το κόμικ του μού είχε αλλάξει όλα τα δεδομένα που είχα για τα κόμικς. Ήμουν σαν ερωτευμένος, πρέπει να τον κοιτούσα συνεχώς με γουρλωμένα μάτια και ανοιχτό στόμα. Από τότε άρχισα να παράγω πολύ περισσότερο, να έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, να θέλω να πειραματιστώ. Από εκεί ξεκινάει ουσιαστικά η πορεία μου. Οπότε είμαι συναισθηματικά δεμένος με το Comic N’ Play, προσπαθώ να συμμετέχω κάθε χρόνο και να το στηρίζω. Εκτιμώ πάρα πολύ ότι είναι μια από τις λίγες οργανώσεις με ελεύθερη είσοδο και ότι πραγματικά εστιάζει στα κόμικς. Επίσης έχει ένα εξαιρετικό κλίμα, είναι σαν να συναντάς τους φίλους σου, είναι οικογενειακό και ζεστό. Το αγαπώ.
Πες μου τρία τυχαία πράγματα για τον εαυτό σου.
1)Νανάκια, βατραχάκια, αρλεκίνοι και όλα τα πλασματάκια του φανταστικού.
2)Μανιτάρια και φύση. Μού λείπουν πάρα πολύ τα βουνά και τα δάση όταν τα στερούμαι, μού αρέσει να χάνομαι μέσα σε αυτά και να αγναντεύω το πράσινο, να ακούω τους ήχους του δάσους και να γαληνεύω.
3α)Η βιβλιοθήκη μου, που επίσης με γαληνεύει εξαιρετικά. Μού λείπει πάρα πολύ όταν είμαι μακριά της. Είναι πραγματικά μαγικό να ανοίγεις ένα μικρό αντικείμενο όπως είναι το βιβλίο και να διαπιστώνουν τα μάτια σου όλον αυτόν τον πλούτο ερεθισμάτων που μπορεί να σού δώσει μια εικόνα. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που τα τελευταία χρόνια καταφέρνω και ταξιδεύω μέσω των κόμικς και βλέπω τόσες δημιουργίες. Ως άνθρωπος που από μικρός συνέλεγα κόμικς και βιβλία, με ενδιαφέρει πάρα πολύ να βλέπω, να μαθαίνω και να διαβάζω δουλειές άλλων δημιουργών και ο λόγος που μπορώ να παράγω αυτά που παράγω είναι η πλούσια παροχή ερεθισμάτων που έχω από την επαφή μου με πολλούς δημιουργούς. Επίσης είμαι τυχερός που έχω φίλους κάποια εξαιρετικά πλασματάκια μέσα από την κοινότητα των κόμικς και μού δίνουν φοβερή ώθηση και να δημιουργώ και να επιστρέφω στα φεστιβάλ.
3β)Αγαπώ πολύ τους παππούδες. Θεωρώ ότι καλλιεργούν την υπομονή, στοιχείο που δε με χαρακτηρίζει. Πέρα από τις πολλές ιστορίες που έχουν να πουν, οι οποίες τους καθιστούν εξαιρετικά ελκυστικούς ή κουραστικούς, είναι λίγο σαν μωρά, έχουν πολλές ανάγκες. Είχα εξαιρετικούς παππούδες και γιαγιάδες, που με δίδαξαν να θέλω να κάνω κι εγώ πράγματα και να μην παραιτούμαι από τη ζωή. Δυστυχώς έχασα τον παππού μου που αγαπούσα πολύ πέρσι αλλά ευτυχώς έχω τη γιαγιά μου που επίσης αγαπώ πολύ και είναι μεγάλο μάθημα ζωής, είναι 86 χρονών και είναι εξαιρετικά ζωντανός άνθρωπος, όπως ήταν και ο παππούς μου. Είναι μια μπιριμπόβια τύπισσα που από μικρά παιδιά μύησε εμένα και τους αδελφούς μου στον κόσμο της μπιρίμπας. Είναι ένας τρόπος επαφής με τα εγγόνια της οπότε όταν είμαι στη χώρα πολύ συχνά πάω και παίζουμε. Πρόσφατα μυήθηκε και ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, είναι λίγο σκράπας αλλά έρχεται και παίζουμε όλοι μαζί.
Έχετε κάνει και ένα project μαζί με τον Δημήτρη, σωστά;
Με τον Δημήτρη φτιάξαμε πέρσι ένα Mix n’ Match book για να πάμε σε ένα φεστιβάλ στη Βενετία. Η διαδικασία του να σταθούμε πάνω από ένα κοινό τραπέζι για μερικές μέρες και να δημιουργήσουμε μαζί ήταν πολύ ιδιαίτερη γιατί δεν έχω μάθει να δουλεύω μαζί με άλλους, η συνεργασία και το μοίρασμα δεν είναι από τα πράγματα που μας μαθαίνουν στο σχολείο. Για εμένα ήταν πιο σημαντική αυτή η διαδικασία από το τελικό έντυπο. Δεν είμαστε το μόνο στοιχείο της πραγματικότητας που χτίζουμε και υπάρχουν κάποιοι τρόποι να το καταλάβεις αυτό. Ένας βασικός είναι να ερωτευτείς και να αγαπήσεις. Όταν αρχίζεις να φτιάχνεις μια νέα οικογένεια καταστρατηγείται η πραγματικότητα σου, μοιράζεσαι και με άλλους ανθρώπους τη ζωή σου και το μοίρασμα είναι κάτι πραγματικά μοναδικό που δεν έχουμε μάθει να κάνουμε. Έχουμε ξεχάσει ως όντα και ως κοινωνία πώς να μοιραζόμαστε, πώς να στηρίζουμε τον άλλο, πώς να βγαίνουμε από το Εγώ μας. Έστω και λίγο να το δοκιμάσεις, σε ωφελεί.
Γιατί διάλεξες το παλαιοπωλείο «Οδός Εξοχών» για τη συνέντευξη;
Εκτός από διαφήμιση για να πλουτίσει το παλαιοπωλείο;! Είναι ένας χώρος που με βεβαιότητα συνδέεται με τα ενδιαφέροντα μου, είναι λίγο σαν σπηλιά, μπορείς να ανακαλύψεις θησαυρούς, έχει παλιά αντικείμενα και κυρίως πολλά βιβλία. Από μικρός σύχναζα σε παλαιοπωλεία της πόλης οπότε όταν ο πατέρας μου αποφάσισε να ανοίξει ένα ήταν μια ελκυστική ιδέα να σκαλίζω και αυτό.
Υπάρχει κάποια σκέψη που σε κρατάει ξύπνιο το βράδυ ή κάποια που σε σηκώνει από το κρεβάτι το πρωί;
Πολλές. Ποτέ δεν ήμουν το παιδάκι που κοιμόταν εύκολα. Σκέφτομαι πολύ και πολλά πράγματα. Πράγματα για την ημέρα, με πιάνουν τα υπαρξιακά, παράγονται ιδέες δημιουργίας που το επόμενο πρωί έχω ήδη απομυθοποιήσει. Για έμενα είναι σημαντικό να ξυπνάω το πρωί και να έχω μια ωραία μέρα μέσα στο σπίτι με ένα βιβλίο, με μια ταινία, σχεδιάζοντας. Τώρα τελευταία έγινα και γατομπαμπάς, το οποίο είναι ένα πείραμα με τον εαυτό μου γιατί δεν αντέχω καθόλου τις τρίχες και να μού παραβιάζουν τη βιβλιοθήκη μου ή τη συλλογή μου με φιγούρες από νανάκια. . Η σύντροφός μου ήθελε πολλά χρόνια να υιοθετήσουμε κι εγώ δίσταζα. Αλλά από όταν μπήκε αυτή η κυρία, η Μπίλι, μέσα στο σπίτι, δεν έχω ξεκολλήσει από πάνω της.
Ακούγοντας τον Ανέστη να μιλάει δε μπορούσα να σταματήσω να χαμογελάω. Και οι δύο συγκινηθήκαμε στη διάρκεια αυτής της συζήτησης και πραγματικά δε θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερη κατακλείδα για αυτόν τον κύκλο συνεντεύξεων. Καθώς βρίσκεται στη χώρα για λίγες μόνο εμφανίσεις, μη χάσετε την ευκαιρία να περάσετε από τον πάγκο του στο Comic N’ Play. Σας περιμένουμε όλα στην Αποθήκη Γ στο Λιμάνι Θεσσαλονίκης, Παρασκευή με Κυριακή, από τις 10 το πρωί ως τις 10 το βράδυ!
Instagram: _aneart
Related posts:
μια performance στο μεταίχμιο
Τρεις μέρες, Μία Εποχή
χώρος ελευθερίας
Φοιτητής μιας στιγμής στην αλήθεια
έχεις τρεις επιλογές
έχεις τρεις επιλογές