at a glance
Top

Γιάννης Φέρτης

κείμενο | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες |  αρχείο θεατρικών παραστάσεων

λίγα λόγια, πολλά έργα

Ποιός σου έμαθε το θέατρο, το καλό;

Ποιός σε πήρε από το χέρι, με ένα εισιτήριο κομμένο στην άκρη από την ταξιθέτρια και δίχως φανφάρες και μεγάλες κουβέντες, σου έδειξε με το πιο βουβό και σεμνό τρόπο, τί σημαίνει ερμηνεύω πάνω στο σανίδι;

 

“Έπεσες σαν άστρο μες στην ερημιά μου
και τα δυο μου χέρια τώρα σε κρατούν.
Είπες πως για λίγο θα ’μενες κοντά μου,

μια κι οι πεταλούδες λεύτερες πετούν”… 

Ο Γιάννης Φέρτης, για μένα, είναι αυτό το τραγούδι. Όταν έκανε παράσταση με τη Ξένια Καλογεροπούλου, ο Γιάννης Σπανός έγραψε τη μουσική, ο Κώστας Κωτούλας τους στίχους και η χάραξη στο βινύλιο και στη καρδιά, έγινε από το Γιάννη Φέρτη. “Οι πεταλούδες ελεύθερες πετούν”…και ήρθαν οι μνήμες στο νου, σα πεταλούδες και μου θύμισαν…
Νομίζω, η πρώτη φορά ήταν στο “Γλάρο” του Τσέχωφ, σε απόδοση Μάριου Πλωρίτη και σκηνοθεσία Γιούρι Λιουμπίμοφ. 1994, Δεκέμβριος, στην οδό Αμερικής, στο τότε θέατρο ΔΙΟΝΥΣΙΑ, σημερινό ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ. Ανέβηκα, για πρώτη φορά την ανηφόρα στη κάθετο της Πανεπιστημίου, και “μου σύστησε” τον Τσέχωφ. Θίασος αξιώσεων. Από τη Κάτια Δανδουλάκη, την Αφροδίτη Γρηγοριάδου και το Πέτρο Φυσσούν, μέχρι τη Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, το Νίκο Μαστοράκη και το Λεωνίδα Κακούρη. Ένας γλάρος, λευκός και πλαστικός, να ίπταται στο σκηνικό, και κάθε που τον κουνάς, να ανοιγοκλείνει τα φτερά του.
Μέχρι τότε, αν δεν είχε κάνει παραστάσεις- ένας αγώνας τέχνης οι προσπάθειες τους, με τη Ξένια Καλογεροπούλου-έφτιαξαν μαζί αυτό που λέγεται ΠΟΡΤΑ, και περνάς στη Μεσογείων με μπόμπιρες, πριγκίπισσες και ενήλικες παρέες και βλέπεις καλό θέατρο. “Η σημασία του να είσαι σοβαρός” και να φτιάχνεις έντιμο και καθαρό θέατρο. Ο Φέρτης που αγάπησε τη Ξένια και ύστερα…ήρθε το Πήλιο. Να τώρα, που τα θυμάμαι όλα αυτά, δεν ξέρω αλήθεια γιατί…έβαλα και ακούω στη  διαπασών τραγούδια με τη Τάνια Τσανακλίδου. Είναι η χροιά στη φωνή που μου θυμίζει εσάς, Γιάννη Φέρτη.

Εκείνος που έκανε έπειτα θεατρικές “τρέλες” με δικό του θίασο, και το “Γλυκό πουλί της νιότης” με τη Μελίνα Μερκούρη ή το “Bent”.. κι ύστερα τα μεγάλα θέατρα με τη Μιμή Ντενίση, το “Amadeus”.

“Έκανα 18 χρόνια παραγωγές! Απλά, κάποια στιγμή κουράστηκα. Δεν ήμουν παραγωγός, με την έννοια, ότι λειτουργούσα σαν ηθοποιός. Έφευγαν τα λεφτά, σε σκηνογράφους, συντελεστές που ήθελα. Τα λεφτά σκορπάγαν! Ήμουν από αυτούς που πληρώναν τα πάντα στους συναδέλφους! Πρόβες, επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα. Τα έδινα τα λεφτά…..και να σας πω και κάτι; Έλεγα μέσα μου, είμαι θιασάρχης. Που σημαίνει κάνω και το ψώνιο μου. Αποφασίζω εγώ τι έργο θα παίξουμε. Πολλές φορές έπαιρνα και λάθος αποφάσεις. Ή είσαι σωστός θιασάρχης και απέναντι στους συναδέλφους ή αλλιώς παράτα τα! Είναι οι άλλοι υποχρεωμένοι δίπλα σου, ενώ εσύ κάνεις το πρωταγωνιστή, να ζορίζονται οικονομικά; Κατά καιρούς, χρώσταγα λεφτά. Ευτυχώς, έκανα αρκετές διαφημίσεις για τη τηλεόραση, με τη φωνή μου. Όπου όλα τα χρήματα από εκεί, τα έριχνα στο θέατρο. Για να καταλάβετε, θα σας πω το εξής….το διαμέρισμα που μένω τώρα, το αγόρασα πριν 15 χρόνια. Δεν είχα σπίτι έως τότε. Μάζεψα χρήματα-όχι από το θέατρο-αλλά από τηλεόραση και διαφημίσεις και πήρα αυτό το διαμέρισμα. Πήρα σπίτι στα εξήντα μου.

Το ότι σταμάτησα να είμαι θιασάρχης, ήταν σοφό, διότι πλέον τότε μπορούσα και διάλεγα! Ως θιασάρχης, ανέβαζα και έργα που μπορεί να μην πολυήθελα να ανεβάσω. Αλλά χρώσταγα και έπρεπε να πληρώσω. Για να καταλάβετε, τη δεκαετία του ’70 ανέβασα τον “Επιθεωρητή” του Γκόγκολ με 26 ηθοποιούς. Και καλά να πήγαινα εισπρακτικά, και πάλι “έμπαινα μέσα”. Όταν σταμάτησα, πια διάλεγα. Μπορεί να επέλεξα και λάθος προτάσεις. Αλλά, συνήθως έπαιζα έργα πλέον, όπου ήθελα, με το νου μου, μοναχά στο ρόλο. Πουθενά αλλού!”

Ο Γιάννης Φέρτης με τον “Άμλετ” του Σπύρου Ευαγγελάτου, ορόσημο στο θέατρο το ελληνικό…ή το “Ο δρόμος περνάει μέσα από σένα” του Καμπανέλλη και εκείνοι οι “Ήρωες” του Μιλιβόγιεβιτς, το 2018.

Αγάπησε το θέατρο και τη φύση. Δεν ξέχασε ποτέ τη καταγωγή του, το χωριό του, τη πέτρα και το χώμα που μας κρατάνε στη γη.

 

“Στους μεγάλους δρόμους αγκαλιά περνάμε
κι οι στιγμές κοντά σου γρήγορα περνούν.
Μακριά πολύ, το ξέρω, δε θα πάμε,
μια κι οι πεταλούδες λεύτερες πετούν”…

 

Μετά, πήγα και τον ξανάδα στους “Δανειστές”- Δευτερότριτο του 1995. Εκεί, δεύτερη παράσταση με τη Μαρίνα Ψάλτη σε “δεύτερο ρόλο”, ήρθε πάλι ο έρωτας και του χτύπησε τη πόρτα. Ο έρωτας ο παντοτινός…Και μετά, όταν η Κάτια Δανδουλάκη “τον χρειάστηκε” ως παραγωγός, στο “Βυσσινόκηπο” ή και στις “Τρεις Αδελφές”, ο Φέρτης ήταν πάντα εκεί. Στο θίασο, να επιτελεί θεάρεστο έργο. Πάντα ξεχωριστός και σεμνός.  Να…τότε, νομίζω στο “Βυσσινόκηπο” πήγα μικρό παιδί και του χτύπησα τη πόρτα. Άρχισα να μιλάω ακατάπαυστα από τη χαρά μου, σε όσα τον είχα δει στο θέατρο και με κοιτούσε με μάτια απορημένα, του τύπου “άλλου παπά ευαγγέλιο, με βρήκε απόψε”…Το αγόρι του Τέχνης, του Καρόλου Κουν, της Έλλης Λαμπέτη και της Αλίκης Βουγιουκλάκη στο “Νυφικό Κρεβάτι”, ήξερε πως το θέατρο το υπηρετείς με ταπεινότητα και σκυμμένο κεφάλι. Δεν είχε σχέση με την έπαρση, δεν την ήξερε αυτή τη κυρία….Θυμάμαι μια παράσταση με τον Άγγελο Αντωνόπουλο, στο Τέχνης, όπως πριν μια δεκαπενταετία. Όπως και τον “Πατέρα” όταν ανέβηκε μετά το Τέχνης, στο κινηματοθέατρο ΑΘΗΝΑΙΟΝ. Σπουδαία ερμηνεία. Ακόμα θυμάμαι…έπαιζε σαν εικοσπεντάρης που μόλις τέλειωσε τη σχολή. Κι όμως…θυμάμαι στο καμαρίνι, κάτω στο υπόγειο του θεάτρου, να μου λέει “μεστός;… και πάλι δεν ξέρω αν ήμουν καλός”….Λίγες λέξεις…ποτέ ο Γιάννης Φέρτης δεν επεξηγούσε, δεν επαναλάμβανε, δεν επέστρεφε σε αιτιολογήσεις ναρκισσισμού-δεν τις ήξερε.

 

“Για μένα, ένας καινούργιος σκηνοθέτης και ένας άλλος θίασος, είναι πολύ σημαντικά στοιχεία. Καλό είναι να μη παίζουμε συνέχεια, με τους ίδιους συναδέλφους. Κάθε φορά, που είναι ένας άλλος άνθρωπος στη θέση του σκηνοθέτη, πάντα θα πάρεις κάτι νέο από εκείνον, για το τρόπο που θα υποδυθείς. Ο κάθε σκηνοθέτης-ακόμα και ο μέτριος-πιστεύω ότι μπορεί να με βοηθήσει.

Τί; Αν θα γινόμουν καλλιτεχνικός διευθυντής σε κρατικό φορέα; Ποτέ! Δεν με ενδιαφέρει. Όχι, γιατί σνομπάρω! Αλλά, αισθάνομαι πως δεν θα ήμουν ικανός για διευθυντής. Στα οικονομικά και τα πρακτικά θέματα (το ξέρω και ως θιασάρχης στο παρελθόν) είμαι άσχετος! Ούτε να σκηνοθετήσω ποτέ. Ηθοποιός είμαι. Ψώνιο ήμουν μικρός για χρόνια. Έγινα συμπαθητικός ηθοποιός, από ότι λένε….σε λίγα χρόνια θα σταματήσω αναγκαστικά, λόγω ηλικίας. Δεν έχω άλλες φιλοδοξίες. Θέλω να είμαι σε μια καλή παράσταση, με αξιόλογους συναδέλφους. Αυτό. Τίποτα παραπάνω”.

 

Η Μπέτυ Αρβανίτη και ο Στάθης Λιβαθινός- νάτος, πάλι ο Τσέχωφ και εγώ θεατής στην οδό Κεφαλληνίας. “Η σφαγή των θεών” σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, και στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, “Πέρσες”. ‘Η με τη Μελεμέ, στο “Θείο Βάνια” στο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ της Θεσσαλονίκης, που είχαν τελειώσει τα καθίσματα, οι καρέκλες, τα σκαλάκια, και οι καρφίτσες δεν χωρούσαν να πέσουν, γιατί δύο μέρες πριν, ο Γιάννης Φέρτης είχε βγει στην ΕΤ3 σε συνέντευξη και είπε “δεν ξέρω, αν θα συνεχίσω να κάνω θέατρο…ίσως και να είναι η τελευταία φορά”. Και όλη η πόλη έτρεξε να τον δει, για να του στείλει το μήνυμα, να μη σταματήσει το θέατρο.

“Είμαι ηθοποιός “των σκηνοθετών”. Πριν χρόνια που ήμουν θεατρικός παραγωγός, άκουσα μία ταξιθέτρια που μου υπέδειξε κάτι. Την άκουσα. Το σκέφτηκα. Συνειδητοποίησα ότι είχε δίκιο. Το άλλαξα. Μου βγήκε σε καλό. Γιατί, η ταξιθέτρια είχε δίκιο. Το ελληνικό θέατρο υστερεί στο οικονομικό κομμάτι, στις παραγωγές. Είναι οικονομικά πολύ σφιχτές, όλες οι θεατρικές παραγωγές. Έχουν βρει πολλοί και τη δικαιολογία της κρίσης. Έτσι, ενώ έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν μία παράσταση, οικονομικά περισσότερο από ότι συνήθως γίνεται, αρχίζουν τις δικαιολογίες του τύπου “ο τάδε ηθοποιός είναι φτηνός-να πάρουμε έναν άλλον”…”να κάνουμε πιο φθηνό σκηνικό”…”γιατί τα κοστούμια είναι έτσι;”….Από εκεί και πέρα, το ελληνικό θέατρο δεν χωλαίνει κάπου. Μου λένε πολύ μεγάλης ηλικίας θεατές “αχ, εσείς οι παλιοί είστε εξαιρετικοί…ενώ τώρα οι νέοι δεν είναι”….Δεν τα δέχομαι καθόλου αυτά! Και τώρα υπάρχουν και καλοί και κακοί ηθοποιοί, όπως πάντα! Αλλά, οι νέοι, πάντα ,είναι ελπιδοφόρα ταλέντα στο χώρο μας”.

Τον καταχάρηκα με την Κατερίνα Ευαγγελάτου, καλοκαίρι, σε μια εμβληματική παράσταση με “άρωμα” ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟΥ. Ήταν το 2017, με την “Άλκηστη”. Τελευταία φορά που τον είδα στο θέατρο, ήταν το 2019. Κατέβηκα τα σκαλοπάτια του “μικρού Χορν”, σε εκείνο το δρόμο που τον πρωτοείδα και παρακολούθησα το “Ένας μοναχικός καουμπόυ”. Σα τώρα, τον θυμάμαι, στο τραπεζάκι δίπλα στο Βασίλη Μαυρογεωργίου, σε ένα ιδιαίτερο κείμενο. Ο Γιάννης ο Φέρτης. Ο κλασσικός, ο κλασάτος και ο πάντα νέος για την εποχή του….

 

“Ίσως κάποια μέρα στη γωνιά του δρόμου
τα χλώμα σου μάτια σβήσουν και χαθούν,
όμως θα κρατήσω τ’ όνειρο δικό μου,
μια κι οι πεταλούδες λεύτερες πετούν”…

“Εγώ, έχω πάντα τρακ. Όσα χρόνια και αν πέρασαν…Έχω τρακ! Ξέρω πολλούς συναδέλφους μου, που πλέον δεν έχουν. Εγώ, έχω….είναι θέμα χαρακτήρα νομίζω….Έχω και ανασφάλεια πάντα. Μονίμως αναρωτιέμαι….”τώρα, απόψε, ήμουν καλός;”….κάθε βράδυ τα ίδια αναρωτιέμαι….δηλαδή, Γιώργο, αν έρθει ένας άνθρωπος στο καμαρίνι και μου πει “χάλια ήσουν” θα τον πιστέψω”…

* αποσπάσματα συνεντεύξεων από το αρχείο του Γιώργου Παπανικολάου, το 2015.