κείμενο | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης */* επιμέλεια | ιάκωβος καγκελίδης + τάσος θώμογλου
ότι αξίζει, η προσμονή...
Αλλιώτικη μέρα. Άλλης πνοής Παρασκευή ξημέρωσε.
Λαχτάρα για φευγιό. Φοιτητές, δάσκαλοι και καθηγητές με το ρολόι στο χέρι, φαντάροι της πρώτης φουρνιάς αδειούχοι, σε κατάσταση αναμονής.
Τραίνα, ΚΤΕΛ, αεροδρόμια, με μια συγκίνηση, με μια χαρά για διακοπές, γεμάτα.
Τι αφήνεις πίσω;
Έγνοιες, υποχρεώσεις, ζόρια, έρωτες, βλέμματα, φίλους και καθημερινότητα.
Τι κυνηγάς;
Πατρίδα, επιστροφή, ρίζα, της μαμάς την αγκαλιά, του πατέρα το νεύμα, της παύσης το χρόνο. Μια νηνεμία της στιγμής.
Η Μαρία η δασκάλα στη Λήμνο που σήμερα το νου τον έχει μοναχά στο ρολόι. Κι όλη η τάξη της εύχεται “Καλό Πάσχα, κυρία”. Θα πάρει τη βαλίτσα της, κρυμμένη στην αίθουσα των εκπαιδευτικών και θα σπεύσει να φύγει με την πιο εγκάρδια ευχή από μακριά φωνάζοντας “αγαπώ σε” στη Τασούλα στο κυλικείο.
Ο Μανώλης ο αεροπόρος. Από την Ανδραβίδα θα ξεκινήσει ταξίδι για την Αλεξανδρούπολη. Εκεί η Δάφνη τον περιμένει να τον αγκαλιάσει βαθιά. Βαρέθηκε τα skype και τα viber. Το σώμα του θέλει μόνο. Το άγγιγμα του. Την ανάσα του.
Κάθε στάση Ο.Α.Σ.Θ στην Εγνατία και ένα πατίκωμα ανθρώπων. Φοιτητές με το πάσο στη κωλότσεπη και το στριφτό τσιγάρο έτοιμο να ανάψουν σαν σκάσουν το πιο ζεστό χαμόγελο και το πιο βαθύ φιλί στο κορίτσι που αφήνουν πίσω. Εκεί τα κλάμματα, στις ράγες του τραίνου.
Αγκαλιά με βουρκωμένα μάτια, λες και η Κυριακή του Θωμά είναι αιώνες παραπέρα.
Η Νίκη έχασε το παιδί στο τρίτο μήνα εγκυμοσύνης. Θα πάει στο χωριό της, στην ορεινή Αρκαδία. “Φαρμακωμένη” που ο Ανδρέας για ένα χαρτζηλίκι στη καφετέρια που δουλεύει δεν θα ακολουθήσει και θα μείνει νύχτες άγρυπνες στη Ζεύξιδος. Δεν ξέρει τι την πονάει πιο πολύ…
Άνοιξη με επιστροφή στο χάδι. Στου πατρικού τη θαλπωρή. Στο ανέγγιχτο παιδικό δωμάτιο, που το κρεβάτι δεν σε χωρά στα πόδια.
Πάλι οι ίδιες ερωτήσεις…”πόσα μαθήματα χρωστάς:”…”αδυνάτισες-όλο βλακείες τρως”…”δεν πιστεύω να καπνίζεις στη ζούλα”…”τι τρέχει με τον Αντώνη, τα ΄χετε;”…”θα βρεις καμια part-time δουλειά; Δεν βγαίνουμε”…”εσύ να είσαι καλά και για μένα μη σε νοιάζει”.
Λουλούδια ανθίζουν σε μέρες του φωτός. Ανάσταση Χριστού, μα πρώτα Σταύρωση. Βάγια και γιασεμιά κάνουν πάρτυ. Κι εσύ έτοιμος με μια τιγκαρισμένη βαλίτσα, Παρασκευή της αναχώρησης. Που δεν χωράει άλλα μέσα στο σακίδιο το εξτρά. Που δεν κουβαλιέται στα τραίνα και φοβάσαι μήπως χαλάσει και πεταχτούν τα πάντα έξω! “Θεέ μου, τι ντροπή και ποιος θα τα μαζέψει;”…
Η Κατερίνα τελειώνει τις θεατρικές παραστάσεις τη Κυριακή των Βαίων και για δύο εβδομάδες επιτέλους έχει άδεια και θα πάει στο Βόλο. Να χαθεί στα τσίπουρα και τους μεζέδες της Μεγάλης Παρασκευής.
Ο δωδεκάχρονος Κωστής γύρισε στο σπίτι από το σχολείο. Θα αφήσει τη σχολική τσάντα, όχι στο γνωστό σημείο….πιο πίσω…να μη τη βλέπει το πρωί που θα ξυπνά αργότερα για δυο εβδομάδες.
Ο Χασάν στο βουλκανιζατέρ στα Σφαγεία δέχεται την επίσκεψης της Λένας με το Cooper της. Φεύγει για Λάρισα η Λένα και ντρέπεται που θα της λείψει ο Χασάν. Να τη βράσει τη πλατεία Ταχυδρομείου. Και τι δεν θα έδινε να ερχόταν και ο Χασάν μαζί της, να το φωνάξει στους γονείς της, το πόσο τον αγαπά…”Love you, indeed”…
Καφέ στη Μελενίκου, λίγο πριν κάνει check in, η Άννα της φιλοσοφικής. Θα πάει να πιεί τα ρακόμελα στα Χανιά της, στα “Χάλκινα”-θα κάνει και μπάνιο στην Αγια Μαρίνα-στανταράκι…αλλά πριν φύγει στη “Μυρσίνη” θα περάσει να πει ένα γεια στον Αντώνη….ένα γεια και ένα “τα λέμε στο Facebook για δυο εβδομάδες-φιλιά”.
Δίπλα στο Λευκό Πύργο, στα σκαλοπάτια στο λιμάνι, ο Τάσος και ο Σπύρος ακούνε Prince κι έρχεται η Ζένια με το νέο tablet να τους πει ότι αποφάσισε εναλλακτικά, τούτες τις γιορτινές μέρες να μείνει Θεσσαλονίκη. Γιατί τα χρήματα δεν φτάνουν για ταξίδι στη Πάτρα. Άσε που πρέπει να τελειώνει με τη σχολή φέτος τον Ιούνη. Δεν έχει παρατάσεις!
O Άγγελος αφήνει το dvd στα Seven και με τη τροχήλατη βαλίτσα κατεβαίνει τη Σβώλου, ψάχνοντας ταξί. Βδομάδες επιθυμεί αυτό το ταξίδι. Κλίμα βαρύ για τα πνευμόνια του και θέλει να το αλλάξει. Ένας ταρίφας βρέθηκε στο γενικό χάος του μποτιλιαρίσματος.
Η Μάνια πήγε στην Πλατεία Αριστοτέλους, έξω από τη πόρτα του Γιώργου. Εχθές του άφησε τον “Ρέμπελο”, το σκύλο της, και το κλειδί να της ποτίζει τα λουλούδια στο μπαλκόνι, για όσο λείπει. Η Μάνια αφήνει στο Γιώργο, μια βιολέτα στη θυρίδα της πολυκατοικίας. Μια βιολέττα κι ένα post it-κρυφό. “Εδώ είμαι, όπου κι αν πάω για λίγο. Ίδιος ήλιος μας ξημερώνει. Να τον κοιτάς τα πρωινά”.
Παρασκευή της επιβίβασης. Στην απόλαυση, στο προσωπικό χρόνο, στη νηστεία από ρουτίνα, στην ευχή για ζωή. Μία είναι η ρημάδα. Και θέλει το χρόνο της. Γουστάρει το ταξίδι της. Μεγάλο ταξίδι, με τις ίδιες κινήσεις που κανείς φεύγει όταν εγκαταλείπει…κι ας γνωρίζει πως δεν θα είναι αργά η επιστροφή. Λίγες μέρες μόνο…ίσα να πεις μέσα σου “μου ΄λειψες” κι όλα θα γίνουν ξανά όπως πριν. Ή μήπως όχι;…