κείμενο | νίκη ζερβού*/* φωτογραφίες | λευτέρης τσινάρης + κωστής χατζής */* επιμέλεια I γιώργος παπανικολάου
Ένα γλέντι που μας άξιζε
Ποτέ δεν ήμουν “παραδοσιακιά”. Δεν μου άρεσαν ποτέ τα πανηγύρια, οι παραδοσιακοί χοροί, τα κλαρίνα. Τα έβρισκα πολύ πασέ, πολύ ξένα, δυνατά και κιτς. Μετά, ήρθα και έζησα στην Θεσσαλονίκη. Μια πόλη που -όχι απλώς διατηρεί και συντηρεί το στοιχείο της παράδοσης- αλλά το ανανεώνει και το επαναπροσδιορίζει. Άρχισα να κάνω παρέα μ’ αυτόν τον κόσμο, να έρχομαι σε επαφή μαζί του και να κατανοώ την αξία του. Και πάνω που είχε αρχίσει να μ’ αρέσει, κομμένα τα γλέντια κι οι χοροί και όλα.
Και μετά ήρθε το γλέντι στο WE. Και λυπήθηκα που δεν ξέρω να χορεύω παραδοσιακούς χορούς. Δύο πάρα πολύ δυνατές μπάντες που παίζουν νέα-παραδοσιακή μουσική, μας ξεσήκωσαν σε ένα γλέντι που θα το θυμόμαστε καιρό: Γκιντίγκι και Banda Entopica, στην πόλη που τους έφτιαξε και τους έφερε μαζί, για πρώτη φορά στην ίδια σκηνή.
Το γλέντι στήθηκε από τους Γκιντίκι, μια αγαπημένη μπάντα με πολύ ταλαντούχους μουσικούς και υπέροχη διάθεση, σχεδόν κατανυκτική. Μας γύρισαν σε όλη την Ελλάδα με τις μουσικές τους: από Ήπειρο μέχρι Ικαρία και πάλι πίσω.
Ο κόσμος πιάστηκε και άρχισε να χορεύει. Δεν υπήρχε χρόνος για ζέσταμα. Όλοι έτρεξαν κατευθείαν στο χορό. Ο Τάσος Κοφοδήμος με το κελαριστό λαούτο του και την πεντακάθαρη φωνή του, μας παρέσυρε. Δίπλα του, ο Κωνσταντίνος Λάζος με τα πνευστά και την κιθάρα του, έβγαζε τις κραυγές που αναλογούσαν για την περίσταση και το κοινό ανατρίχιαζε μαζί με τα πνευστά του. O Κωνσταντής Παπακωνσταντίνου, κρατούσε το tempo με τα κρουστά κι ο Θοδωρής Σιούτης έκανε το βιολί να κλαίει και το μετέτρεπε σε ό,τι όργανο μπορείτε να φανταστείτε κατά βούληση. Η ανταπόκριση ήταν ανάλογη. Πόλεμος στην σκηνή, πόλεμος και στην πίστα. Μαγεία.
Έπειτα, ήρθε η Banda Entopica να μας αποτελειώσει. Εκεί, το ταξίδι επεκτάθηκε και στα Βαλκάνια και το κοινό πότε χόρευε παραδοσιακά, πότε χοροπηδούσε με τις διασκευές τους. Ο Φίλιππος Φασούλας, το παιδί συναυλία με το ανεπανάληπτο κλαρίνο του, είναι εγγύηση για ένα επιτυχημένο πάρτι. Ευθύς, δε διστάζει να κατέβει κάτω στο κοινό να σταθεί στη μέση του χορού, να τον αναζωπυρώσει. Δίπλα του τα αδέλφια Τάσος και Ράφος Γκέντζης στο σαξόφωνο και το ακορντεόν, έδιναν καινούρια νότα σε όλα τα κομμάτια.
Ένα κεφάλαιο μόνο του, αποτελεί ο ντράμερ του συγκροτήματος Μπίλης Μαλεγκάνος. Έκανε stagedive στο κοινό και δήλωσε πως «ήθελα πάρα πολύ να το κάνω αυτό σήμερα», πήρε το μικρόφωνο και με βαριά λαϊκή φωνή τραγούδησε μόνος του το «καίγομαι και σιγολιώνω» και το «Ederlezi» και το κοινό τον ακολούθησε με χαρά. Αποτέλεσε έναν παλμό από μόνος του, ήταν σίγουρα ενθουσιασμένος που έπαιζε σε live μετά από τόσο καιρό.
Μόνο τέτοιες μπάντες και τόσο ταλαντούχοι μουσικοί μπορούν να κάνουν το σύγχρονο κοινό να ουρλιάζει στο «Μαργούδι» και να τραγουδάει δίχως αύριο, κομμάτια που γράφτηκαν πριν από 150 χρόνια, λες και είναι το πιο σύγχρονο hit. Γιατί, όταν η παράδοση αναβιώνει με φρεσκάδα και σεβασμό, αξίζει. Κι ακόμη περισσότερο, αξίζουν βραδιές σαν αυτήν που ζήσαμε στο WE!
Related posts:
έχεις τρεις επιλογές
έχεις τρεις επιλογές
έχεις τρεις επιλογές
έχεις τρεις επιλογές
κι όλο κύκλους κάνει το ίδιο story
In the night’s darkest hour...