at a glance
Top

Γιάννης Ξανθούλης

με καρδιά μικρού παιδιού...

συνέντευξη | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | αρχείο κ.ξανθούλη

“Ποιό ήταν το έναυσμα για να γράψω την “Άλωση των Αθηνών από τις αδελφές Γαργάρα”, που ξεκίνησα να γράφω πριν δύο χρόνια και μόλις κυκλοφόρησε; Μια φωτογραφία που βρισκόταν τριάντα πέντε χρόνια στο συρτάρι μου. Αυτή, του εξωφύλλου. Δυο κοριτσάκια με ψευτοσοβαρό ύφος, στημένα για μια έρευνα του περιοδικού National Geografic. Πάντα κάτι μου έλεγε, πως θα με απασχολήσουν. Κι έτσι ξεκίνησα να γράφω για τις αδερφές Γαργάρα και τον περίγυρό τους… Στο τέλος, κατέληξα να πιστεύω ότι ήταν κατά κάποιο τρόπο σωσίες μου σε κάποιες καταστάσεις στην περίοδο 1959-1960″…O Γιάννης Ξανθούλης στο rejected…

Rejected: Εσείς, κ.Ξανθούλη, το 1959, ένας δωδεκάχρονος στη προεφηβεία στον Έβρο-πώς θυμάστε τον εαυτό σας- με τί ασχολιόσασταν και τί σας απασχολούσε;

Γ.Ξ.: Το 1959 ήταν μια ενδιαφέρουσα δραματική χρονιά. Πρώτα η εφηβεία που με τρόμαξε και ύστερα το Γυμνάσιο που βρισκόταν κάθε καρυδιάς καρύδι. Μια βασανιστική χρονιά κι εγώ ανερμάτιστος κι αποπροσανατόλιστος μέσα σ’ ένα χριστιανικής, σωφρονιστικής ηθικής κολαστήριο. Μοναδικό μου καταφύγιο, το παραμύθι που έπλεκα για το μέλλον μου. Και βέβαια ονειρευόμουν την Αθήνα, όπως οι αδερφές Γαργάρα.

Rejected: Ποιά είναι τα “φάλτσα” σημεία της Αθήνας, που απολαμβάνετε; Ποιά “στέκια” και ποιές “βόλτες”;

Γ.Ξ.: Η Αθήνα είναι μια δύσκολη, αλλά αγαπησιάρικη, πόλη. Παρά τα φάλτσα της, που είναι πολλά και χειροτερεύουν λόγω των ηλιθίων και αδιάφορων αρχόντων της, έχει πάντα ένα τρόπο να δείχνει και το ανθρώπινο πρόσωπό της.

Περπατώ γιατί πάνω από όλα είμαι συνειδητά πεζοπόρος. Στέκια δεν είχα ποτέ γιατί σιχαίνομαι τους καφενέδες με τους αργόσχολους, αν και λάτρης του καφέ.

 

Rejected: Όταν γράφετε ένα βιβλίο, η τάση παράλληλα να ζωγραφίσετε, τί ακριβώς είναι; “Ξέσκασμα”; Μια εσωτερική ανάγκη να αποδώσετε, όσα “έχετε φτιάξει” στο κεφάλι σας ή μια ξέχωρη ανάγκη αυτόνομης δημιουργίας, που δεν έχει ανάγκη από λέξεις και σκέψεις;

Γ.Ξ.: Κι όταν ήμουν μαθητής μουντζούρωνα στο περιθώριο τα τετράδιά μου με σχέδια. Πολύ αργότερα τα σχήματα και οι ζωγραφιές έγιναν πιο υποφερτά. Το να αποτυπώνω με μολύβια και χρώματα τις σκέψεις μου είναι μια απόδραση επίσης. Γενικά είμαι των αποδράσεων…

 

Rejected: Τόσο η συγγραφή, όσο και η ζωγραφική είναι οι μόνες μοναχικές τέχνες δημιουργίας. Όσο μεγαλώνουμε περνάμε καλύτερα με τη μοναχικότητά μας, παρά με μεγάλες “πολύβουες”  παρέες;

Γ.Ξ.: Υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν τις μεγάλες παρέες, που φωτογραφίζονται χαμογελαστοί, που θέλουν το θόρυβο… Αυτά είναι μάλλον ξένα για την αφεντιά μου, γιατί δεν ξέρω πως να τοποθετηθώ μέσα σε τόση βαβούρα. Κι ενώ το σπίτι μου είναι πολύ ανοιχτό, κατά βάση είμαι το ίδιο μοναχικό άτομο από την παιδική ηλικία. Θέλω καλούς συζητητές, που να με συναρπάσουν. Αυτό δε συμβαίνει με ολόκληρη ποδοσφαιρική ομάδα.

 

Rejected: Θα σας ενδιέφερε – εκ νέου- η συγγραφή ενός αυτόνομου θεατρικού έργου ή “αυτά ανήκουν στο παρελθόν”;

Γ.Ξ.: Με το θέατρο, σαν συγγραφή, σταμάτησα από το 1989. Σήμερα το βαριέμαι, ακόμη κι αν η πρωταγωνίστρια αυτοπυρποληθεί στη σκηνή για χάρη μου. Δε νιώθω καμιά γοητεία πλέον και το αποφεύγω. Δε με διασκεδάζει.

 

Rejected: Σας λείπει η αρθογραφία του Σαββάτου…οι εποχές της Ελευθεροτυπίας;

Γ.Ξ.: Επειδή υπήρξα παιδί της κλασσικής αλληλογραφίας, μου λείπει το Σαββατιάτικο άρθρο της αείμνηστης «Ελευθεροτυπίας» κι ας μη γνώριζα τους αποδέκτες.

Rejected: Πετάτε μισογραμμένα συγγράματα; Τα βάζετε στο συρτάρι; Ή κάθε φορά που “στρώνετε κώλο” και γράφετε ένα βιβλίο, είστε αυστηρά πεπεισμένος ότι αυτό είναι και θα γραφτεί;

Γ.Ξ: Θέλω αρκετό χρόνο για να μπω στην περιπέτεια της γραφής ενός βιβλίου. Χρειάζομαι σωματική προπόνηση, χρειάζομαι να στήσω το σκηνικό, να κάνω ιστορικό ρεπεράζ, να βρω το ύφος που θα γράψω, να συστηθώ στους ήρωές μου. Θέλει δουλειά.

Rejected: Βόλτα στη Θεσσαλονίκη, στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου, στη Κατερίνη και σε άλλες πόλεις. Παρουσίαση στην Αθήνα. Μετά από τόσα χρόνια, αυτή η “περιοδεία” σας κουράζει ή το “άγνωστο” κάθε φορά εγκυμονεί χαρές;

Γ.Ξ: Είμαι εξασκημένος στον ιδεοψυχαναγκασμό, οπότε προσπαθώ να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις των παρουσιάσεων. Κι επειδή ξέρω, ότι συνήθως οι θεατές-αναγνώστες βαριούνται τις τυπικές παρουσιάσεις, συχνά εκτροχιάζομαι και ξεφεύγω από την αυστηρή παρουσίαση του συγκεκριμένου βιβλίου. Στο κάτω κάτω, το βιβλίο είναι για να διαβαστεί, ενώ ο ομιλητής έχει χρέος να κρατήσει ξύπνιους, όσους τον τίμησαν με την παρουσία τους.

Rejected: Διορθώστε με αν κάνω λάθος- έχω την αίσθηση πως δεν σας ενδιαφέρει η υστεροφημία. Η αποδοχή σας απασχολεί; Να “είμαι αιρετικός και συνάμα αρεστός”;

Γ.Ξ: Αποδοχή είναι ο κόσμος, οι αναγνώστες που διάβασαν τα βιβλία μου. Τα βραβεία, που δίνουν οι διάφορες παρέες, είναι μάλλον παρηγορητικά. Συνήθως, θυμόμαστε ήρωες βιβλίων κι όχι βραβευμένους. Κανείς δε θα αρνιόταν ένα βραβείο, αλλά το θέμα σηκώνει πολύ νερό.

Rejected: Τί ορίζεται μέσα σας, ως ένα καλό βιβλίο πρός ανάγνωση; Τί διαβάζετε αυτό το καιρό;

Γ.Ξ: Ένα καλό βιβλίο ανάλογα με τον αποδέκτη είναι αυτό που συγκινεί και εκπαιδεύει την αισθητική σου. Συνήθως, διαβάζω δύο ή τρία βιβλία, ταυτόχρονα.

Rejected: Θα προσπεράσει το e-book, το κάθε χαρτί; Τί πιστεύετε;

Γ.Ξ: Ελπίζω να μην αξιωθώ να δω κι άλλες εφευρέσεις.

Rejected: Κυκλοφορούν δεκάδες συγγράμματα κάθε εβδομάδα, από μεγάλους και μικρούς εκδοτικούς οίκους- πολύ συχνά και επί πληρωμή των συγγραφέων. Αισθάνεστε ότι οι πωλητές βιβλιοπωλείων και μεγάλων αλυσίδων, έχουν την ικανότητα, τη διάθεση και τη γνώση, να “κατευθύνουν” έναν “χαομένο” υποψήφιο αναγνώστη;

Γ.Ξ: Γι αυτό υπάρχουν οι κλασσικοί συγγραφείς. Το αλφάβητο της λογοτεχνίας. Ας εξασκηθούν πρώτα στους κλασσικούς και θα βρουν μετά και τους υπόλοιπους.

Rejected: Με τί συγκινηθήκατε, τελευταία;

Γ.Ξ: Με το απογευματινό τραγούδι μιας δεκαοχτούρας. Πιστεύω ότι είναι πάντα η ίδια… εδώ και εβδομήντα οκτώ χρόνια…

Rejected: Σε ποιά αυταπάτη, πιστέψατε;….Και αυταπάτη ήταν….σας πρόδωσε….

Γ.Ξ: Μόνο, όσες κατασκεύασα μόνος μου.