Ιαπωνία, κέντρο οικονομίας στον σύγχρονο πολιτισμό. Κι όπως συνηθίζεται να συμβαίνει η μέση τάξη εκλείπει. Υπάρχουν οι φτωχοί κι οι πλούσιοι, τα άκρα. Μία οικογένεια προσπαθεί μέσα από ανορθόδοξους στην πλειοψηφία τους τρόπους να σταθεί στα πόδια της και να επιβιώσει. Έχει αξίες, υπάρχει αγάπη, αλλά λείπουν τα χρήματα. Ο ερχομός ενός νέου μέλους, θα συσφίξει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις, τα μέλη θα έρθουν ακόμα πιο κοντά και θα διεκδικήσουν το δικαίωμα σε ένα καλύτερο αύριο.
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει τονίσει στο παρελθόν, ότι το σινεμά του τείνει προς αυτό του Κεν Λόουτς. Ένα αιχμηρό σχόλιο για το παγκόσμιο σύστημα, που καταδικάζει ανθρώπινες ψυχές και τις οδηγεί στην μοναξιά και την αποξένωση. “Εγώ την βρήκα, κάποιος άλλος την πέταξε στον δρόμο”. Στην περίπτωσή μας όμως, οι πρωταγωνιστές δε χάνουν την ανθρωπιά τους και την πίστη, την ελπίδα, μέχρι την τελευταία σκηνή. Βιοπαλαιστές, που διδάσκουν πως ο σεβασμός δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται μέρα τη μέρα, πράξη με την πράξη.
Δουλειές του ποδαριού, καθημερινή και συνεχής μάχη για την επιβίωση. Οι ανατροπές μεγάλες, μία απ΄αυτές επιφέρει και το ξετύλιγμα του μίτου της Αριάδνης. Ξαφνικά άπαντες θα βρεθούν προ των ευθυνών τους. Μυστικά θα αποκαλυφθούν. Τι θα συμβεί; Θα αντέξουν ενωμένοι; Κάποιος αποφασίζει να θυσιαστεί για το καλό όλων. Στην πορεία αλλάζει ολόκληρη η κοσμοθεωρία του. Το μητρικό ένστικτο κυριαρχεί. Ο Θεός βλέπει, αλλά η αδικία κυριαρχεί.
Εξαιρετικές οι ερμηνείες. Από την μικρούλα Μayu Matsuoka, μέχρι τη γιαγιά, Kirin Kiki, που απεβίωσε λίγες ημέρες μετά το πέρας των γυρισμάτων. Συγκινητικός ο πατέρας, που στην κατάθεσή του τονίζει, πως το μόνο που μπορούσε να μάθει στα παιδιά του ήταν … πως να κλέβουν. Δραματική παραδοχή από έναν γονέα, ενώπιον των αρχών και βαθύτερα ενώπιον της κοινωνίας ολόκληρης. Φυσικά ανάλογες ιστορίες δε συμβαίνουν μόνο στην Ιαπωνία, αλλά και στην Ευρώπη, στην Ελλάδα, στο σπίτι μας.