Ένας νεαρός γλωσσολόγος, γεμάτος φλόγα για διαλέκτους που τείνουν να εκλείψουν, δίνει το δικό του αγώνα να διασώσει μία ιδιωματική γλώσσα των Μεξικανών. Αυτή ονομάζεται Ζικρίλ. Τελευταίοι πρεσβευτές της, τρεις ηλικιωμένοι άνθρωποι. Δύο άντρες και στη μέση μία γυναίκα. Η αυταπάρνηση κι ο αγώνας του Μαρτίν να κερδίσει το στοίχημα, τον οδηγεί στην υπερβατικότητα. Μέσα σ΄αυτό το ταξίδι μαθαίνει, ερωτεύεται, πονάει, νιώθει δυνατά συναισθήματα κι εν τέλει γίνεται κι ο ίδιος κομμάτι του προβλήματος.
Η συμφιλίωση των δύο γερόντων αποτελεί το μεγάλο του εγχείρημα. Αφενός προκειμένου να τους καταγράψει να συνομιλούν, ως επαγγελματίας κι αφετέρου για να τους χαρίσει την “αιώνια ζωή”, ως άνθρωπος. Τι χωρίζει άραγε δύο φίλους κι έχουν να μιλήσουν πενήντα ολόκληρα χρόνια; Μήπως η γυναίκα είναι απλά η αφορμή και τα αίτια είναι πολύ βαθύτερα, χαραγμένα στις ταλαίπωρες ψυχές τους; Οι απαντήσεις βαθιά κρυμμένες στους ήχους της ζούγκλας. Πρέπει να παιδευτείς για να είσαι σίγουρος.
Με μία διαφορετική προσέγγιση, σε μία εποχή καθολικής παγκοσμιοποίησης, κάποιοι αρνούνται να γίνουν κομμάτι του κύματος της εποχής. Ζουν ήσυχα και περιμένουν καρτερικά τη λύτρωση του θανάτου. Πόσο μακάβριο! Αναμένουν, κάνουν για χρόνια υπομονή, προσπαθούν να ξεχάσουν και να πνίξουν όσα ένιωσαν. Ένοχα μυστικά που δεν πρέπει να ειπωθούν, δεν πρέπει να ακουστούν, ούτε σαν ψίθυροι. Την αλήθεια άλλωστε γνωρίζουν μόνο τρεις κι έχουν φροντίσει να είναι καλά κλειδωμένη σε ένα σεντούκι στο μπαούλο των αναμνήσεων.
Ο σκηνοθέτης συνδέει τον ρεαλισμό με το μεταφυσικό, την ομορφιά της φύσης με τη μαγεία της μετά θάνατον ζωής και πετυχαίνει να καθηλώσει τον θεατή σε αυτό το ταξίδι. Γοητεύουν οι εικόνες της φύσης. Πού κατοικεί άραγε η αληθινή αγάπη; O λυρισμός, η ποίηση, το στοιχείο του παραμυθιού δεμένα με μία τρυφερότητα. Κι όμως, ακόμα και σ΄αυτόν τον κόσμο υπάρχουν απαγορεύσεις, προκαταλήψεις και μίας μορφής έλλειψη ελευθερίας.