at a glance
Top

Γιάννης Μαυρόπουλος

άφησε τα "πρέπει" και χώθηκε στα "λες;"

συνέντευξη | γιώργος παπανικολάου */* φωτογραφίες | χρύσα γούτου */* επιμέλεια | γιώργος παπανικολάου

“Το “Παλτό” ήταν ένα τεράστιο σχολείο. Η Γλυκερία Καλαϊτζή εμπιστεύτηκε δέκα παιδιά από το εργαστήρι της για να κάνει μια επαγγελματική θεατρική παράσταση, δεν ξέρω πόσο μεγαλύτερη ευκαιρία μπορεί να βρει κάποιος που τότε ασχολιόταν με το θέατρο τρία χρόνια, μέσα από εργαστήρια, όπως ήμουν εγώ. Η δουλειά αυτή και η μαθητεία δίπλα στη Γλυκερία ήταν νομίζω που πρωτοδιαμόρφωσε την αισθητική μου και την αντίληψη μου για το θέατρο. Το κουβαλάω ακόμη αυτό φυσικά, από εκεί εκκινώ. Ανεξίτηλη στιγμή από το “Παλτό” ήταν στην τρίτη παράσταση. Μια σκηνή που μας πήγε καλά με τη Μυρσίνη την Καρματζόγλου, που παίζαμε μαζί -απόφοιτη του Κρατικού πλέον, τρομερή νέα ηθοποιός και μέλλουσα σκηνοθέτις, προβλέπω. Τέλειωσε η παράσταση και ανεβήκαμε στα καμαρίνια. Με την έκπληξη του αρχάριου, κοιτιόμασταν και δεν πιστεύαμε τη χαρά μας που τα πήγαμε τόσο καλά, που επικοινωνήσαμε έτσι σκηνικά. Επιζητώ αυτό το είδος ευτυχίας σε κάθε προσπάθεια που κάνω”….  Ο Γιάννης Μαυρόπουλος στο rejected…

“Θεσσαλονικιός είμαι, γεννήθηκα και μεγάλωσα στη δυτική είσοδο της πόλης, πριν έρθουν το εμπορικό κέντρο και τα μικρομάγαζα. Περιθώριο, αγοραίο σεξ και κέντρα γνωριμιών ήταν το σκηνικό. Φοβερές παραστάσεις που σου μένουν για μια ζωή. Εργαλείο και για το θέατρο, μεγάλο.

Ο μπαμπάς δάσκαλος στο επάγγελμα, μαζί ξυπνούσαμε, μαζί πηγαίναμε στο σχολείο, στο ίδιο δημοτικό που δούλευε πήγαινα, στους Αμπελόκηπους. Μαζί γυρνούσαμε, όλα μαζί. Η μάνα μου δούλευε στην άλλη άκρη της πόλης και γυρνούσε κατά το απόγευμα. Μου έμαθαν την αξία του σεβασμού στον άλλον, όχι με λόγια, με το στυλ τους και τη στάση τους.

Ο αδερφός μου 13 χρόνια μεγαλύτερος. Δεν μαλώναμε, τι να μαλώσουμε, ήμασταν λίγο σαν μπαμπάς με γιο, όταν ήμουν παιδί. Όταν ενηλικιώθηκα, κάναμε -και κάνουμε- φοβερή παρέα, ώρες ατελείωτες. Πατέρας δύο παιδιών πια ο Βασίλης και με μια εκπληκτική σύζυγο, τυχερός άνθρωπος”.

No shadow
No stars
No moon
No care
November
It only believes
In a pile of dead leaves
And a moon
That's the color of bone

“Οι ηθοποιοί με ταρακουνούν. Η Νένα Μεντή στην “Ευτυχία” ήταν η αποκάλυψη για μένα. Επικοινωνία με τον καθένα θεατή ξεχωριστά, κοντά στην έννοια της “κοινωνίας” της εκκλησίας. Και σεμνός άνθρωπος, όσο καταλαβαίνω από το δημόσιο λόγο της. Τρομερή.

Και ο Βασίλης ο Παπακωνσταντίνου. Για μένα τραγουδά και παραδίδει μάθημα υποκριτικής. Τον είδα στο “Τρένο των Εννέα και Πέντε”. Τραγουδούσε με τέτοια εννόηση του τι λέει…. Έλεγε “αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα” και σε έφερνε προσωπικά προ των ευθυνών σου. Λες και το έλεγε μόνο σε σένα”.

No prayers for November
To linger longer
Stick your spoon in the wall
We'll slaughter them all

“”Γιατί με το θέατρο; Τί με μαγεύει; Τί θέλω να “πω”;”…ωραία…αυτή είναι ερώτηση…χα….για χρόνια δεν μπορούσα να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση. Μου ήταν φανερό ότι το θέατρο με έβαζε σε μια άλλη διαδικασία, μια άλλη λειτουργία.

Περνώντας η σχολή, άρχισα να αποκωδικοποιώ τι μου συνέβαινε. Οι ιστορίες είναι. Η ευθύνη, το προνόμιο και η ηδονή του να λες ιστορίες. Ίσως ακούγεται μπανάλ, αλλά είναι όλη η επικοινωνία των ανθρώπων. Μια φράση λέει “αρκεί να ανοίξει ένας ηθοποιός το στόμα του για να ζωντανέψει μια ιστορία δυόμιση χιλιάδων ετών”. Αυτή τη δουλειά κάνουμε. Πώς να μη μαγευτείς, πως να μην αγχωθείς, πώς να μην παρασυρθείς;”

November has tied me
To an old dead tree
Get word to April
To rescue me
November's cold chain

“Με ρωτάς, ποιοι δάσκαλοι, ποιες συνθήκες, ποιες στιγμές με οριοθέτησαν… Ακόμα κι από αυτούς που δεν κατάφερα να βρω κοινά σημεία επαφής -δεν φταίω και δεν φταίνε βέβαια, είναι και θέμα χημείας- κατάφερα να πάρω πράγματα, έστω κι αν το κατάλαβα αργά. Μετά τη σχολή.

Όταν σπουδάζεις νιώθεις ότι κάθε λέξη, καθε παρατήρηση, κάθε σχόλιο που θα σου κάνει ο δάσκαλος είναι και το μέτρο του αν κάνεις για αυτή τη δουλειά. Αν θα πετύχεις σαν ηθοποιός ή αν πρέπει να τα παρατήσεις αμέσως και να πας να γίνεις λογιστής. Δικαιολογημένη αντίληψη, αν και λάθος.

Η Γλυκερία, η Έφη Σταμούλη, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Αυτοί, νομίζω, μου έδωσαν τις πιο βασικές κατευθύνσεις. Η καθεμία κι ο καθένας από το δικό του δρόμο.

Ο Μιχάλης Συριόπουλος -στα εργαστήρια ακόμη- μου έδειξε τι πάθος είναι η τέχνη και με έβαλε και πρώτη φορά να παίξω σε παράστασή με εισιτήριο, κομβική στιγμή. Ο Μιχάλης Σιώνας με βοήθησε πάρα πολύ στην αντίληψή μου για τη σκηνοθεσία. Πώς δίνουμε οδηγίες, πως οργανώνουμε τη μελέτη μας και την -πολύπλευρη- εργασία μας”.

Made of wet boots and rain
And shiny black ravens
On chimney smoke lanes
November seems odd
You're my firing squad
November

“Οι Monks ποιό όραμα έχουν; Αχ, αυτή η ερώτηση, γιατί διαφέρουν από “μία ακόμα” θεατρική ομάδα της πόλης; Θα σου απαντήσω…Δεν μας οδηγεί- νομίζω- το να “διαφέρουμε”. Μας κινεί ιδιαίτερα, το να φέρουμε κόσμο στο θέατρο για πρώτη φορά. Να τους κάνουμε να ξεφύγουν από το “σκοτώνω την ώρα μου”. Γι αυτό και το ρεπερτόριο μας, για την ώρα τουλάχιστον, είναι έργα πιο προσιτά, πιο οικεία σαν γραφή και δράση, κυρίως στον κώδικα του ρεαλισμού. Θέλουμε να λέμε ότι δεν προσφεύγουμε στην ευτέλεια και ότι δεν κοροϊδεύουμε κανέναν”.

With my hair slicked back
With carrion shellac
With the blood from a pheasant
And the bone from a hare
Tied to the branches
Of a roebuck stag
Left to wave in the timber
Like a buck shot flag

“Ξεκίνησα σε μεγάλη ηλικία να ασχολούμαι στο θέατρο. Πήγα σε ένα εργαστήρι “για να μη βαριέμαι” και άλλαξε όλη η ζωή μου. Όλο μου το βλέμμα στον κόσμο. Οι πολιτικές μου πεποιθήσεις. Ξεπέρασα ψήγματα ρατσισμού και ομοφοβίας, προκαταλήψεις που στη γενιά που μεγάλωνα θεωρούνταν αυτονόητες αξίες. Όπως καταλαβαίνεις, μου έδωσαν τόσα πολλά τα εργαστήρια που ήθελα από πολύ νωρίς να ασχοληθώ και από την πλευρά του εμψυχωτή.

Ονειρεύομαι τα εργαστήρια μου να είναι ένα εβδομαδιαίο τρίωρο διάλλειμα από τις προθεσμίες, τη μέτρηση του χρόνου και του χρήματος.

Απόδραση από το “πρέπει” και είσοδος στο “λες;”.

Αυτό προσπαθώ να καλλιεργώ. Και αυτό γίνεται με μεθόδους και με εφαρμοσμένη νοοτροπία, όχι με λόγια του αέρα και δήθεν μαγείες.

Το πιο όμορφο feedback που έχω πάρει στο εργαστήρι είναι ότι “από τότε που ήρθα, δεν αγχώνομαι τόσο για το αν θα τα καταφέρω”. Αυτό επιζητώ. Δοκιμές μέχρι θανάτου, αποτυχίες και ξανά δοκιμές”.

Go away you rainsnout
Go away, blow your brains out
November

“Δεν διαλέγω πάντα εγώ το έργο. Πολλές φορές είναι οι συγκυρίες. Τα δύο κείμενα που ανέφερες, το “Με δύναμη από τη Κηφισιά” και το “Τάβλι”, μου τα πρότειναν οι ηθοποιοί τους. Μέχρι να πούμε, βέβαια, “πάμε να το κάνουμε”, σημαίνει ότι κάτι με έχει μαγέψει. Η λέξη-κλειδί μου, είναι το παράπονο. Αυτό με συγκινεί στα έργα και στους ήρωες τους, αυτό που δεν έχει δικαιωθεί μέσα τους. Αυτό παλεύουμε να υπερασπιστούμε.

Στο “Τάβλι” οι ήρωες είναι δύο γελοίοι άνθρωποι, παγιδευμένοι στη μεγαλομανία τους. Είναι όμως και δύο άνθρωποι χωρίς ελπίδα, χωρίς προοπτική, είτε μιλάμε για τους πενηντάρηδες του ’70 -από γραφής, είτε για τους σημερινούς τριαντάρηδες, που στα δεκαοχτώ τους, τους είπαν “χρόνια πολλά, μνημόνια, σπουδάστε, δουλέψτε για 550 ευρώ, αν είστε τυχεροί και βρείτε δουλειά”. Και σήμερα, πολλοί τζογαρουν στο ίντερνετ, ψάχνοντας όχι μόνο να βγάλουν λεφτά, αλλά και μια ευκαιρία να κερδίσουν κάπου. Έχουμε σχεδόν παραιτηθεί από την ελπίδα να πάνε καλύτερα τα πράγματα. Δεν βλέπουμε πουθενά πιθανό τρόπο να προκόψουμε”.

“Στο “Με δύναμη από τη Κηφισιά” είδα μια πάλη τριών γυναικών να αισθανθούν αυτόνομες, αυτόφωτες. Σαν την πάλη που κάνει η κοινωνία, για να μετατοπιστεί η θέση της γυναίκας σε κάτι νέο, κάτι δικαιότερο, κάτι πιο πραγματικό από αυτό που πιστεύαμε για χρόνια. Αυτή διαπραγματευόμαστε, με την κωμικότητα τους, τις ανορθογραφίες και τις ασυνέπειες τους. Την προσπάθεια να πάρουν τη δύναμη από τη συνειδητοποίηση ότι είναι αρκετές όπως είναι. Χθες, τελειώσαμε και με τους Monks τη “Προδοσία”, παραγωγή που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Μιχαλάκος. Ποιός και τί με “πρόδωσε” σε αυτή τη ζωή; …Με πρόδωσε η σκέψη που είχα μεγαλώνοντας, ότι αν ασχοληθώ με τη διοίκηση θα καταφέρω να επιδρώ σε πολύ κόσμο. Άλλωστε, οι πρώτες μου σπουδές είναι πάνω στη διοίκηση  και τότε μάλιστα ήταν πολύ συνειδητή επιλογή. Και μαζί, η σκέψη ότι στη ζωή μετρά μόνο το αποτέλεσμα. Μεγαλώνοντας, αντιλαμβάνομαι όλο και περισσότερο, ότι η προσπάθεια είναι που γεμίζει το χρόνο σου και σε διαμορφώνει. Το αποτέλεσμα δεν το ορίζεις πλήρως, έτσι κι αλλιως, ποτέ. Με πρόδωσε και με παγίδεψε -ενίοτε ακόμα το κάνει- η ανάγκη μου να ξεχωρίσω, να υπερέχω. Και η πολιτική με πρόδωσε και η δημοσιογραφία και η αγένεια πολλών γύρω μου, με κάνει και νιώθω αδύναμος”.

“Με ρωτάς αν είναι εύκολο να δουλεύεις ομαδικά- με τους Monks- κι ασυναίσθητα να μη μπαίνει μπροστά-“εγωιστικά”- η δική μου καλλιτεχνική και πρακτική άποψη…

Αν ήταν εύκολο, θα το διαλύαμε. Ζηλεύω πολλές αρετές της Ανθούλας, της Βικτώριας, του Γιώργου, του Ιωάννη και του Κωνσταντίνου. Επί σκηνής ή μη. Με κινητοποιεί αυτό. Και ταυτόχρονα με αναδεικνύει το να δουλεύω μαζί τους.

Τώρα, και γενικά, όταν παίζω, παλεύω να κρατήσω το μικρόβιο της σκηνοθεσίας στα επίπεδα που είναι γόνιμο. Να προτείνω πράγματα στην πρόβα παίζοντας, αλλά και να πειθαρχώ όταν σκηνοθετεί άλλος. Ένας πρέπει να λέει πάντα “που πάει το καράβι”. Αλλιώς, η παράσταση είναι σκορπισμένη σε χίλιες κατευθύνσεις και δηλητηριασμένη από πιθανές ίντριγκες.

Τί λείπει από τη θεατρική Θεσσαλονίκη ιδιωτικών παραγωγών, πέρα από τα χρήματα και τις επιχορηγήσεις;

…Πόσο χρόνο έχεις; Θα σου πω τι λείπει από τις ιδιωτικές παραγωγές που δεν χρηματοδοτούνται. Κεφάλαιο διαθέσιμο προκαταβολικά, γνώση μάνατζμεντ, γνώσεις επικοινωνίας, χώροι προβών, ένσημα, ύπνος, φαγητό ενίοτε, συζήτηση και συνεργασία και μεταξύ των ομάδων (αυτό φαίνεται να αλλάζει τελευταία), περισσότεροι δημοσιογράφοι που να ξέρουν γιατί ασχολούνται με την τέχνη.

Κυρίως, λείπουν θέατρα μικρού μεγέθους, θέατρα 60-100 ατόμων που να ενδιαφέρονται να μας φιλοξενήσουν.

Ένα 300αρι θέατρο θα φιλοξενήσει αθηναϊκούς θιάσους. Και καλά θα κάνει, γιατί από εκεί θα έχει εγγυημένα έσοδα. Και πολλοί από τους υπεύθυνους των χωρών αυτών θα ήταν πιο ευτυχισμένοι και οι ίδιοι αν ασχολούνταν με κάτι αλλο.

Χώροι στα “δικά μας κυβικά” είναι το Θέατρο Τ, το Μπενσουσάν Χαν, μέχρι που έκλεισε, ζήτημα να είναι ένας-δύο ακόμη. Υπάρχει μεγαλύτερη προσφορά παραστάσεων -και καλών παραστάσεων- στην πόλη απ’ ότι χώροι να μας φιλοξενήσουν.

Τί; Αν μια καλή παράσταση στη Θεσσαλονίκη, no name θιάσου, θα βρει το κοινό της ή “ποτέ δεν ξέρεις”; Δεν ξέρω να σου πω-να σου απαντήσω- με σιγουριά. Ίσως, χρειαστεί τόσο καιρό που να συμβεί στην τελευταία παράσταση. Δεν ζούμε εύκολους καιρούς, ούτε οικονομικά ούτε τεχνολογικά.

Ακούω ότι “η λύση είναι τα νέα σχήματα να πειραματιστούν”. Χαίρω πολύ, κι εγώ θέλω να δοκιμάσω καινοτόμα πράγματα. Μόνο. Αλλά κάθε παραγωγή σημαίνει ρίσκο 4-5 χιλιάδων ευρώ τουλάχιστον. Δεν τα έχουμε. Τα δανειζόμαστε, “ματώνουμε” να βρούμε κανένα χορηγό, κάνουμε οικονομία από τα βασικά για να ανεβάσουμε μια παράσταση.

Πώς έρχεσαι και λες εκ του ασφαλούς, “πειραματίσου”;

Γιατί ο ακραίος πειραματισμός, όσο γοητευτικός κι αν είναι, συνεπάγεται και ρίσκο βιωσιμότητας της παράστασης”.

“Τα πρωινά, παίζω στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας, στη Παιδική Σκηνή στο “Είναι κανείς εδώ;” σε σκηνοθεσία του Πέτρου Μαλιάρα…Συγκεκριμένα, στο Θέατρο, τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών της Βέροιας, για σχολεία.

Ήταν μια ευκαιρία να γυρίσω στην υποκριτική επαγγελματικά, πρώτη φορά μετά τον κορονοιό. Και αυτό με τροφοδοτεί και σαν σκηνοθέτη.

Μη ρωτάς πως αντέχω κι οδηγώ και πηγαίνω κάθε πρωί…Συνηθισμένα τα βουνά απ’ τα χιόνια στις μετακινήσεις με το ΚΤΕΛ πλέον, αντίο αυτοκίνητο, πετρέλαια και εκνευρισμός…. Αν σου πω ότι περνάω πιο ξεκούραστα, λόγω του ότι αναπληρώνω δύο-δυόμιση ώρες ύπνο την ημέρα στο λεωφορείο, θα με πιστέψεις;

…..Τί μπορεί να βρει κάποιος σε ένα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. μιας επαρχιακής πόλης που όσο και να προσπαθεί, δεν θα του προσφέρει καμία αίθουσα Θεσσαλονίκης;

Θα σου πω τι βρήκα εγώ εκεί, που δεν το περίμενα. Μια μικρή πόλη με περίπου 12 τμήματα ερασιτεχνών ηθοποιών. Υπέροχο κλίμα στο θίασο, από τον Πέτρο Μαλιάρα που σκηνοθετεί τα λαϊκά παραμύθια που κάνουμε εκεί, μέχρι τους ηθοποιούς και τους πιο “αφανείς” συντελεστές. Σπάνιο πράγμα αυτό και πολύτιμο, αν είναι να παίζεις καθημερινά. Και έναν οργανισμό που δουλεύει απρόσκοπτα και οργανωμένα για να σε εξυπηρετεί από τα αυτονόητα μέχρι τα πιο σύνθετα”.

“Στη ζωή μου, αν όλα είναι θέατρο και φίλοι γύρω από αυτό; …Είναι ναι, και δεν το λέω απαραίτητα με καμάρι. Έκανα μια μεγάλη στροφή στη ζωή μου σε μεγάλη- σχετικά- ηλικία. Η κοπέλα μου είναι επίσης ηθοποιός και Monk, οι κολλητοί μου είναι εκτός θεάτρου αλλά τους παραμελώ λόγω χρόνου και νιώθω τύψεις.

Ο ελεύθερος χρόνος μου είναι πρακτικά ανύπαρκτος τον περισσότερο καιρό, και όταν συμβαίνει να υπάρχει, μου υπενθυμίζει ότι είναι απαραίτητος.

Με διασκεδάζει, όταν προλαβαίνω, να βλέπω αθλητικά -παλιά συνήθεια από την πρώτη μου νεότητα, να βγαίνω σε ταβέρνες, τέτοια πράγματα…. Και τα ταξίδια μου αρέσουν, αλλά δεν προλαβαίνω εύκολα.

Ονειρεύομαι να εκφράζομαι, να πετυχαίνω καλούς συνεργάτες που να μοιράζονται την ίδια λοξά μαζί μου. Να γίνομαι όλο και καλύτερος συνομιλητής στην κοινότητα μου μέσα από τις σκηνοθεσίες μου, να καταρτίζομαι συνεχώς ως ηθοποιός και ως σκηνοθέτης. Να έχω την υγεία μου και να προλαβαίνω να επιστρέφω αγάπη στους κοντινούς μου ανθρώπους.

Φέτος ήταν εμπειρία…πρόβα μόνο με γυναίκες στη “Κηφισιά”, μετά δουλειά με δύο άντρες ηθοποιούς με δεκαετή εμπειρία στο χώρο για το “Τάβλι”  και παιδικό θέατρο θέατρο σε άλλη πόλη.

Είναι πρόκληση -αρχικά- το να μπαίνεις και να βγαίνεις σε τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα και κυρίως στοχεύσεις. Ήταν μέρες που έκανα πρόβες με όλα τα project διαδοχικά. Στην “Κηφισιά”, με τέσσερις υπέροχες γυναίκες, στο πρώτο τους λίγο-πολύ επαγγελματικό βήμα, υπήρχε ένα στοίχημα που φαίνεται να το κερδίζω μαζί τους. Να νιώσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ασφάλεια στη σκηνή και να αντικατοπτρίζουν τη σημερινή μάχη της θηλυκότητας μέσα από ένα σπαρταριστό κείμενο του 1995.

Το “Τάβλι” είναι πολύ διαφορετικού κλίματος. Δύο ικανότατοι ηθοποιοί με φοβερή χημεία και μια προσπάθεια μου να συνομιλήσουν αυτοί οι δύο 30αρηδες μέσα από ένα έργο για τα προβλήματα της γενιάς τους. Βούτηξαν και οι δύο σ’ αυτό, πρότειναν πολύ και το αποτέλεσμα νομίζω μας δικαιώνει και τους τρεις.

Η Βέροια πάλι, άλλη υπόθεση. Θέατρο μάσκας, λαϊκά παραμύθια και μια ανάγκη για επιστροφή στην παιδική αθωότητα…είναι και ο Πέτρος όπως και εγώ, αθεράπευτα νοσταλγικός της προ-μιλένιουμ εποχής, με λιγότερες συσκευές και περισσότερη “εξερεύνηση”…

H μέρα τελειώνει -συνήθως- με πολύ κούραση και πολλές πληροφορίες στο κεφάλι. Ο Δημήτρης Μητροπάνος παίζει συνέχεια στα αυτιά μου, ακόμα και όταν δεν ακούγεται πραγματικά με συντροφεύει, εδώ και είκοσι χρόνια τουλάχιστον. Και πολύς Θάνος Μικρούτσικος, Θανάσης, προς τα εκεί.

Και από ταινίες; Η “Υπόθεση Καρλίτο”, “ο Μεγάλος Λεμπόφσκι”, το “Shawshank Redemption” αλλά και ο “Καιρός των Τσιγγάνων” αναπαράγονται σίγουρα, μια φορά το χρόνο το καθένα, στο σπίτι.

Ο έρωτας εδώ και τέσσερα χρόνια είναι η Βικτώρια, πλέον και συγκάτοικος. Πόσο δύσκολα θα ήταν χωρίς αυτήν!

Η χαρά μου, στο τέλος της μέρας, είναι μια πρόβα που δοκιμάσαμε πολλές φορές, ένα μάθημα στο εργαστήρι που κάτι μας εξέπληξε, μια κουβέντα με φίλους που μας έκανε να λυθούμε στα γέλια. Τί; ..Γιατί γελάς; Θέατρο δεν είναι οι άνθρωποι;”…