Ονομάζομαι Γιώργος Χιώτης και κατάγομαι από το γένος των ανθρώπων. Απόδειξη: εκφέρω και διατυπώνω έναρθρο λόγο. Αλλά, τι να πεις. Ουδεμία σημασία δεν έχει η λέξη «άνθρωπος» εάν δε κινηθεί, εάν δεν αποκτήσει μια ρηματική χροιά, ρε παιδί μου. Από ΄δω και πέρα, λοιπόν, η φράση «είμαι άνθρωπος» αντικαθίσταται από το ρήμα «ανθρωπώ». Παρεμπιπτόντως, όμορφο πράγμα το ρήμα. Δε φρακάρει, έχει μια χορευτική τάση· «ανθρωπώ», «απορώ», «τοποθετώ», «αμφισβητώ», «ολυμπιακώ», «παναθηναϊκώ», «ΑΕΚ». Έχει τη χάρη του το ρήμα. Βέβαια, το ελάττωμά του είναι ότι δεν πρόκειται για κάποιο υλικό αντικείμενο και συνεπώς δε μπορεί να μπει σε μια τσάντα. Οπότε, τρυφερό μου ρήμα, με βαριά καρδιά σε κάνω στη μπάντα. Ώ ρήμα, ώ ρήμα. Σε κάνω στην μπάντα και πιάνω την τσάντα:
-Γιώργος: Τι θα ήθελες, τσάντα μου, να κατοικήσει στο σώμα σου;
-Τσάντα Γιώργου: Ένα μπουκάλι νερό, για να γλυκάνει το στόμα σου. Α! Κι ένα βιβλίο. Του Προυστ ή του Πάουντ κι ας είναι βαρίδι. Αχ, θα ΄ναι οι σελίδες του φωτένιο στολίδι… STOP: Σε αυτό το σημείο, τρυφερή μου ομοιοκαταληξία, σε κάνω και σένα στη μπάντα. Δεν είσαι μεταμοντέρνα. Δεν έχεις καν ίνστα. Δε διάβασες Τζούντιθ, Ρολάν και Μισέλ. Καιιιιιι….. Τρρρίτο πράγμα για του Γιώργου την τσάντα (ήχοι τυμπάνου για έντεκα δευτερόλεπτα), ένα KINDER BUENO! Όχι αυτό με τη λευκή σοκολάτα, το old school bueno φυσικά!