1949… Ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ολοκληρωθεί. Επικρατεί ισορροπία τρόμου. Μεταφερόμαστε στην Κομμουνιστική Πολωνία, η οποία προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματά της, μετά τις θηριωδίες των Γερμανών κατακτητών. Στροφή στον Πολιτισμό, μετά τη δίνη του πολέμου. Ο Βίκτορ καλείται να ταξιδέψει στην επαρχία και με τους συνεργάτες του να επιλέξει αξιόλογους νέους, που θα στελεχώσουν μία ομάδα, που θα ταξιδέψει σε όλη την Ευρώπη, προάγοντας το μοντέλο. Βάση τους η παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα. Εκεί γνωρίζει την Ζούλα…
To ταξίδι στο όνειρο ξεκινά. Από τη μία μεταφερόμαστε νοερά στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου κι από την άλλη γινόμαστε μάρτυρες των γεγονότων μίας σχέσης, που δένει με την αντίστοιχη εποχή. Πάντα σε γκρίζο φόντο, με τον Βίκτορ συνεχώς να καπνίζει, σε μία διαρκή ένταση. Μαζί, χώρια και ξανά μαζί. Τους ενώνει το πάθος, ο έρωτας, η αγάπη (“Η αγάπη είναι αγάπη”) κι ας τους χωρίζουν πολλά. Τα πρόσωπά τους είναι σκυθρωπά, δείγμα του τι έχει αφήσει πίσω της, η προηγούμενη επίπονη περίοδος.
Μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία έχουν οι δύο πρωταγωνιστές. Ο Τόμας Κοτ κι η Τζοάνα Κούλινγκ, που γνωρίσαμε στο Ida. Ειδικά η δεύτερη είναι σαγηνευτική. Μαζί τους η εξαιρετική φωτογραφία, οι εναλλαγές, η θέση της κάμερας και το επιτηδευμένο μοντάζ. Με αφηγηματική οικονομία κόβει και ράβει υποδειγματικά τα γεγονότα, ώστε να αποδώσει ένα διάστημα δεκαπέντε ετών, συνεχών ανατροπών κι επασυνδέσεων. “Ο χρόνος δεν μετράει όταν αγαπάς”.
Προσωπικά, παρακολουθώντας την ταινία σε κάποιο σημείο της, στο μυαλό μου ήρθαν, “Τα φτερά του Έρωτα” του Βιμ Βέντερς. Ένα πολυεπίπεδο αριστούργημα κι εδώ που συνδέει την ιστορία, την κοινωνική πραγματικότητα, τον λυρισμό, την ποίηση, το love story και φυσικά την μουσική (“η μάνα μου δεν με αφήνει να τον αγαπώ”) κι όλα αυτά συμπλέκονται κι αλληλεπιδρούν με τέτοιον τρόπο, που ο θεατής τα θεωρεί όλα τους αναπόσταστο κομμάτι της πλοκής.